Skip to main content

Εισπράξιμο μόλις το 20% των ληξιπρόθεσμων

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Κούρου
[email protected]

Εντείνονται οι κινήσεις στο «στρατηγείο» της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για την είσπραξη μέρους από τον «θησαυρό» των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο, τα οποία θεωρούνται εισπράξιμα και κυμαίνονται μεταξύ των 17 δισ. και 20 δισ. ευρώ. 

Αν και το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών βρίσκεται μια ανάσα από το ψυχολογικό φράγμα των 100 δισ. ευρώ, για την ΑΑΔΕ «ξεγραμμένα» θεωρούνται χρέη άνω των 80 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν περίπου στο 50% του ΑΕΠ, καθώς είναι αδύνατο να εισπραχθούν, αφού ουσιαστικά πρόκειται για απαιτήσεις που χαρακτηρίζονται ανεπίδεκτες είσπραξης. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η εκκαθάριση του αρχείου των ληξιπρόθεσμων είναι μνημονιακή υποχρέωση, καθώς το οικονομικό επιτελείο έχει ήδη δεσμευτεί να ανανεώνει τακτικά τον σχετικό «φάκελο», προκειμένου να διαπιστώνεται άμεσα ποια από αυτά είναι εισπράξιμα που είναι δύσκολο να εισπραχθούν και ποια «χάνονται».

Θα πρέπει βέβαια να υπογραμμιστεί ότι τα χρέη που θα κριθούν μη εισπράξιμα δεν θα διαγραφούν, αλλά οι εφορίες θα τα κατατάξουν σε άλλο «αρχείο» με στόχο να συνεχίσουν να τα διεκδικούν, αναζητώντας περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών.

Το σίγουρο όμως είναι ότι μεγάλος μέρος του εισπρακτικού μηχανισμού θα απεμπλακεί από την αναζήτηση «χαμένων» χρεών και θα στραφεί στα χρέη που μπορούν να ενισχύσουν τις εισπράξεις, αφού ο στόχος είναι ο εισπρακτικός μηχανισμός να επικεντρωθεί στα χρέη που θεωρούνται εισπράξιμα και να αυξηθεί έτσι η αποτελεσματικότητα.

Επισημαίνεται άλλωστε ότι, με βάση και πρόσφατη έκθεση της ΑΑΔΕ, σκοπός της διαδικασίας χαρακτηρισμού των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας εκκαθάρισης των επί σειρά ετών σωρευμένων ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, από εκείνες που πραγματικά και εμπεριστατωμένα θεωρούνται επισφαλείς, προκειμένου το Δημόσιο να διαθέτει μια ολοκληρωμένη, διαφανή, αποτελεσματική και ελέγξιμη διαδικασία είσπραξης των οφειλών, με στόχο οι εισπρακτικοί μηχανισμοί να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στις οφειλές που παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες είσπραξης.

Υπενθυμίζεται ότι ο χαρακτηρισμός οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται εφόσον πληρείται το σύνολο των αναφερόμενων στον νόμο προϋποθέσεων και τηρηθεί η ειδική διαδικασία, η οποία ορίζεται στο άρθρο 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), ενώ ειδικά για τις περιπτώσεις οφειλών μεγάλου ύψους που ξεπερνούν το 1,5 εκατ. ευρώ η απόφαση από την ΑΑΔΕ εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Ο έλεγχος εξάλλου διενεργείται από ειδικά οριζόμενο για τον σκοπό αυτό ελεγκτή, ο οποίος πιστοποιεί με βάση τεκμηριωμένη έκθεση ελέγχου ότι αποδεδειγμένα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για τον εντοπισμό πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων κινητών, ακινήτων, απαιτήσεων στα χέρια τρίτων ή τυχόν άλλης πηγής εσόδων.

Με τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης αναστέλλεται η παραγραφή τους για μια δεκαετία, ενώ επέρχονται άμεσα οι προβλεπόμενες από τον νόμο συνέπειες για τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα, όπως η μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας και η δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.

Οφειλή που έχει καταχωρηθεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη μόνο εάν διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής αποπληρωμής της από τον οφειλέτη ή από συνυπόχρεο πρόσωπο.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι γεγονός ότι η δεξαμενή των ανείσπρακτων χρεών έχει γεμίσει διαχρονικά από οφειλές προβληματικών και πτωχευμένων επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, από φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις, από χρέη ΔΕΚΟ που σήμερα δεν υπάρχουν, από οφειλές εταιρειών που είχαν ενταχθεί τη δεκαετία του 1980 στον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, καθώς επίσης και από καταπτώσεις εγγυήσεων που χορήγησε στο παρελθόν το Δημόσιο προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σε περίπτωση που ο οφειλέτης τελεί σε κατάσταση πτώχευσης, πρέπει για τον χαρακτηρισμό ληξιπρόθεσμης οφειλής του ως ανεπίδεκτης είσπραξης να έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ώστε να έχει ολοκληρωθεί και η προσπάθεια του συνδίκου της πτώχευσης για τη ρευστοποίηση της πτωχευτικής περιουσίας και την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δημοσίου, ως πτωχευτικού πιστωτή. 

