Από την έντυπη έκδοση
Ο Πολ Κρούγκμαν θυμήθηκε την καταστροφή της Καρχηδόνας από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για να περιγράψει τη θέση της Αθήνας έναντι των Βρυξελλών και του Βερολίνου. Αλλοι κατέφυγαν στο Blietzkrieg, την τακτική των αιφνιδιαστικών επιθέσεων που εφάρμοσαν οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, για να εξηγήσουν αναπάντεχες ανατροπές στη στάση και των δύο πλευρών.
Οι περισσότεροι ευχήθηκαν απλώς να αποτραπεί ένα θερμό επεισόδιο, εκτιμώντας ότι οι «αντίπαλοι» θα αποφύγουν να φτάσουν στα άκρα φοβούμενοι έναν «πυρηνικό όλεθρο».
Η τελευταία συνεδρίαση του Εurogroup και εν γένει το κλίμα που επικρατεί στις διαπραγματεύσεις της ελληνικής πλευράς με τους εταίρους, προσφέρει εύκολη τροφή για πολεμικές μεταφορές και παραλληλισμούς με καταστάσεις του παρελθόντος, που οι Ευρωπαίοι θα ήθελαν να ξεχάσουν.
Οι σχολιαστές -επικριτικοί και προς τις δύο πλευρές- αρέσκονται να χρησιμοποιούν υπερβολές που γοητεύουν το κοινό.
Οταν, όμως, έχεις φτάσει στο σημείο η πλειονότητα να αναγνωρίζει ως το πλέον «αισιόδοξο» σενάριο τον «ψυχρό πόλεμο» και το δόγμα της «αμοιβαίας αποτροπής», τότε κάτι πηγαίνει πολύ λάθος. Εχουμε να κάνουμε με μία διαπραγμάτευση εντός της Ενωσης των εταίρων (που παρά τις όσες αδυναμίες, ελλείψεις, αστοχίες έχει στηριχθεί διαχρονικά στην ικανότητα συμβιβασμού);
Ή μήπως τελικά «εδώ είναι Βαλκάνια» με τον κάθε λαό να θυμάται το ηρωικό του παρελθόν και τις μεγάλες ιδέες;
Υποστηρίζεται συχνά πως στην Ελλάδα κουλτούρα συμβιβασμού δεν υπάρχει, με αποτέλεσμα η έννοια να έχει πρωτίστως αρνητικό χαρακτήρα – ταυτιζόμενη από ορισμένους με επαίσχυντη υποχώρηση, ακόμη και προδοσία. Δύσκολα μπορεί να το αρνηθεί κανείς αυτό.
Την ίδια αδυναμία εμφανίζει, ωστόσο, τις τελευταίες ημέρες και η απέναντι πλευρά, αυτή των κρατών-μελών, που επιμένει σε παράταση του μνημονίου και όχι σε πρόγραμμα-γέφυρα, σε τήρηση των όσων έχουν ήδη συμφωνηθεί και όχι σε νέο συμβόλαιο.
«Ακατανόητη» η στάση τους σχολίασαν πολλοί, ξεχνώντας ίσως ότι οι κυβερνήσεις των κρατών αυτών έχουν επίσης να απευθυνθούν στο δικό τους εθνικό ή και κομματικό κοινό.
Σε πολίτες και ψηφοφόρους, από τους οποίους έχουν ζητήσει και εξακολουθούν να ζητούν μεγάλες θυσίες, ακόμη κι αν δεν υπάγονται σε πρόγραμμα.
Ακόμη κι αν έχουν σπάσει τα δεσμά του μνημονίου, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, οι οποίες παραμένουν ακόμη και τώρα σε γραμμή «αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας».
Είναι προφανές πως η διαπραγμάτευση είναι πρωτίστως πολιτική και δευτερευόντως οικονομική.
Και γι’ αυτό ακριβώς απαιτεί περισσότερη ευελιξία. «Απουσιάζει η ωριμότητα», παρατηρούσε Αμερικανός αναλυτής, παρομοιάζοντας Αθήνα και εταίρους ως παιδιά του δημοτικού που τσακώνονται για τις λέξεις. Μόνο που τα παιδιά στο σχολείο μαθαίνουν πρώτα το μάθημα και μετά έρχεται το τεστ.
Στην πολιτική και τη ζωή εν γένει, σπάνια έχεις αυτή την πολυτέλεια. Τα πράγματα ακολουθούν συνήθως αντίστροφη πορεία. Περνάς τη δοκιμασία για να μάθεις το μάθημά σου. Μπορείς μόνο να ελπίζεις ότι το μάθημα δεν θα είναι υπερβολικά σκληρό.
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ – [email protected]