Skip to main content

Φοροελαφρύνσεις 1,2 δισ. προωθεί η κυβέρνηση

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Κούρου
[email protected]

Ελαφρύνσεις ύψους 1,2 δισ. ευρώ φέρνουν για όλους τους φορολογούμενους οι ανατροπές στο φορολογικό σκηνικό που προωθεί η κυβέρνηση, με στόχο την ανακούφιση πρωτίστως χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων.

Το πακέτο μέτρων αναμένεται να τεθεί από αύριο σε δημόσια διαβούλευση, προκειμένου έως το τέλος του τρέχοντος μηνός να έχει γίνει νόμος του κράτους.

Οι αλλαγές είναι πολλές, με σημαντικότερες τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, την υποχρεωτική συγκέντρωση e-αποδείξεων από όλους ανεξαιρέτως τους φορολογούμενους, με «ποινή» 22% επί του ποσού που δεν θα συγκεντρωθεί, την προσαύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, τα μέτρα για την τόνωση της αγοράς ακινήτων, καθώς φυσικά και το νέο μοντέλο της πάγιας ρύθμισης.

Το συγκεκριμένο πακέτο, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», θα περιλαμβάνει 10+1 ουσιαστικά μέτρα που θα συμβάλουν στην ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος όλων ανεξαιρέτως των φορολογουμένων, αφού, μεταξύ άλλων, θα προβλέπουν τα εξής:

1 Μείωση του εισαγωγικού συντελεστή φορολογίας εισοδήματος στο 9% και αύξηση του αφορολόγητου ορίου για κάθε παιδί, 281 εκατ. ευρώ.

Έτσι, ο εισαγωγικός συντελεστής θα μειωθεί από 22% σε 9% για το τμήμα του εισοδήματος έως 10.000 ευρώ και θα δημιουργηθεί μια νέα προοδευτική φορολογική κλίμακα, με την ταυτόχρονη μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα των φορολογικών συντελεστών που εφαρμόζονται πάνω από τις 20.000 ευρώ. 

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι από τον πρώτο μήνα του 2020 θα διαπιστώσουν μικρή αύξηση στις καθαρές αποδοχές τους, λόγω της μειωμένης παρακράτησης φόρου, ενώ για τους ελεύθερους επαγγελματίες η φορολογική ελάφρυνση, που φθάνει τα 1.300 ευρώ, θα φανεί στην εκκαθάριση των δηλώσεων των εισοδημάτων του 2020. 

2 Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων πλήρους απασχόλησης κατά περίπου μία μονάδα βάσης, 123 εκατ. ευρώ.

3 Μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από 28% στο 24% από τη χρήση του 2019, 566 εκατ. ευρώ.
4 Μείωση της φορολογίας των κερδών που θα διανεμηθούν το 2020 από 10% σε 5%, 69 εκατ. ευρώ.

5 Χορήγηση επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από την 1η Ιανουαρίου του 2020, με εξαιρετικά διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια που καλύπτουν το 90% των οικογενειών, 123 εκατ. ευρώ.

6 Διατήρηση του αφορολόγητου ορίου στα 8.636 ευρώ και με προσαύξηση του συγκεκριμένου ορίου για κάθε παιδί και μέχρι τέσσερα παιδιά.

7 Μετάπτωση στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ του 13% των ειδών βρεφικής ηλικίας και των κρανών ασφαλείας, 12 εκατ. ευρώ.

8 Αναστολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές για τρία (3) έτη και του φόρου υπεραξίας ακινήτων, 26 εκατ. ευρώ.

9 Έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος του 40% των δαπανών για ανακαινίσεις, ενεργειακή και αισθητική αναβάθμιση κτηρίων που εξοφλούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, η οποία δεν θα επιφέρει επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση στον Προϋπολογισμό του 2020.

