Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Εναν μύθο θα σας πω, που δεν τον μάθαμε παιδιά. Μια φορά κι έναν καιρό, τον 11 μ.Χ. αιώνα θαρρώ, υπήρχε ένα κρατίδιο που το λέγανε Λανγκντόκ.
Αρκετοί ήταν οι γεωγράφοι που το παρομοίασαν με ένα αμφιθέατρο με θέα προς τη θάλασσα. Οι κάτοικοί του δεν τα είχαν κάνει θάλασσα. Ευημερούσαν, είχαν εύφορα εδάφη και ανέφελη βίωση. Είχαν και μια περίεργη δική τους γλώσσα, τη γλώσσα του Οκ, (langue d’oc), από το βεβαιωτικό μόριο οκ (= ναι), σε αντίθεση με το γαλλικό «ουί» και το ιταλικό «σι», γλώσσες πάντως συγγενείς, με τις οποίες μοιράζονταν στοιχεία.
Αλλο στοιχείο χαρακτηριστικό του Λανγκντόκ ήταν οι πολλοί τροβαδούροι του. Κάποτε, όμως, λαβώθηκαν οι ανέμελες μέρες. Ταυτόχρονη επίθεση από στρατεύματα από Γαλλία και Ιταλία προετοιμάζονταν.
Οταν οι κάτοικοι μαθαίνουν ότι κίνησαν οι εχθροί, δεν οργανώνουν καμία άμυνα. Σκέφτηκαν ότι οι άλλοι είναι πολλοί, οργανωμένοι και πάνοπλοι, αφέθηκαν στις πλατείες και τραγουδώντας περίμεναν την καταστροφή. Η οποία δεν άργησε.
Ο Γάλλος μουσικός ερευνητής Claude Marti βρήκε παλιά χειρόγραφα με στίχους από τους τροβαδούρους του Λανγκντόκ της εποχής, βρήκε και κάποιες παρτιτούρες, και όργανα παλιά, και έφτιαξε με τους συνεργάτες του μια συλλογή τραγουδιών, με τον τίτλο «L’agonie du Languedoc» (Η αγωνία του Λανγκντόκ).
Τι σχέση έχουν όλα αυτά τα θαυμαστά μ’ εμάς, στο μικρό χωριό, το ελληνικό, και στο μεγαλύτερο, το ευρωπαϊκό; Δεν χρειάζεται να είσαι σκηνοθέτης για να βρεις το ρακόρ, τη σύνδεση των πλάνων, που βγαίνουν όλα πλάνες.
Αγωνία; Μόνο κάτι σκόρπιες, αδέσποτες προειδοποιήσεις για «δυνάμεις στην Ε.Ε. που επιδιώκουν να μας απομακρύνουν τους μεν από τους δε. Οφείλουμε να το αποφύγουμε αυτό, καθώς οι συνέπειες θα ήταν δραματικές».
Αγωνία; Μόνο τεχνάσματα για να στραφεί η προσοχή μακριά από τα νέα θραύματα. Της στάμνας… τα περάσματα, όπως ίσως θα τραγουδούσαν και στο Λανγκντόκ.