Skip to main content

Επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων

Του Σωτήρη Αν. Παπαμιχαήλ, δικηγόρου, ΙΜΕ.ΓΣΕΒΕΕ

Στις 11 Ιουλίου 2022, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Κ.Τ. αύξησε για πρώτη φορά τα τελευταία 11 χρόνια τα βασικά επιτόκια, αυτά δηλαδή με τα οποία δανείζει τις τράπεζες, ενώ η αύξηση που αποφασίστηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της Ε.Κ.Τ., χωρίς βεβαίως να αποκλείονται περαιτέρω αυξήσεις τους επόμενους μήνες.

Αλλά, γιατί η Ε.Κ.Τ. αύξησε τα επιτόκιά της; Η ίδια δηλώνει ότι «Ως κεντρική τράπεζα για το ευρώ, η εντολή που μας έχει ανατεθεί είναι να διατηρούμε τις τιμές σταθερές. Όταν οι τιμές στην οικονομία μας αυξάνονται υπερβολικά γρήγορα –δηλαδή όταν ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός– η αύξηση των επιτοκίων μάς βοηθά να τον επαναφέρουμε στον στόχο μας του 2% μεσοπρόθεσμα. Ο πληθωρισμός επιβαρύνει τους πολίτες. Πολλοί ανησυχούν ότι θα γίνει μόνιμο φαινόμενο. Παρακολουθούμε αυτές τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Γι’ αυτό ακριβώς αυξήσαμε τα επιτόκια: για να δείξουμε ότι δεν θα αφήσουμε τον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από το 2%. Έτσι, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα παραμείνουν υπό έλεγχο». Αυξήσαμε τα επιτόκια. Τι σημαίνει αυτό για εσάς; (europa.eu).

Καθώς λοιπόν αισιοδοξούμε για το μέλλον, ας δούμε επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ σε συναλλακτικές σχέσεις, πέραν των δανειακών συμβάσεων, ιδίως αυτές που οδηγούνται αναγκαστικά ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Ως γνωστόν, ο τόκος, που αποτελεί τον καρπό του επιτοκίου επί του κεφαλαίου, μπορεί να προκύπτει από σύμβαση των μερών, τόσο στην εμπρόθεσμη εξόφληση του τοκοχρεολυσίου (κεφάλαιο και τόκος με συμβατικό – δικαιοπρακτικό επιτόκιο) όσο και  σε τυχόν καθυστέρηση (συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, αντί του συμβατικού ενήμερης οφειλής). Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι, τόκος προβλέπεται απευθείας από το νόμο (νόμιμος και καθυστέρησης – υπερημερίας), ενώ από την επίδοση αγωγής ή διαταγής πληρωμής για ληξιπρόθεσμο χρέος οφείλεται τόκος επιδικίας, ο οποίος είναι ανώτερος από τον τόκο υπερημερίας κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες, ο οποίος τελευταίος είναι ανώτερος από τον νόμιμο. Από τη δημοσίευση δε της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης, που επιδικάζει το ποσό, ο τόκος επιδικίας ανέρχεται σε τρείς (3) εκατοστιαίες μονάδες πάνω από τον τόκο υπερημερίας.

Πιο συγκεκριμένα λοιπόν και λόγω των αυξήσεων των επιτοκίων τα «δικαστικά» επιτόκια  έχουν διαμορφωθεί ως εξής:

1. Το δικαιοπρακτικό επιτόκιο από 5,25% την 26.7.2022 αυξήθηκε την 27.7.2022 σε 5,75%, την 14.9.2022 σε 6,50%, την 2.11.2022 σε 7,25%, την 21.12.2022 σε 7,75% και ήδη την 8.2.2023 σε 8,25%, ήτοι αυξήθηκε κατά 57,14% σε εξ μήνες (!).

2. Αναλόγως, το επιτόκιο υπερημερίας προσαυξάνεται κατά δύο μονάδες και συνεπώς την 27.7.2022 ανήλθε σε 7,75%, την 14.9.2022 σε 8,50%, την 2.11.2022 σε 9,25%, την 21.12.2022 σε 9,75% και την 8.2.2023 σε 10,25%.

3. Τέλος, το επιτόκιο επιδικίας είναι προσαυξημένο κατά επιπλέον 2 και 3 εκατοστιαίες μονάδες άνω του επιτοκίου υπερημερίας, κατά τα ανωτέρω.

Η επίπτωση λοιπόν της αύξησης των επιτοκίων από την Ε.Κ.Τ. και στη δικαστηριακή ζωή είναι ιδιαιτέρως μεγάλη προσθέτοντας ένα επιπλέον βάρος στον οφειλέτη, ο οποίος ταλανίζεται από τις πληθωριστικές πιέσεις.

Τούτο δε πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψιν από τους λαμβάνοντες τις αποφάσεις, εντός Ελλάδος και Ευρωζώνης, αν θέλουμε τη διατήρηση του κύρους των δημοκρατικών ευρωπαϊκών θεσμών, την αναλογική κατανομή των βαρών και εν τέλει την υπεράσπιση του δικαιοκρατικού συστήματος.