Skip to main content

Για μια Εκάβη

Από την έντυπη έκδοση 

της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]

Στη βαθιά λύπη δεν υπάρχει χώρος για συναισθηματισμούς. Η ύπαρξή της πόνος. Μεγάλος, βουβός. Ο θεός του παραλόγου στέκεται δίχως έλεος απέναντί της. Όλα όσα έφερε σε αυτή τη ζωή πρέπει να τα δώσει πίσω, όλα όσα θυσίασε δεν είναι αρκετά, οι συμφορές σωριάστηκαν πάνω της σαν να ήταν αυτή να τιμωρηθεί για όλα τα κακά που έχουν διαπράξει οι άνθρωποι, σαν να ήταν αυτή να φανερώσει την αντοχή του ανθρώπινου γένους.

Μια ιστορία οδύνης, χωρίς την τραγωδία του πολέμου. Υπάρχει άραγε κάτι που θα μπορούσε να φέρει ισορροπία σε τέτοιο δράμα; Μόνο η ίδια, που κάνει το συγκεκριμένο γενικό, χωρίς κραυγή ή οργή. Πώς μπορεί;

Η ψυχή της δεν αλλοιώθηκε από τη φρίκη. Έχει ένα γλυκό -όχι γλυκερό- λόγο για τους ανθρώπους που συμπαραστέκονται στο πένθος της. Βρήκε το κουράγιο να πει «ευχαριστώ» για την αγάπη που υπάρχει γύρω.

Έχει έγνοια για τους άλλους και ευχές «για όλα τα καλά». Φως. Που μπροστά του σκύβεις το κεφάλι.

Όχι από οίκτο ή καταθλιπτικό καταναγκασμό. Δεν είναι για λύπηση ένας άνθρωπος ευγενής. Ούτε όμως και άλλοθι δυνατών τε και αδυνάτων, για ιδεολογία, καταγγελία και πολιτικολογία.

Μένει εντός του λόγου και της ηπιότητας, αιφνιδιάζοντας. Εκτός βαρβαρότητας. Εκτός κατανάλωσης του μαρτυρίου, εκτός ιεροποίησης του πόνου.

Θεέ μου, πώς διαχειρίζεται κανείς τη μεγάλη απώλεια;

Σπαρακτικά στεγνά ή με ολολυγμούς, δημόσια ή ιδιωτικά; Όποια και να είναι η απάντηση, κανένα τραύμα μάλλον δεν επούλωσε η προσωπική της συντριβή, που διαθλάται στον καθρέφτη της συλλογικής μοίρας, αλλά αν, έστω για μια στιγμή, ένας άνθρωπος είδε τον κόσμο αλλιώς, εξαιτίας της, τότε δεν είναι όλα εντελώς μάταια.

Έστω και αν η σκέψη των αγαπημένων που χάθηκαν μείνει μαζί μας κι όταν στεγνώσει το δικό μας μάγουλο.

Τώρα, σιωπή. Στη χώρα του πόνου, ο καθένας μας είναι μόνος.