Skip to main content

Ευρωπαϊκή συμφωνία στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης

Από την έντυπη έκδοση

Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]

Τον εκσυγχρονισμό των κανόνων φορολόγησης της πώλησης ή της χρήσης προϊόντων, όπως ο καπνός, η ενέργεια ή το αλκοόλ, προβλέπει η προσωρινή συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι νέοι κανόνες έχουν στόχο τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος για το εμπόριο προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, βελτιώνοντας περαιτέρω τις συνθήκες για τον θεμιτό ανταγωνισμό και τη μείωση του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις.
Ειδικότερα, η προσωρινή απόφαση του Συμβουλίου περιλαμβάνει:

1) οδηγία σχετικά με το γενικό καθεστώς ειδικών φόρων κατανάλωσης, και

2) κανονισμό σχετικά με τη διοικητική συνεργασία όσον αφορά το περιεχόμενο των ηλεκτρονικών μητρώων.

Με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης είναι έμμεσοι φόροι που επιβάλλονται για την πώληση ή τη χρήση συγκεκριμένων προϊόντων που υπόκεινται σε τέτοιους δασμούς, ενώ τα έσοδα από τα εν λόγω τέλη εισπράττονται εξ ολοκλήρου από τη χώρα που γίνεται η αγορά. Από το 1992, οι χώρες της Ε.Ε. έχουν θεσπίσει κοινούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο και στα ίδια προϊόντα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ελεύθερη κυκλοφορία

Σκοπός των νέων κανόνων είναι να εναρμονίσουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και τις τελωνειακές διαδικασίες στην Ε.Ε., ώστε να βελτιωθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στην ενιαία αγορά, εξασφαλίζοντας παράλληλα την είσπραξη του ορθού φόρου από τα κράτη-μέλη. Στοχεύουν επίσης στη μείωση του διοικητικού και νομικού φόρτου για τις μικρές επιχειρήσεις. Οι προτάσεις περιέχουν διάφορα μέτρα με σκοπό τον εξορθολογισμό και την απλούστευση των διαδικασιών που αφορούν την αλληλεπίδραση μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών και τις ενδοκοινοτικές διακινήσεις των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων.

Η οδηγία σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης καθορίζει, μεταξύ άλλων, κατευθύνσεις σχετικά με τις ποσότητες υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που οι ιδιώτες έχουν το δικαίωμα να αποκτούν για προσωπική τους χρήση και να μεταφέρουν από ένα κράτος-μέλος σε άλλο χωρίς να φορολογούνται. Στην περίπτωση αυτή οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης οφείλονται μόνο στο κράτος-μέλος όπου τα προϊόντα αυτά αποκτώνται.

Για προσδιορίσουν κατά πόσο τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα προορίζονται για ίδια χρήση ενός ιδιώτη, τα κράτη-μέλη λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α) την εμπορική ιδιότητα του κατόχου των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων και τους λόγους για τους οποίους τα κατέχει,

β) τον τόπο όπου βρίσκονται τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή, ανάλογα με την περίπτωση, τον χρησιμοποιούμενο τρόπο μεταφοράς,

γ) οποιοδήποτε έγγραφο σχετικό με τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα,

δ) τη φύση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων, ε) την ποσότητα των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων. 

Τα κράτη-μέλη μπορούν, απλώς και μόνο ως αποδεικτικό στοιχείο, να ορίζουν ενδεικτικά ποσοτικά επίπεδα, τα οποία δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερα από: 

α) για τα προϊόντα καπνού: τσιγάρα 800 τεμάχια, πουράκια 400 τεμάχια, πούρα 200 τεμάχια, καπνός για κάπνισμα 1,0 kg, 

β) για τα αλκοολούχα ποτά: οινοπνευματώδη ποτά 10 λίτρα, ενδιάμεσα προϊόντα 20 λίτρα, οίνοι 90 λίτρα, εκ των οποίων το πολύ 60 λίτρα αφρώδεις, μπίρες 110 λίτρα. 

Τα κράτη-μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στο κράτος-μέλος κατανάλωσης κατά την απόκτηση πετρελαιοειδών τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος-μέλος, εάν η μεταφορά αυτών των προϊόντων γίνεται με ανορθόδοξους τρόπους από ιδιώτη ή για λογαριασμό ιδιώτη. Ως ανορθόδοξες μεταφορές θεωρούνται οι μεταφορές καυσίμων κινητήρων όταν τα καύσιμα δεν μεταφέρονται στη δεξαμενή των οχημάτων ή σε κατάλληλο εφεδρικό δοχείο, καθώς και η μεταφορά υγρών καυσίμων θέρμανσης

Αναφορικά με τα επόμενα βήματα, οι νέοι κανόνες θα εγκριθούν επίσημα από το Συμβούλιο χωρίς περαιτέρω συζήτηση, αφού όλα τα κράτη-μέλη άρουν τις εναπομένουσες επιφυλάξεις τους.