Αξιοσημείωτο εξάλλου είναι ότι από την ανάλυση των στατιστικών στοιχείων της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι περίπου:

  • το 48% των οφειλών αφορά μη φορολογικά έσοδα (πρόστιμα ΚΒΣ, δάνεια, κ.λπ.), 
  • ποσοστό 27% αφορά έμμεσους φόρους (ΦΠΑ, πρόστιμα έμμεσων φόρων κ.λπ.), 
  • ποσοστό 22% άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος, περιουσίας κ.λπ.) και 
  • ποσοστό 3% αφορά λοιπά μη φορολογικά έσοδα.

Για να αποφευχθεί λοιπόν ο χαρακτηρισμός μέρους των ανωτέρω χρεών ως ανεπίδεκτων είσπραξης, η ΑΑΔΕ έχει ήδη δώσει εντολή στον ελεγκτικό μηχανισμό όπως προχωρά άμεσα στη δέσμευση του συνόλου (100%) των καταθέσεων, λογαριασμών και παρακαταθηκών, αλλά και των θυρίδων σε τράπεζες. 

Τα συγκεκριμένα μέτρα περιλαμβάνονται στο «πακέτο» ερευνών, με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και διασταυρώσεων, που στόχο έχει τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων οφειλετών του Δημοσίου, προκειμένου να ληφθούν εγκαίρως όλα τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος τους. 

Ενισχύεται η «φαρέτρα» των αναγκαστικών μέτρων
Από το επόμενο έτος η ΑΑΔΕ θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο το «οπλοστάσιό» της για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών. Υπάρχει άλλωστε ήδη δέσμευση προς τους θεσμούς ότι κανένα χρέος, όσο μικρό κι αν είναι, δεν θα μένει στο απυρόβλητο, γεγονός που σημαίνει ότι οι αρχές θα πρέπει να ενημερώνουν και να καλούν όλους τους φορολογούμενους ακόμη και για μικρές οφειλές να τις εξοφλούν.

Η συμφωνία μάλιστα που υπάρχει με τους θεσμούς προβλέπει ακόμη τα εξής:

  • Μέχρι και το τέλος Φεβρουαρίου 2018 να έχει εγκατασταθεί ειδικό λογισμικό, το οποίο θα εξασφαλίζει κατάσχεση τραπεζικού λογαριασμού με μια κίνηση σε περίπτωση ύπαρξης ληξιπρόθεσμων οφειλών πάνω από 500 ευρώ.
  • Να μην προχωρήσει σε καμία νέα ρύθμιση ή αμνήστευση χρεών προς την εφορία και να μη δώσει παράταση των ήδη υφιστάμενων μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, όπως των 100 δόσεων που ξεκίνησε το 2015. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η μοναδική διέξοδος που θα έχει κάποιος αν έχει αποδεδειγμένα οικονομική αδυναμία να εκπληρώσει τις φορολογικές του υποχρεώσεις θα είναι η λεγόμενη «πάγια» ρύθμιση των 12 έως 24 δόσεων.
  • Από τον Μάρτιο του 2018 να περνούν από «ακτινογραφία» σε τακτά χρονικά διαστήματα φυσικά πρόσωπα, τα οποία εμφανίζονται ως κατά τον νόμο υπεύθυνα για επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν οφειλές στις εφορίες.

Στο πλαίσιο εξάλλου αυτό η ΑΑΔΕ, μέσα στο 2018, θα πρέπει να έχει έτοιμη και την πλατφόρμα για ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς αντίστοιχη αυτής που έχει συσταθεί και λειτουργεί για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τράπεζες και άλλους ιδιώτες. 

Πολύ σύντομα εξάλλου έρχεται και η αλλαγή του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), που αποτελεί και μνημονιακή δέσμευση. Ο εκσυγχρονισμός μάλιστα του ΚΕΔΕ αποτελεί «προαπαιτούμενο» για την ολοκλήρωση της επόμενης αξιολόγησης.

Σε «δίχτυ» κατασχέσεων 6 στους 10 οφειλέτες
Από την αρχή του έτους, όπως έχει επισημάνει η «Ν», στο «δόκανο» της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και των αναγκαστικών μέτρων έχουν πιαστεί 1.014.295 οφειλέτες, με αποτέλεσμα το σχετικό ποσοστό να φθάνει στο 59,03% όσων έχουν χρέη στις εφορίες. 

Με βάση τα τελευταία στοιχειά της ΑΑΔΕ, μάλιστα, τον Οκτώβριο έγιναν 22.903 κατασχέσεις σε καταθέσεις, μισθούς, συντάξεις και λοιπά εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία οφειλετών του Δημοσίου, φυσικών και νομικών προσώπων.

Στο δεκάμηνο, βέβαια, οι ΔΟΥ, τα Ελεγκτικά Κέντρα και η Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης στην προσπάθειά τους να εισπράξουν μέρος των ληξιπρόθεσμων οφειλών επέβαλαν αναγκαστικά μέτρα σε 175.239 φορολογούμενους.

Ενδεικτικό του αδιεξόδου που επικρατεί στην αγορά, με βάση και τα επίσημα στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, αποτελεί το γεγονός ότι συνολικά μέχρι σήμερα:

  • 4.170.753 φορολογούμενοι εμφανίζονται με χρέη προς το Δημόσιο 
  • σε 1.718.371 από τους εν λόγω οφειλέτες μπορούν να επιβληθούν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης και 
  • σε 1.014.295 έχουν ήδη επιβληθεί τα συγκεκριμένα μέτρα.