10 Ηλεκτρονικές αποδείξεις για το 30% του εισοδήματος από όλους τους φορολογούμενους θα «απαιτεί» η εφορία από το 2020. Στο «κυνήγι» των ηλεκτρικών αποδείξεων θα μπουν το επόμενο έτος και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, ενώ στην περίπτωση που θα υπάρχει διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου ορίου δαπανών με πλαστικό χρήμα και δηλωθέντος θα επιβάλλεται φόρος με συντελεστή που θα ανέρχεται στο 22%.

Η εν λόγω αύξηση του ορίου στο 30% κρίθηκε αναγκαία από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, καθώς, όπως πιστοποιείται από τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί, για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ οι ηλεκτρονικές δαπάνες που δηλώνονται ανέρχονται στο 44% του εισοδήματος, για εισοδήματα από 10.000 ευρώ έως 30.000 ευρώ δηλώνονται ηλεκτρονικές δαπάνες κατά μέσο όρο 36% και για τα υψηλότερα το μέσο ποσοστό δαπανών διαμορφώνεται στο 18%.

Είναι λοιπόν φανερό ότι το Δημόσιο με την αύξηση του ανωτέρω ορίου μπορεί να «κερδίσει» περισσότερα, αφού και όσοι φορολογούμενοι δεν πιάσουν το συγκεκριμένο ποσοστό θα καλούνται να πληρώσουν πρόσθετο φόρο 22% στο ποσό που δεν κατάφεραν να καλύψουν με ηλεκτρονικές συναλλαγές, σε σχέση πάντα με το ύψος του εισοδήματός τους.

Σε κάθε περίπτωση πάντως τα στελέχη του υπουργείου μελετούν όπως δοθούν και κίνητρα ειδικά στους ελεύθερους επαγγελματίες για να πραγματοποιούν τις συναλλαγές τους με ηλεκτρονικά μέσα.

11Όσον αφορά τη νέα πάγια ρύθμιση, θα έχει περισσότερες δόσεις, που θα καθορίζονται με βάση το ύψος του εισοδήματος των υπόχρεων και θα είναι έντοκη με επιτόκιο που θα κυμαίνεται από 5% έως 6%.

Οι δόσεις της πάγιας ρύθμισης από την 1η Ιανουαρίου 2020 θα αυξηθούν από 12 για τις τακτικές οφειλές (ΕΝΦΙΑ, φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ κ.ά.) και 24 για τις έκτακτες (φόρος κληρονομιάς κ.ά.), σε 24 και 48 αντίστοιχα. 
 
Κλιμάκωση έκπτωσης φόρου

Για όσους έχουν ένα παιδί, η έκπτωση φόρου θα διαμορφωθεί στα 810 ευρώ, η οποία ουσιαστικά αντιστοιχεί σε αφορολόγητο ύψους 9.000 ευρώ, ενώ θα μειώνεται κατά 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος για όσους έχουν ετήσιες ατομικές αποδοχές άνω των 12.000 ευρώ. Το μεγαλύτερο όφελος έως και 160 ευρώ θα έχουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με αποδοχές έως και 12.000 ευρώ, ενώ από 18.000 ευρώ και πάνω το όφελος θα κυμαίνεται από 20 έως 40 ευρώ.

Για τα δύο παιδιά η έκπτωση φόρου θα ανέρχεται στα 900 ευρώ και θα μεταφράζεται σε αφορολόγητο 10.000 ευρώ. 
Για τα τρία παιδιά η έκπτωση φόρου θα φτάνει στα 1.120 ευρώ και θα μεταφράζεται σε 11.000 ευρώ ατομικού εισοδήματος.
Για τα τέσσερα παιδιά η έκπτωση φόρου θα φτάνει στα 1.340 ευρώ, που σε επίπεδο εισοδήματος μεταφράζεται σε αφορολόγητο 12.000 ευρώ.

Μείωση των NPEs στο 23% «βλέπει» η Morgan Stanley για το 2020
 

To σχέδιο κρατικών εγγυήσεων «Ηρακλής» αναμένεται να απορροφήσει 22 δισ. ευρώ από τον τραπεζικό κλάδο το 2020, μειώνοντας τον δείκτη NPEs στο 23%, από 36% το 2019, αναφέρει η Morgan Stanley σε πρόσφατη έκθεσή της. 

