Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Αυστηρή η κρίση φίλων -πληθυντικός…- της στήλης για την επιλογή να επικεντρωθεί το σημείωμα της περασμένης Πέμπτης 30 Απριλίου και σε ημέρες συζήτησης πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, αλλά και ανακοίνωσης του νέου πλέγματος μέτρων για στήριξη του ανοίγματος/επανεκκίνησης της οικονομίας, στις κάποιες θετικές αλλαγές που αφήνουν πίσω οι εβδομάδες του lock-down.
Η (φιλική) καταγγελία: όταν βλέπουμε καθημερινά να βαθαίνει η οικονομική διακινδύνευση και να πλησιάζει μια χωρίς προηγούμενο ύφεση -όχι μόνον εδώ, αλλά βαρύτερα απ’ ό,τι αλλού στην εξαντλημένη Ελλάδα-, όταν η κολοκυθιά για τον ρυθμό υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας συγκεντρώνεται προς το 10% (και απλώς δίνεται πάλι ένα ευνοϊκότερο σενάριο, έτσι για το καλό!) με τις προοπτικές ανεργίας πάνω από το 20%, όταν ο βορειοευρωπαϊκός εγωισμός κάνει την καγκελάριο Μέρκελ (μετά τη θεραπαινίδα της πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν) να αποθαρρύνει τον εκτός της χώρας της τουρισμό -και ποια χώρα της Ε.Ε. έχει τη μεγαλύτερη τουριστική εξάρτηση;-, όταν ακόμη και ο ΥΠΟΙΚ Χρήστος Σταϊκούρας ευθέως αναγνωρίζει ότι «ούτε ένα ευρώ δεν έχει ακόμη φθάσει από την Ευρώπη» ως στήριξη της Ελλάδας, τι νόημα έχει να αναζητούμε θετικές ενδείξεις;
Κάθε θετική ένδειξη είναι χρήσιμη προκειμένου να μαζέψουμε όχι δημοσκοπική αποδοχή των μέτρων προστασίας ή/και αισιοδοξίας, αλλά αληθινές αντοχές μπροστά σ’ εκείνο που μας έρχεται! Σε εμάς, τους πολίτες. Όχι στην όποια κυβέρνηση ή/και στην πολιτική τάξη ή/και τους υπευθύνους. Δείγμα του πόσο υπονομευμένο είναι το έδαφος στο οποίο επιχειρούνται τώρα τα πρώτα βήματα ανοίγματος είναι η (ήπια) υποβάθμιση όχι του αξιόχρεου, πάντως των προοπτικών/outlook της ελληνικής οικονομίας (από θετικές σε σταθερές): Fitch, S&P και DBRS έκαναν αυτό το βήμα – όχι γιατί προέκυψε κάποια διεξοδική αξιολόγηση, αλλά γιατί ήδη η καταβύθιση της οικονομίας με το lock-down οδηγεί τον λόγο χρέους/ΑΕΠ άνω του 200%, απλά μαθηματικά. Και είναι αλήθεια ότι η επιδείνωση του δείκτη αυτού θα παρατηρηθεί για όλες τις χώρες, όμως ξεκινώντας ήδη με 180% η Ελλάδα είναι στο κόκκινο/βαθυκόκκινο. Όσο κι αν αυξάνονται οι εκκλήσεις διεθνώς για σπάσιμο του ταμπού του debt overhang/της υπερχρέωσης, για την Ελλάδα το σασπένς είναι μεγαλύτερο.
Με ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση σασπένς θα παρακολουθούμε το πώς θα αξιολογηθεί η θέση των συστημικών τραπεζών, όπου ήδη «πάγωσαν» οι τιτλοποιήσεις δανείων που βρίσκονται ήδη στα χαρτοφυλάκιά τους και αναμένεται με αρκετή ανησυχία ο ρυθμός απορρόφησης όχι μόνον των ζημιών εκείνων, αλλά και των διαγραφόμενων τώρα στον ορίζοντα, από τα νέα NPLs της κρίσης κορονοϊού: να είναι μόνον 5%-10% πρόσθετα;
Όσο, πάντως, θα ξετυλίγονται τώρα τα μέτρα για επανεκκίνηση της οικονομίας -με μείωση φόρων και εισφορών (ιδίως ΦΠΑ στην εστίαση και στο τουριστικό προϊόν), με πρόσθετη ρευστότητα στις επιχειρήσεις/κρατικά επιδοτούμενα δάνεια, με επιτάχυνση δημοσίων έργων (ολοκλήρωση όσων σέρνονται, κυρίως…) και με αξιοποίηση του εργαλείου των ιδιωτικοποιήσεων προκειμένου να ξεπαγώσουν ιδιωτικές επενδύσεις- και όσο θα συνεχίζονται μέτρα της πρώτης έκτακτης ανάγκης όπως η αποζημίωση ειδικού σκοπού (με διόρθωση των πολυάριθμων σφαλμάτων) και οι αναστολές οφειλών ή η έκπτωση 40% του ενοικίου, τόσο μια βαθύτερα διαταρακτική αδυναμία θα γίνεται εμφανής. Ή δεν θα γίνεται, επειδή δύσκολα αντέχεται!
Σε τι αναφερόμαστε; Στο ότι ο βαθμός ανασφάλειας και η επίπτωση της κρίσης χωρίζει -πάλι, ακόμη πιο διαβρωτικά- στους «εντός» και τους «εκτός» συστήματος. Δείτε: ο μεγαλύτερος συμπαγής πληθυσμός της χώρας, οι συνταξιούχοι, δεν αγγίχτηκαν εισοδηματικά, ούτε σε επίπεδο ανασφάλειας. Ο άλλος πληθυσμός, των δημοσίων υπαλλήλων και εκείνων του ευρύτερου δημοσίου τομέα, παρομοίως. Πηγαίνοντας παρακάτω, στον κυρίως ιδιωτικό τομέα, οι εργαζόμενοι εκείνοι που θεωρούν εαυτούς «εντός» συστήματος (τι ποσοστό του συνόλου;) μπορεί να μην κατέγραψαν εισοδηματική υποχώρηση, αλλά από ανασφάλεια – άσε καλύτερα! πλην αν παράγουν μάσκες.
Απ’ εκεί και πέρα, στο έδαφος των 800άρικων και των 600άρικων (άνευ vouchers…) και των 400άρικων, η εγκατάσταση στον χώρο των «εκτός» συστήματος πόσο αντιμετωπίζεται με την επιδοματική μέριμνα; Και η ένταση της εργασιακής ανασφάλειας, η εκ περιτροπής ή μειωμένη εργασία και η ποιότητα π.χ. της τηλεργασίας πώς θα λειτουργήσει όσο θα περνούν οι εβδομάδες; Για να μη φτάσουμε στις ηλικίες των 18-25 (ή και -28) όπου ακόμη και οι ευκαιριακές απασχολήσεις αποδομήθηκαν.
Μπορεί ο συμπαθής Χρ. Σταϊκούρας να προσδοκά ότι η ύφεση ενός 5%-10% του ΑΕΠ θα συγκρατηθεί προς το ηπιότερο με τα 12,5 ή 17,5 ή 24 δισ. σε μέτρα. Όμως αυτή η διάσταση πώς προσεγγίζεται;