Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Οι Μπόρις Τζόνσον, Νάιτζελ Φάρατζ, Μάικλ Γκόουβ, που ηγήθηκαν της εκστρατείας του Brexit, αλλά και το δίδυμο Τερέζα Μέι – Ντέιβιντ Ντέιβις, που ανέλαβαν να το φέρουν εις πέρας, είναι πολύ διαφορετικές προσωπικότητες.
Απέχουν σε ύφος, ρητορική, πρακτική. Αν, όμως, υπήρχε ένα κοινό σημείο στη στάση τους έως πρόσφατα, αυτό ήταν η υπερβολική αυτοπεποίθηση. Εμφανίζονταν τόσο σίγουροι πως η Βρετανία θα διασπάσει το μέτωπο των 27 κρατών-μελών, πως θα εξασφαλίσει πριν ακόμη βγει από την πόρτα συμφωνίες με τρίτες χώρες και πως το μέλλον εκτός της Ένωσης διαγράφεται ευοίωνο, που η όποια προετοιμασία ήταν περιττή.
Οι φωτογραφίες, που είχαν δει το φως της δημοσιότητας από τις πρώτες συναντήσεις των ομάδων Μπαρνιέ και Ντέιβις, ήταν αποκαλυπτικές. Στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, τα μέλη της κοινοτικής ομάδας είχαν μπροστά τους δεκάδες έγγραφα, ενώ εκείνα της βρετανικής μοιράζονταν ένα στιλό και ένα σημειωματάριο. Τότε οι Βρετανοί διεμήνυαν πως δεν θα πληρώσουν «ούτε λίρα» για την έξοδο. Προειδοποιούσαν πως εάν η Ε.Ε. επιμείνει στην απαίτηση να προσδιοριστούν πρώτα ο λογαριασμός και τα δικαιώματα των πολιτών της στη Βρετανία και μετά να αρχίσει η συζήτηση για την εμπορική συμφωνία, θα αποχωρήσουν από τις συνομιλίες.
Οι τελευταίες πληροφορίες θέλουν το Λονδίνο να επιδιώκει συμβιβασμό στο θέμα του λογαριασμού και τα δικαιώματα των πολιτών. Και παρόλο που η πρωθυπουργός διαμηνύει ότι το 2019 η χώρα θα είναι εκτός ενιαίας εσωτερικής αγοράς, ο υπουργός Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, θέλει να διατηρηθούν δικαιώματα πρόσβασης. Επιμένει δε για τη διασφάλιση ενός μεταβατικού σταδίου έως το 2022. Ακόμη και οι οπαδοί του σκληρού Brexit αναγνωρίζουν πλέον την αναγκαιότητά του, ρίχνοντας τους τόνους και τον πήχη των προσδοκιών.
Οι Brexiteers αγαπούν την Ιστορία. Την επικαλούνται συχνά για να μιλήσουν για τις ιδιαιτερότητες των Βρετανών έναντι των άλλων Ευρωπαίων, για να υποστηρίξουν το όραμά τους για μία νέα «αυτοκρατορία». Ίσως λοιπόν το τελευταίο διάστημα να θυμούνται και ένα φιάσκο του 19ου αιώνα: Όταν ο Σερ Γουότκιν αντίκρισε τον Πύργο του Άιφελ το 1889, αποφάσισε ότι το Λονδίνο θα πρέπει να αποκτήσει τον δικό του πύργο. Κατατέθηκαν 68 προτάσεις, όλες άκρως φιλόδοξες και το σχέδιο που επελέγη, περίπου 50 μέτρα ψηλότερο από τον Άιφελ, άρχισε να κατασκευάζεται το 1894. Όταν ο Πύργος του Γουότκιν έφτασε λίγο πάνω από τα 45 μέτρα, η ανέγερση διεκόπη για οικονομικούς λόγους. Δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.