Skip to main content

Γολγοθάς περιμένει το ευρώ – Αργεί η Ανάσταση

Σε διαρκή υποτίμηση έναντι του δολαρίου καθώς η ΕΚΤ προβλέπεται να αναγκαστεί σε βαθύτερες μειώσεις επιτοκίων από τη Fed

Όταν ανακοινώθηκαν χθες τα κατώτερα των προσδοκιών στοιχεία για την απασχόληση στις ΗΠΑ, οι δείκτες στη Wall Street επιδόθηκαν σε ράλι. Οι πανηγυρισμοί των επενδυτών ήταν αποκαλυπτικοί των προσδοκιών ότι καθώς η αγορά εργασίας κατεβάζει ελαφρώς ταχύτητα (παραμένοντας πάντως ισχυρή) και οι πληθωριστικές πιέσεις αποκλιμακώνονται, η Federal Reserve θα προβεί σε μείωση των επιτοκίων αυτό το καλοκαίρι.

Ακόμη και εάν αυτές οι εκτιμήσεις επιβεβαιωθούν, καθώς η αμερικανική οικονομία έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ανθεκτική στο υψηλό κόστος δανεισμού, δεν αποκλείεται να δούμε την αμερικανική κεντρική τράπεζα να περιορίζεται μόνο σε μία μείωση φέτος. Και αυτό μας αφορά όλους. Οι κινήσεις στην επιτοκιακή πολιτική έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και δη σε αυτή του ευρώ έναντι του δολαρίου. 

Ανθεκτική η αμερικανική οικονομία, αναιμική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη

Στην Ευρώπη η εικόνα δεν είναι εξίσου ανθηρή με τις ΗΠΑ. Η UBS στην πρόσφατη έκθεσή της υπολογίζει ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα μεγεθυνθεί μόλις κατά 0,6% το 2024 (με πτωτικό μάλιστα κίνδυνο, δηλαδή ενδεχόμενο να εμφανίσει ακόμη χαμηλότερη επίδοση), για να ανακάμψει στο 1,2% το 2025 – χρονιά κατά την οποία και ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στον στόχο του 2%. Αντιθέτως για την αμερικανική οικονομία περιμένει ανάπτυξη 2,3% φέτος και 1,4% την επόμενη χρονιά.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά για τη νομισματική πολιτική; Ότι η ΕΚΤ θα αναγκαστεί σε πολύ βαθύτερες μειώσεις επιτοκίων από τη Fed φέτος και την επόμενη χρονιά, με αποτέλεσμα το ευρώ να βρεθεί υπό ισχυρή πίεση έναντι του δολαρίου. Ήδη το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα έχει υποτιμηθεί πάνω από 4% έναντι του αμερικανικού από τις αρχές του έτους, με την ισοτιμία στο 1,07 δολ. ανά ευρώ.

Πιο δραστικές μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ

Η UBS υπολογίζει ότι το βασικό αμερικανικό επιτόκιο, που αυτή τη στιγμή έχει οριστεί στο εύρος 5,25% με 5,50% θα είναι στο 5% στα τέλη του 2024, με μεγαλύτερες μειώσεις να έρχονται το 2025, όταν και θα έχει κατεβάσει ταχύτητα η αμερικανική οικονομία. Ακόμη και έτσι στα τέλη της επόμενης χρονιάς τα αμερικανικά επιτόκια θα είναι στο 3,25% – δηλαδή μία μονάδα υψηλότερα από ό,τι υπολογίζεται ότι θα είναι τα επιτόκια του ευρώ.

Η UBS βλέπει μείωση του καταθετικού επιτοκίου στην Ευρωζώνη κατά 75 μονάδες βάσης φέτος (τρεις μειώσεις των 25 μονάδων βάσης, όπως εκτιμά και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας), προκειμένου να προσγειωθεί στο 3,25%.

Βλέπει δε επιπλέον μείωση 100 μονάδων βάσης μέσα στο 2025, με το επιτόκιο να οδηγείται έως το τέλος της επόμενης χρονιάς στο 2,25%.

Το στήριγμα σε τουρισμό, εξαγωγές και η παγίδα

Αυτό σημαίνει ότι το ευρώ θα παραμένει καθόλη τη διάρκεια του επόμενου 12μηνου και ίσως ακόμη περισσότερο σε μειονεκτική θέση έναντι του δολαρίου, «τρώγοντας» την αγοραστική δύναμη των ευρωπαϊκών νοικοκυριών, αλλά και προσφέροντας με την υποτίμησή του στήριγμα σε δύο σημαντικούς τομείς: στον τουρισμό και στις εξαγωγές.

Υπάρχει όμως και μία παγίδα, στην οποία θα πρέπει να προσέξει η Ευρώπη να μην πέσει. Οι ΗΠΑ δεν είναι καθόλου ευχαριστημένες από τη διαρκή ανατίμηση του δολαρίου, αφού γνωρίζουν πολύ καλά ότι το ισχυρό νόμισμα σημαίνει πιο αδύναμες εξαγωγές.

Όσο το δολάριο ενισχύεται τόσο θα πληθαίνουν και οι φωνές που θα ζητούν έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα (στη μορφή αύξησης δασμών κτλ). Αν η Ευρώπη συρθεί σε έναν τέτοιο «πόλεμο», τότε θα δει την οικονομία της να δέχεται ακόμη ισχυρότερο πλήγμα.

Γιατί το ισχυρό δολάριο είναι επικίνδυνο για τον κόσμο

Το σενάριο της απόλυτης ισοτιμίας 1:1

Ανεξάρτητα από το πώς θα καταλήξουν στη ζυγαριά οφέλη και μειονεκτήματα από ένα φθηνό ευρώ, το σενάριο της απόλυτης ισοτιμίας του έναντι του δολαρίου (1:1) έχει έρθει δυναμικά στο προσκήνιο και πιθανότατα θα γίνει πραγματικότητα μέσα στον επόμενο χρόνο.

Αξίζει να θυμίσουμε ότι η τελευταία φορά που είχαμε απόλυτη ισοτιμία των δύο νομισμάτων ήταν το τρίτο τρίμηνο του 2022. Και τότε είχαμε απόκλιση στην επιτοκιακή πολιτική, με τη Fed να αυξάνει τα επιτόκια νωρίτερα και πιο δυναμικά από την ΕΚΤ, ενώ είχαμε τον επιπλέον παράγοντα της ενεργειακής κρίσης στην οποία είχε βυθιστεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τις ΗΠΑ η Ευρωζώνη.