Skip to main content

Γ. Βαρουφάκης: Μοναδική ευκαιρία ανάκαμψης εντός του ευρώ

Την έκβαση της οικονομικής πορείας της χώρας σε περίπτωση που επικρατήσει το «ναι» ή το «όχι» στο δημοψήφισμα περιγράφει σε άρθρο του ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης.

Ο υπουργός, σε άρθρο του στην «Καθημερινή» χαρακτηρίζει «εύλογο» το γεγονός ότι οι πολίτες αναρωτιούνται τι θα πρέπει να ψηφίσουν και κάνει τη δική του προσέγγιση και για τις δύο περιπτώσεις.

Όπως λέει, «αν ψηφίσουν ΝΑΙ, η έκβαση είναι δεδομένη: Στην χώρα θα παγιωθεί το καθεστώς της Χρεοδουλοπαροικίας, με την δημοκρατία πληγωμένη, με τις τράπεζες σε δεινή θέση και με μια τρόικα που θα επιστρέψει στην Αθήνα με άγριες, εκδικητικές διαθέσεις. Η περαιτέρω, στο διηνεκές, συρρίκνωση, υπό κυβέρνηση εντολοδόχων υπουργών, θα μονιμοποιηθεί και, το χειρότερο, θα νομιμοποιηθεί».

Στον αντίποδα, «αν ψηφίσουν ΟΧΙ, η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, οι καταθέσεις θα εξακολουθούν να βρίσκονται στις τράπεζες σε ευρώ, έστω και χωρίς οι καταθέτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε αυτές, η ΕΕ δεν θα έχει κανέναν νομικό τρόπο να εκδιώξει την Ελλάδα από το ευρώ, και η πραγματική διαπραγμάτευση τότε θα αρχίσει με δανειστές που έχουν κάθε συμφέρον να επιστρέψουν στην σφαίρα της λογικής, με αποτέλεσμα γρήγορη, έντιμη συμφωνία».

Απαντώντας στην κριτική για το κατά πόσο το ερώτημα του ψηφοδελτίου έχει πλέον νόημα «τώρα που οι δανειστές ισχυρίζονται ότι η πρότασή τους δεν ισχύει πλέον» ο κ. Βαρουφάκης αναφέρει ότι «δεν είναι έτσι».
 
Εξηγεί ότι, «στην διάρκεια της δύσκολης αυτής εβδομάδας λαμβάνουμε νέες προτάσεις που αποτελούν, έως τώρα, παραλλαγές της πρότασης των δανειστών της 25ης Ιουνίου. Αυτό είναι το πλαίσιο της συμφωνίας που μας προτείνουν, αυτό καλούνται οι έλληνες πολίτες να κρίνουν την Κυριακή. Όπως λέμε στους δανειστές, αν μας προτείνουν κάτι σημαντικά διαφορετικό, η κυβέρνηση θα το επικοινωνήσει στους πολίτες έγκαιρα και έντιμα. Έως τότε, το δημοψήφισμα της Κυριακής και το συγκεκριμένο ερώτημά του παραμένει μοναδική ευκαιρία έκφρασης της λαϊκής βούλησης».
 
Επιρρίπτει ευθύνες στους δανειστές για την πορεία των διαπραγματεύσεων λέγοντας ότι δεν διαπραγματεύονταν.
 
Αναλυτικά, αναφερόμενος στην «άλλη πλευρά» σχολιάζει ότι «απλά έκλεινε λίγο-λίγο την κάνουλα της ρευστότητας και ροκάνιζε τον χρόνο με την προσδοκία ότι μέρα με την μέρα οι αντιστάσεις μας θα έφθιναν, τα ΜΜΕ θα τρομοκρατούσαν, ο λαόςθα αγωνιούσε, η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κυβερνήσει (έτσι που όλα τα στελέχη είμασταν βουτηγμένοι σε ατέρμονες «τεχνικές» διαπραγματεύσεις). Περίμεναν πότε η ρευστότητα θα τελειώσει και η δανειακή συμφωνία θα φτάσει στο τέλος της έτσι ώστε, εκείνη την στιγμή, να παρουσιάσουν το αχρείο τελεσίγραφο: Ταπεινωθείτε ή σας κλείνουμε τις τράπεζες».

Ο υπουργός επιμένει ότι η πλευρά των δανειστών «ήθελε ταπείνωση».

«Δεν τους την δώσαμε και απευθυνθήκαμε στον λαό. Στον λαό στον οποίο πρέπει να πούμε ευθαρσώς ότι ένα ΝΑΙ αποτελεί μόνιμη καταδίκη ενώ ένα ΟΧΙ εμπεριέχει την μοναδική προοπτική ανάκαμψης είτε με αυθημερόν έντιμη συμφωνία την επόμενη Δευτέρα είτε με μια σύντομη περίοδο αυτόνομηςπορείας εντός του ευρώ πριν την έντιμη συμφωνία».

«Η πορεία του ΟΧΙ που λέμε από τον Ιανουάριο δεν ήταν εύκολη. Ποτέ δεν κατακτήθηκε η δημοκρατία και η εθνική αξιοπρέπεια ανώδυνα. Τον περασμένο Σεπτέμβρη, μετά την ΔΕΘ, είχα θυμώσει συντρόφους μου στον ΣΥΡΙΖΑ γράφοντας ότι,στους πολίτες που θα στήριζαν την προσπάθεια για απεμπλοκή από την Μνημονιακή παγίδα της αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης,η μόνη μας υπόσχεση έπρεπε να είναι «Δάκρυα και Αίμα» – δανειζόμενος έκφραση του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Τέτοιες θυσίες, έγραφα, όπως και στα χρόνια τα παλιά, αποτελούνεπένδυση στο μέλλον. Αντίθετα το ΝΑΙ θα οδηγήσει, όπως τα προηγούμενα πέντε χρόνια, σε συνεχείς θυσίες που πέφτουν σε μαύρη τρύπα» σημειώνει.

Κλείνοντας υπογραμμίζει ότι «την Κυριακή οι δανειστές ελπίζουν στο ΝΑΙ για να επιμείνουν κατόπιν στην τιμωρητική, αδιέξοδη, υφεσιακή τους πρόταση για την Ελλάδα, με στόχο την ήττα των αρχών της ουσιαστική δημοκρατίας και εκτός Ελλάδας. Οι έλληνες πολίτες έχουν μοναδική ευκαιρία να πουν ΟΧΙ, δίνοντας στους δανειστές το πράσινο φως για να επιστρέψουν με λογικές προτάσεις. Μόνο έτσι θα υπάρξει έντιμη συμφωνία. Μόνο έτσι θα εκπληρώσουμε το Ευρωπαϊκό μας καθήκον καταδεικνύοντας πως δημοκρατία, κοινό νόμισμα και λελογισμένες οικονομικές πολιτικές συμβαδίζουν».