Skip to main content

Bραχυχρόνιες μισθώσεις: Φορολογικές επιπτώσεις

Φυσικά πρόσωπα που εκμισθώνουν πάνω από δύο ακίνητα θα αναγκαστούν να προβούν σε δήλωση έναρξης εργασιών στη ΔΟΥ ως επιτηδευματίες

Των Παναγιώτη Φωτιάδη, αντιπροέδρου Δ.Σ. ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Α.Ε. και Ελένης Τσιανάκα, γενικής διευθύντριας ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Α.Ε.

ΈΧΟΝΤΑΣ ακούσει τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ περί των μισθώσεων, πρέπεινα διευκρινιστεί ότι τα συγκεκριμένα μέτρα αφορούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις της οικονομίας διαμοιρασμού και όχι το σύνολό τους, διότι βραχυχρόνιες μισθώσεις είναι και αυτές των επίσημων τουριστικών καταλυμάτων (ξενοδοχεία, λοιπά τουριστικά καταλύματα κ.λπ.).

ΜΕ ΒΑΣΗ τις εξαγγελίες των νέων μέτρων: α) θα οριστεί ανώτατο όριο στην ετήσια διάρκεια μίσθωσης εκάστου καταλύματος βραχυχρόνιας μίσθωσης της οικονομίας διαμοιρασμού, β) θα είναι υποχρεωτική η ένταξη στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και η επιβολή τέλους παρεπιδημούντων σε όσους μισθώνουν πάνω από δύο ακίνητα, γ) θα δημιουργηθεί νέος ΚΑΔ για την άσκηση της συγκεκριμένης ως επίσημης επαγγελματικής δραστηριότητας και δ) θα αυστηροποιηθούν οι κυρώσεις σε περίπτωση μη εγγραφής στο σχετικό Μητρώο Ακινήτων. Τέλος, στην περίπτωση ενοικίασης του συνόλου των διαμερισμάτων μιας πολυκατοικίας ή συγκροτήματος κατοικιών με βραχυπρόθεσμη μίσθωση, τα συγκεκριμένα ακίνητα θα θεωρούνται αυτόματα τουριστικό κατάλυμα και θα πρέπει να διαθέτουν την αντίστοιχη άδεια του ΕΟΤ.

Ο ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ της διάρκειας μίσθωσης σε κάτω από εξήντα (60) ημέρες και ο περιορισμός της μίσθωσης έως δύο (2) ακίνητα για να θεωρείται μία μίσθωση βραχυχρόνιας οικονομίας διαμοιρασμού, δεν είναι κάτι νέο στη φορολογική νομοθεσία της Ελλάδος.

ΗΔΗ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 11 του Ν. 4446 του 2016 προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την επιβολή των δύο συγκεκριμένων περιορισμών σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, που όμως ΠΟΤΕ μέχρι σήμερα δεν εκδόθηκε. Το βασικό επιχείρημα της δυνατότητας έκδοσης της προαναφερόμενης ΚΥΑ ήταν η προστασία της κατοικίας και ο περιορισμός άσκησης πραγματικής τουριστικής επαγγελματικής δραστηριότητας κάτω από το κέλυφος της οικονομίας του διαμοιρασμού που αναφέρεται σε ιδιώτες και όχι σε επιτηδευματίες. Μάλιστα, προβλέπεται και εξαίρεση από τους συγκεκριμένους περιορισμούς, για λόγους κοινωνικούς, εφόσον το συνολικό εισόδημα του εκμισθωτή ή του υπεκμισθωτή, από το σύνολο των ακινήτων που διαθέτει για μίσθωση ή υπεκμίσθωση, δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ κατά το οικείο φορολογικό έτος.

ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ, λοιπόν, ουσιαστικά επανέφεραν στο προσκήνιο την έκδοση της συγκεκριμένης ΚΥΑ. Βέβαια, τα φυσικά πρόσωπα που εκμισθώνουν πάνω από δύο (2) ακίνητα θα αναγκαστούν να προβούν επιπλέον σε δήλωση έναρξης εργασιών στη ΔΟΥ ως επιτηδευματίες, να τηρούν λογιστικά βιβλία και -μάλλον- να ασφαλίζονται στον ΕΦΚΑ ως επιτηδευματίες, δεδομένα που ήδη ισχύουν για τα νομικά πρόσωπα που εκμεταλλεύονται ακίνητα -ανεξαρτήτως αριθμού- μέσω της βραχυπρόθεσμης μίσθωσης.

ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ όμως σημαντικά ερωτήματα για τη φορολογία εισοδήματος των φυσικών προσώπων που θα μισθώνουν πάνω από δύο (2) ακίνητα με τη διαδικασία της βραχυχρόνιας μίσθωσης, καθώς θα πάψουν να εντάσσονται στο καθεστώς της οικονομίας διαμοιρασμού και θα θεωρούνται επιτηδευματίες, όπως και τεχνικά ζητήματα χαρακτηρισμού των εν λόγω ακινήτων ως τουριστικών καταλυμάτων.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ, θα φορολογείται το συγκεκριμένο εισόδημα ως εισόδημα από ακίνητη περιουσία χωρίς την αφαίρεση των πραγματοποιηθέντων δαπανών ή θα φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εκπιπτόμενων των σχετικών δαπανών; Με το πέρας της μίσθωσης των εξήντα (60) ημερών αυτόματα θα πρέπει το συγκεκριμένο ακίνητο να αποκτά άδεια τουριστικού καταλύματος, να αποδίδεται ΦΠΑ και τέλη ή αυτό θα ισχύει από το επόμενο ημερολογιακό έτος; Θα αναγκάζεται ο εκμισθωτής αμέσως να προβαίνει σε έναρξη δραστηριότητας στη ΔΟΥ ή θα απαγορεύεται τελείως η εκμίσθωση των ακινήτων του;

ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ είναι προβληματισμοί που πρέπει να εξετασθούν λεπτομερώς διότι δεν πρέπει να διαφεύγει κανενός ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις της οικονομίας διαμοιρασμού ενίσχυσαν τουριστικά τη χώρα και δεν έχουμε την οικονομική πολυτέλεια να διαγράψουμε τη σημαντικότητά τους από τη «βαριά βιομηχανία» της χώρας.