Skip to main content

Κανείς δεν είναι ασφαλής μέχρι να είναι όλοι

Από την έντυπη έκδοση

Του Μοχάμεντ Α. Ελ Εριάν *

Aναγνωρίζοντας ότι «κανείς δεν είναι ασφαλής έως ότου όλοι είναι ασφαλείς», το G7 ανακοίνωσε πρόσφατα πρόσθετα βήματα για να διευκολύνει παγκοσμίως «μια πιο προσιτή και δίκαιη πρόσβαση στα εμβόλια, στις θεραπείες και στις διαγνώσεις» για την καταπολέμηση του Covid-19.

Ωστόσο, η «μετάφραση» της δηλωμένης πρόθεσης για αποτελεσματική δράση θα απαιτήσει τόσο μια τολμηρή πολιτική ηγεσία στο εσωτερικό των χωρών όσο και στήριξη στις αναπτυσσόμενες χώρες, κάτι που υπερβαίνει την οικονομική βοήθεια. Το να γίνει σωστά δεν θα είναι εύκολο, όμως η προσπάθεια είναι απαραίτητη εάν οι πλούσιες χώρες θέλουν να αποφύγουν μια νοοτροπία οχύρωσης σε ένα φρούριο.

Η τρέχουσα ανισότητα στη διαθεσιμότητα και στη χρήση εμβολίων είναι έντονη. Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες, μόνο δέκα χώρες αντιπροσωπεύουν το 75% του συνολικού εμβολιασμού για τον Covid-19 μέχρι στιγμής. Σε περισσότερες από 130 χώρες δεν έχει χορηγηθεί καν μία δόση.

Βοήθεια 7,5 δισ. δολ. από το G7

Λόγω αυτής της ανισότητας, το G7 συμφώνησε να ενισχύσει τη βοήθεια που σχετίζεται με την πανδημία στα 7,5 δισ. δολάρια και παρότρυνε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένων αυτών του G20 και των πολυμερών οργανισμών, να ενισχύσουν τη στήριξή τους στις αναπτυσσόμενες χώρες, μέσω είτε της διευκόλυνσης COVAX είτε της πρόσβασης στην πρωτοβουλία Access to Covid-19 Tools Accelerator.

Αυτές οι δράσεις δεν είναι μόνο σωστές, λαμβάνοντας υπόψη τους σημαντικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες· είναι επίσης προς το συμφέρον των ανεπτυγμένων χωρών. Εάν στον υπόλοιπο κόσμο δεν καταπολεμηθεί σωστά ο ιός, οι νέες μεταλλάξεις θα πολλαπλασιαστούν και θα φέρουν αντιμέτωπες τις αναπτυγμένες οικονομίες με μια φαινομενικά ατελείωτη σειρά πιθανών άσχημων σεναρίων.

Υπάρχει ο κίνδυνος της «εισαγωγής» των νέων μεταλλάξεων που θα ξεπεράσουν τα υπάρχοντα εμβόλια και θα ανανεώσουν τους φοβερούς κύκλους των νέων κρουσμάτων, της νοσηλείας, των θανάτων και των lockdowns. Ήδη η μάχη ενάντια στον Covid-19 έχει γίνει πιο δύσκολη μετά την εμφάνιση των νέων μεταλλάξεων, όπως τα στελέχη της Αγγλίας και της Νότιας Αφρικής. Ευτυχώς, ωστόσο, παρόλο που αυτές οι μεταλλάξεις έχουν ενισχύσει την ταχύτητα μετάδοσης, φαίνεται ότι δεν έχουν εκτροχιάσει την αποτελεσματικότητα των θεραπειών και των εμβολίων.

Η ελαχιστοποίηση του κινδύνου στις ακόμη πιο αποσταθεροποιητικές μεταλλάξεις είναι ζωτικής σημασίας, εάν οι χώρες επιθυμούν να γυρίσουν σελίδα σε ένα σοκ που έχει καταστρέψει ζωές και οικονομίες. Η εναλλακτική λύση είναι να υιοθετηθεί μια προσέγγιση για τα σύνορα.

Η κατάσταση δεν είναι πια μια κούρσα για δύο. Επί του παρόντος όλοι ευελπιστούμε ο εμβολιασμός να καταπολεμήσει όχι μόνο τον αρχικό ιό, αλλά και τις νέες μεταλλάξεις. Εάν αυτό δεν συμβεί, πολλές χώρες -και ιδίως εκείνες που έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μείωση των κρουσμάτων και στη χορήγηση εμβολίων- θα αντιμετωπίσουν επανειλημμένα μια δύσκολη επιλογή: είτε να κινδυνεύσουν από μια νέα παραλλαγή από το εξωτερικό είτε θα πρέπει να περιορίσουν απότομα την εσωτερική και εξωτερική ροή στους πολίτες και στους επισκέπτες. Καμία από τις επιλογές αυτές δεν θα ήταν εύκολα βιώσιμη.