Παράλληλα, η ανάκαμψη του ΑΕΠ και η αύξηση των τιμών των ακινήτων κατά 7% έως 8% αναμένεται να αποτελέσουν σημαντικά στηρίγματα στις προσπάθειες των τραπεζών να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια. 

Η Morgan Stanley εκτιμά ότι θα συνεχιστεί η μείωση των επισφαλειών και από τις τέσσερις τράπεζες τα επόμενα τρίμηνα.
Νέες τιμές-στόχοι

Στην έκθεσή του για τον τραπεζικό κλάδο, ο διεθνής οίκος προχωρά σε αναβάθμιση της σύστασης για την Alpha Bank και σε υποβάθμιση της σύστασης για τη Eurobank, μετά και τις εξελίξεις με το σχέδιο «Ηρακλής». 

Ο οίκος δίνει τιμή-στόχο για την Αlpha Βank στο 1,7 από 1,2 ευρώ, ανεβάζοντας και τη σύσταση σε «equalweight» από «underweight». 

Όπως αναφέρει, η Alpha Bank θα επωφεληθεί περισσότερο από το σχέδιο «Ηρακλής», προχωρώντας στην εκτίμηση πως ο βασικός κεφαλαιακός δείκτης CET1 θα ενισχυθεί περί τις 70 μονάδες βάσης, παρέχοντας στήριξη για πρόσθετη μείωση των NPEs κατά περίπου 1 δισ. ευρώ. 

Ο οίκος αυξάνει την πρόβλεψή του για τα καθαρά κέρδη της τράπεζας το 2021 κατά 24%, με την εκτίμηση για την απόδοση έγχαρτων ιδίων κεφαλαίων (ROTE) στο 6,3%.

Η σύσταση για τη Eurobank διαμορφώνεται σε «equalweight» από «overweight» και η τιμή-στόχος στο 0,9 ευρώ, από 1 ευρώ, με τον οίκο να σημειώνει ότι τα καλά νέα για την τράπεζα είναι ήδη αποτιμημένα στο ταμπλό. Ειδικότερα, εκτιμά ότι ο δείκτης NPEs της τράπεζας θα υποχωρήσει στο 16% φέτος και στο 10% το 2020, με ROTE 8,5% το 2021.

Η Morgan Stanley δίνει νέα τιμή-στόχο για την Τράπεζα Πειραιώς στα 2 ευρώ, από 1,3 ευρώ, διατηρώντας τη σύσταση «underweight». 

Τονίζει ότι, παρά τη βελτίωση στα κεφάλαια, με τον δείκτη CET1 στο 14,6% και τον δείκτη κάλυψης των NPEs στο 48% φέτος, η τράπεζα ίσως δυσκολευτεί να μειώσει τα NPEs, που αναμένεται να διαμορφωθούν στο 48% των συνολικών χορηγήσεων φέτος. 
Η Πειραιώς είναι η φθηνότερη μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, με το T/BV στο 0,3%, βάσει των εκτιμήσεων για το 2020, ωστόσο αναμένεται απόδοση ιδίων κεφαλαίων μόλις στο 3,9% το 2021, καθώς τα NPEs αναμένεται να παραμείνουν αυξημένα.

Σταθερή η ΕΤΕ

Για την Εθνική Τράπεζα, ο οίκος διατηρεί τη σύσταση «overweight» και την τιμή-στόχο των 3,1 ευρώ, σημειώνοντας ότι πλέον η τράπεζα είναι η κορυφαία της επιλογή από τον κλάδο στην Ελλάδα. Σύμφωνα με το βασικό της σενάριο, η μετοχή διαπραγματεύεται με T/BV στο 0,6% βάσει των εκτιμήσεων για το 2020, με την απόδοση ιδίων κεφαλαίων να εκτιμάται στο 8,6% για το 2021.