Skip to main content

Μία νέα θεώρηση στην αμυντική βιομηχανία

Η Κομισιόν διέθεσε 1,065 δισ. ευρώ για έργα έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (ΕΤΑ)

Τoυ Αλέξανδρου Κωστόπουλου, γενικού γραμματέα Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου

Η ΑΜΥΝΤΙΚΗ βιομηχανία θεωρείται παραδοσιακά ως μία κλειστή αγορά αποκλειστικά για μια μικρή ομάδα εταιρειών με ισχυρές προσβάσεις, πολύ απρόβλεπτη και δαπανηρή για να συμμετάσχουν μικρότερες εταιρείες.

Ωστόσο, οι πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις, η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, οι αναδυόμενες προκλήσεις στις διεθνείς και περιφερειακές γεωπολιτικές ισορροπίες και η αύξηση των συγκρούσεων σε διάφορες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, οδήγησαν τις χώρες να επανεξετάσουν και να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους δυνατότητες, δημιουργώντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που ξεπερνούν τα στενά όρια της βιομηχανίας της άμυνας και ασφάλειας.

ΜΕΤΑ τον Ψυχρό Πόλεμο και ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η εθνική ασφάλεια στράφηκε στην αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών.

Ωστόσο, οι πρόσφατες παγκόσμιες γεωστρατηγικές αβεβαιότητες έχουν εντείνει τον ανταγωνισμό ακόμη και μεταξύ συμμαχικών χωρών. Αυτό αντικατοπτρίζεται στις τελευταίες στρατηγικές εθνικής ασφάλειας των κύριων διεθνών δυνάμεων, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Οι στρατηγικές αυτές θέτουν ως μείζονα προτεραιότητα την απόκτηση ή ενίσχυση νέων τεχνολογιών για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της αποτελεσματικότητας στο πεδίο της άμυνας και της ασφάλειας.

ΚΑΘΩΣ οι επιχειρησιακές απαιτήσεις επιβάλλουν μια πολυεπίπεδη προσέγγιση και η προστασία των κρίσιμων υποδομών για την εθνική άμυνα και οικονομία γίνεται προτεραιότητα, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων σε συστήματα πληροφορικής και τεχνολογικού εξοπλισμού, οι πελάτες της εθνικής ασφάλειας αναζητούν καινοτόμες τεχνολογίες και δυνατότητες από εταιρείες πέραν της παραδοσιακής αμυντικής βιομηχανίας.

Αυτό δημιουργεί ένα νέο τοπίο με σημαντικές ευκαιρίες για το ευρύτερο επιχειρηματικό οικοσύστημα, συμπεριλαμβανομένων μικρότερων χωρών όπως η Ελλάδα.

ΣΕ ΑΥΤΗ τη νέα πραγματικότητα, οι μικρότερες εταιρείες, οι νεοφυείς επιχειρήσεις και οι ερευνητικές ομάδες των πανεπιστημίων συγκεντρώνουν γνώσεις, δεξιότητες και ταλέντα για τη δημιουργία καινοτόμων συστημάτων και τεχνολογιών, ικανών να αποτελέσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στην ανάπτυξη νέων αμυντικών και οπλικών συστημάτων.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη δείξει σημαντικό ενδιαφέρον για αυτές τις νέες δυνατότητες. Το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ διεκδικεί άμεση πρόσβαση στο νέο αυτό οικοσύστημα με την αύξηση του ρόλου της Μονάδας Αμυντικής Καινοτομίας και τη δημιουργία της πρωτοβουλίας Replicator.

Το ΝΑΤΟ δημιούργησε το DIANA, τον Επιταχυντή Αμυντικής Καινοτομίας, για να διευκολύνει τη συνεργασία με νεοφυείς επιχειρήσεις και εταιρείες τεχνολογίας και ανακοίνωσε το Ταμείο Καινοτομίας του ΝΑΤΟ, ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ, που επικεντρώνεται σε τεχνολογίες διπλής χρήσης.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ Επιτροπή διέθεσε 1,065 δισ. ευρώ για έργα έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (ΕΤΑ).

Οι νέες αυτές πρωτοβουλίες αποσκοπούν στην ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων, στην προώθηση της τεχνολογικής καινοτομίας και στη βελτίωση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας.

ΤΗΝ ΙΔΙΑ στιγμή, ο ιδιωτικός τομέας έχει επιδείξει εξίσου σημαντικό ενδιαφέρον και για τις ευκαιρίες της αμυντικής τεχνολογίας, με τις επενδύσεις επιχειρηματικών κεφαλαίων σε αυτές τις τεχνολογίες να αυξάνονται με ραγδαίο ρυθμό τα τελευταία χρόνια.

Παραδοσιακές αμυντικές επιχειρήσεις μαζί με επιχειρηματικούς ηγέτες από άλλους τομείς, όπως της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, της υγείας και της παραδοσιακής βιομηχανίας, έχουν στρέψει τις αναπτυξιακές στρατηγικές τους προς το ευρύτερο περιβάλλον της άμυνας και της ασφάλειας, με στόχο την κεφαλαιοποίηση των σημαντικών προοπτικών από τις αναδυόμενες αμυντικές τεχνολογίες και τις γεωπολιτικές εξελίξεις.

ΣΕ ΑΥΤΟ το νέο περιβάλλον, οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να ξεπεράσουν παραδοσιακά εμπόδια και περιοριστικές αντιλήψεις και να οικοδομήσουν νέες συνεργασίες που θα καλύπτουν τις τρέχουσες και μελλοντικές ανάγκες, κοιτώντας όχι μόνο τη χώρα μας, αλλά τη διεθνή αγορά.

Το διανοητικό κεφάλαιο και η καινοτόμος δημιουργικότητα που υπάρχει στις ελληνικές επιχειρήσεις και τα πανεπιστήμιά μας έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν νέες συνεργασίες, λειτουργώντας τελικά ως στρατηγικοί πολλαπλασιαστές για την προσέλκυση επενδύσεων, την οικονομική ανάπτυξη και τη δομική ενίσχυση της περιφερειακής επιρροής της χώρας μας.

ΕΙΝΑΙ, ως εκ τούτου, επιτακτική ανάγκη να ενώσουμε δυνάμεις και να συνθέσουμε νέες συμμαχίες, να ξεπεράσουμε παθογένειες και περιοριστικά συμφέροντα, να γίνουμε πιο γρήγοροι, εξωστρεφείς και αποτελεσματικοί στην προώθηση των δυνατοτήτων μας και στη διεκδίκηση των όποιων ευκαιριών, διασφαλίζοντας ότι αυτή η ευκαιρία δεν θα χαθεί.