Από την έντυπη έκδοση
Της Ρόδης Κράτσα – Τσαγκαροπούλου*
Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης έρχεται να δώσει πνοή και προοπτική στην κουρασμένη και στερημένη οικονομία της χώρας στο τέλος, όπως ελπίζουμε, μιας πρωτοφανούς πανδημίας με απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, αλλά και με βαθιά οικονομικά και κοινωνικά πλήγματα.
Σήμερα, αποτελεί το μεγάλο βήμα για να αξιοποιήσουμε και να μεγιστοποιήσουμε την αντοχή, την εμπειρία που αποκτήσαμε από τη διαχείριση της κρίσης, αλλά και την αξιοπιστία που πετύχαμε όλοι μαζί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις διεθνείς αγορές. Κυβέρνηση, κρατικός μηχανισμός, Περιφέρειες και Δήμοι, πολίτες, παραγωγικοί φορείς κ.ά., είμαστε ήδη στην κατεύθυνση για υπέρβαση της κρίσης και μια γρήγορη στροφή της χώρας στην ανάπτυξη με τους όρους της σκληρής ανταγωνιστικότητας και της παγκόσμιας κινητοποίησης στη μετά covid-19 εποχή.
Το Εθνικό σχέδιο Ανάκαμψης συνδυάζει για πρώτη φορά μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα και στοχεύει σε 7 μονάδες προσθήκη στο ΑΕΠ και 200.000 θέσεις εργασίας σε ορίζοντα εξαετίας.
Οι παρεμβάσεις και χρηματοδοτήσεις που προγραμματίζονται είναι σε κρίσιμους τομείς όπως υγεία, παιδεία ως προτεραιότητες όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός, ψηφιακή και πράσινη οικονομία, σύγχρονες υποδομές, πολιτική προστασία, περιβάλλον, επιχειρηματικότητα και κοινωνική ανάπτυξη.
Διαμορφώνονται, λοιπόν, σοβαρές προοπτικές ιστορικής σημασίας για να αλλάξει η χώρα και το μέλλον των Ελλήνων και αυτό πρέπει να συνειδητοποιηθεί από όλο τον πολιτικό και παραγωγικό κόσμο γιατί απαιτείται η συμβολή όλων σε αυτή τη νέα κοσμογονία.
Πρέπει όμως να εξασφαλιστούν και οι προϋποθέσεις για να μπορεί να υλοποιηθεί ένα μεγάλο και απαιτητικό πρόγραμμα όπως αυτό του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, ενώ παράλληλα ξεκινάει και το ΕΣΠΑ 2021-2027 και η νέα ΚΑΠ. Με συμπληρωματικότητα, ταχύτητα, αυστηρά χρονοδιαγράμματα πρέπει να απορροφηθούν σωστά οι πόροι και να μοχλεύσουν τα κεφάλαια που χρειάζεται επειγόντως η χώρα και να μεγιστοποιήσουν τα αποτελέσματά τους προς όφελος όλων.
Για τον λόγο αυτό οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά πρέπει να συνδυαστούν με μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Το ευέλικτο και αποτελεσματικό κράτος θα πρέπει να αποτελέσει την κινητήριο δύναμη, αλλά οι σημερινές συνθήκες δεν είναι στο ύψος των περιστάσεων.
Για αυτό τον λόγο, η θεσμική μεταρρύθμιση για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση που προετοιμάζει η κυβέρνηση πρέπει να δώσει στην τοπική αυτοδιοίκηση τα κατάλληλα εργαλεία, δηλαδή, αρμοδιότητες, αυξημένους αυτοτελείς πόρους, κατάλληλο προσωπικό, ευελιξία για την οργάνωση και κίνητρα για την παραγωγικότητα των υπηρεσιών και των διαφόρων Επιτροπών, για να μπορέσει να παίξει τον καθοριστικό της ρόλο η Τοπική Αυτοδιοίκηση για την επιτυχία του Εθνικού Σχεδίου.
Υποστελεχωμένες υπηρεσίες, εγκαταλελειμμένες λειτουργικά και επιχειρησιακά κατά τα μνημονιακά χρόνια, πνιγμένες στη γραφειοκρατία και το στεγνό θεσμικό τους πλαίσιο, αδυνατούν σήμερα οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) να προετοιμαστούν και να λειτουργήσουν στο επίπεδο των τεράστιων προκλήσεων και να διαχειριστούν τους πόρους που τους διατίθενται για την ανάπτυξη και την καθημερινότητα. Η σημασία τους για την εθνική προσπάθεια δεν πρέπει να αγνοείται. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι οι ΟΤΑ εφαρμόζουν το 70% του συνόλου της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Περιβάλλον. Αυτό συνδέεται άμεσα με τον υψηλό στόχο της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και των πράσινων επενδύσεων που αντιστοιχούν σε ποσοστό 37% του συνόλου των 57 δισ. ευρώ που φιλοδοξεί να κινητοποιήσει η κυβέρνηση, όπως και των μέτρων που λαμβάνονται και υλοποιούνται από τους ΟΤΑ, τα οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Αναπτυξιακού Προγράμματος του ΟΗΕ, ανέρχονται στο 90%.
Η προετοιμασία, λοιπόν, για την εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης πρέπει να συγχρονιστεί με τη θεσμική μεταρρύθμιση της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και την οχύρωση με όλα τα κατάλληλα μέσα των Περιφερειών και των Δήμων ανάλογα επίσης, με τις ιδιαιτερότητες όπως αυτής των νησιωτικών περιοχών και την αναπτυξιακή αφετηρία από την οποία ξεκινούν.
* Η κ. Ρόδη Κράτσα – Τσαγκαροπούλου είναι περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων και πρώην αντιπρόεδρος Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου