Τα 40 χρόνια στο διάστημα κλείνουν τον Σεπτέμβριο και τον Αύγουστο αντίστοιχα τα διαστημόπλοια Voyager 1 και 2 της NASA. Πρόκειται για τα μακροβιότερα διαστημόπλοια της ανθρωπότητας, τα οποία έχουν ταξιδέψει πιο μακριά από οποιοδήποτε άλλο σκάφος- και, παρά τις αποστάσεις και τα χρόνια, συνεχίζουν να επικοινωνούν καθημερινά με τη NASA.
Κάθε σκάφος περιέχει έναν χρυσό δίσκο με ήχους, εικόνες και μηνύματα από τον πλανήτη μας- και, όπως σημειώνεται σε ανακοίνωση της NASA, μπορεί κάποια στιγμή, στο πολύ μακρινό μέλλον, να είναι τα μόνα που θα απομένουν από τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Τα Voyager έχουν επιτύχει σειρά από ρεκόρ στα ταξίδια τους: Το 2012, το Voyager 1, που εκτοξεύτηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1977, κατέστη το πρώτο διαστημόπλοιο που βγήκε στο διαστρικό διάστημα. Το Voyager 2, που εκτοξεύτηκε στις 20 Αυγούστου 1977, είναι το μόνο σκάφος που έχει περάσει και από τους τέσσερις εξώτερους πλανήτες- τον Δία, τον Κρόνο, τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα. Στα επιτεύγματά τους περιλαμβάνονται η ανακάλυψη των πρώτων ενεργών ηφαιστείων πέρα από τη Γη, στην Ιώ, φεγγάρι του Δία, ίχνη ενός υπόγειου ωκεανού στην Ευρώπη, άλλο φεγγάρι του Δία, η ανακάλυψη της πιο κοντινής στη γήινη ατμόσφαιρας στο ηλιακό σύστημα, στον Τιτάνα, το παγωμένο φεγγάρι Μιράντα στον Ουρανό κ.α.
Αν και τα διαστημόπλοια, τα οποία ταξιδεύουν προς αντίθετες κατευθύνσεις, έχουν αφήσει τους πλανήτες πολύ πίσω τους, και δεν πρόκειται να πλησιάσουν άλλο άστρο για 40.000 χρόνια, εξακολουθούν να αποστέλλουν πίσω στη Γη δεδομένα και παρατηρήσεις σχετικά με το πού μειώνεται η επιρροή του ήλιου μας και πού αρχίζει το διαστρικό διάστημα.
Δεδομένου του ότι θα περνούσαν από το «σκληρό» από άποψης ακτινοβολίας περιβάλλον του Δία, τα σκάφη είχαν προετοιμαστεί και εξοπλιστεί ανάλογα, με επαρκή αποθέματα ενέργειας, καθώς και εφεδρικά συστήματα. Κάθε σκάφος φέρει τρεις θερμοηλεκτρικές γεννήτριες ραδιοϊσότοπων- συσκευές που χρησιμοποιούν την ενέργεια η οποία παράγεται από τη φθορά του πλουτωνίου-238 (μόνο το μισό εκ του οποίου θα έχει χαθεί μετά από 88 χρόνια).
Καθώς τα επίπεδα ενέργειάς τους μειώνονται κατά 4 watt ανά έτος, οι μηχανικοί του προγράμματος βρίσκουν τρόπους να λειτουργούν τα σκάφη υπό συνθήκες όλο και πιο περιορισμένης ενέργειας. Επίσης, για να μεγιστοποιήσουν τη διάρκεια ζωής των σκαφών, πρέπει να ανατρέχουν σε έγγραφα που είχαν γραφτεί δεκαετίες πριν, με παλαιά λογισμικά και συστήματα.
Τα μέλη της ομάδας του προγράμματος εκτιμούν πως το τελευταίο επιστημονικό όργανο θα πρέπει να έχει απενεργοποιηθεί ως το 2030. Ωστόσο, ακόμα και τότε, θα συνεχίσουν την πορεία τους, στην παρούσα τους ταχύτητα, των 48.280 χλμ/ ώρα- πραγματοποιώντας μια περιστροφή γύρω από τον γαλαξία μας κάθε 225 εκατομμύρια χρόνια.