Νέες «αδικαιολόγητες επιθέσεις της κυβέρνησης κατά της Δικαιοσύνης» διαπιστώνει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, μετά την κρίση του ΣτΕ επί του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.
«Η χθεσινή απόφαση του ΣτΕ, που εκδόθηκε στα πλαίσια της εγγυητικής λειτουργίας της Δικαστικής εξουσίας, που ανατίθεται μόνο σε αυτήν από το Σύνταγμα, προκάλεσε άλλη μία φορά αδικαιολόγητες επιθέσεις της κυβέρνησης κατά της Δικαιοσύνης, πρώτη φορά όμως τόσο έντονες, με σαφή προσπάθεια να εντάξει τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της στην πολιτική αντιπαράθεση» αναφέρει η Ένωση σε ανακοίνωσή της.
Ειδικότερα, με αφορμή τη σκληρή δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου Όλγας Γεροβασίλη, αφότου έγινε γνωστή η κρίση του δικαστηρίου, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σημειώνει:
«Κατηγορήθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο για τις αποφάσεις του στα Μνημόνια, το “κούρεμα” των ομολόγων, τη διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, σαν να είναι αυτό που νομοθετεί και όχι οι μέχρι σήμερα Κυβερνήσεις που επέβαλαν τα δυσβάσταχτα για την κοινωνία μέτρα. Επιρρίπτεται ευθύνη στο Δικαστήριο διότι δεν υπολόγισε τις συνέπειες που προκαλεί η κήρυξη της αντισυνταγματικότητας του συγκεκριμένου νόμου και γιατί παρεμποδίζει με την απόφασή του την άσκηση της οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης».
Η Ένωση τονίζει πως «βασική και θεμελιώδης υποχρέωση των Δικαστών είναι να κρίνουν τις υποθέσεις με βάση το Σύνταγμα χωρίς να υπολογίζουν σκοπιμότητες και πολιτικές επιδιώξεις». Επισημαίνει πως «μία Δικαιοσύνη με άλλη κατεύθυνση θα ήταν πολύ επικίνδυνη για τη Δημοκρατία μας και για το Κράτος Δικαίου».
Προσθέτει πως ο οικονομικός σχεδιασμός και ο τρόπος εξεύρεσης των απαραίτητων κονδυλίων για τη λειτουργία των κρατικών δομών είναι ευθύνη της κυβέρνησης, «ενώ καθήκον δικό μας είναι η διαφύλαξη της Συνταγματικής νομιμότητας».
«Στη Δημοκρατία δεν νοείται κανενός είδους αντιπαλότητα μεταξύ των εξουσιών. Η ομαλή λειτουργία των θεσμών προϋποθέτει κατανόηση του διακριτού ρόλου της κάθε εξουσίας και εγκατάλειψη κάθε προσπάθειας χειραγώγησης της μιας από την άλλη» καταλήγει.