Ο δρόμος της Κίνας

Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους η βοήθεια στους άλλους στον αγώνα τους κατά του Covid-19 αποτελεί εθνική προτεραιότητα, ιδίως για τις δυτικές χώρες και τους συμμάχους τους. Ήδη η Κίνα έχει ενισχύσει την επιρροή και τη θέση της στον αναπτυσσόμενο κόσμο, τόσο άμεσα, μέσω της «διπλωματίας της μάσκας» (παρέχοντας δωρεάν μάσκες προσώπου για τη μείωση της μετάδοσης του ιού), όσο και έμμεσα, δείχνοντας ότι το μοντέλο διακυβέρνησής της είναι πιο αποτελεσματικό απ’ ό,τι των δυτικών χωρών, ξεπερνώντας τις απρόβλεπτες αντιξοότητες.

Επί της παρούσης, η Κίνα είναι απασχολημένη με το να προσφέρει εμβόλια, όπως και η Ρωσία. Η Πλατφόρμα Ιατρικών Προμηθειών της Αφρικής, για παράδειγμα, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η Αφρικανική Ένωση είχε λάβει 300 εκατομμύρια δόσεις του ρωσικού εμβολίου Sputnik V, μαζί με χρηματοδότηση για τις χώρες που τη χρειάζονται.

Μια αποτελεσματική προσέγγιση του G7 για να γίνει ο εμβολιασμός πιο προσιτός στις αναπτυσσόμενες χώρες, θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της αίσθησης ότι δεν μπορεί να καταστεί δυνατός σε παγκόσμιο στάδιο. Είναι επίσης σύμφωνη με τον στόχο της κυβέρνησης Μπάιντεν για μια εκ νέου εμπλοκή της στα παγκόσμια δρώμενα.

Η αποτελεσματικότητα του G7 σε αυτόν τον τομέα συνεπάγεται κάτι περισσότερο από το να ανταποκριθεί στην πιο πρόσφατη δέσμη των σημαντικών του υποσχέσεων. Ο χρόνος είναι ουσιαστικής σημασίας, είτε για τη διάθεση της οικονομικής βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες είτε για τη δωρεά κάποιων από τις αναμενόμενες και ήδη εξασφαλισμένες υπερβολικές δόσεις των αναπτυγμένων χωρών.

Δύο τρόποι στήριξης

Το G7 πρέπει επίσης να κάνει ένα βήμα περισσότερο από αυτή τη βοήθεια με τουλάχιστον δύο τρόπους. Πρώτον, όπου απαιτείται και όταν τους ζητηθεί, οι χώρες μέλη θα πρέπει να παρέχουν τεχνική βοήθεια και υλικοτεχνική υποστήριξη για να ξεπεραστούν οι μικρές αποτυχίες που διαταράσσουν τις τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού (μια «ατέλεια» που υπονόμευσε τις παλαιότερες προσπάθειες εμβολιασμού -όπως για πολύ καιρό ο εμβολιασμός κατά της ελονοσίας- και μπορεί τώρα να ξεπεραστεί πιο εύκολα). Δεύτερον, το G7 πρέπει να πιέσει τους παρασκευαστές των εμβολίων να μοιραστούν τη γνώση τους με τους τοπικούς παραγωγούς και να διευκολύνουν τη νομική και επιχειρησιακή τους ικανότητα για να το πράξουν.

Ο δρόμος που ανοίγεται μπροστά είναι δύσκολος. Θα υπάρξει αντιπαράθεση σε πολλά επίπεδα, όπως από εκείνους που επιθυμούν να ξοδέψουν χρήματα και να καταβάλουν προσπάθεια μόνο στη χώρα τους ή από εκείνους που επιδιώκουν να προστατεύσουν τις τρέχουσες ευκαιρίες για κέρδος από τα εμβόλια κατά του Covid-19 και τις μελλοντικές ευκαιρίες κέρδους από τις επιστημονικές ανακαλύψεις που ενσωματώνονται στα εμβόλια. Όμως όσο δύσκολος κι αν είναι, η εναλλακτική λύση είναι ακόμα πιο δύσκολη: να ζεις με μεταλλάξεις του ιού, να ζεις με εθνικούς αποκλεισμούς ή να ζεις και με τα δύο.

* Ο Μοχάμεντ A. Ελ Εριάν είναι επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος στην Allianz και πρόεδρος του Queens’ College, στο πανεπιστήμιο του Cambridge, ήταν πρόεδρος του Συμβουλίου Παγκόσμιας Ανάπτυξης επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα.

Copyright: Project Syndicate, 2021
www.project-syndicate.org