Από την έντυπη έκδοση
Του Ιωάννη Παπαδόπουλου
* Αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Στην Ε.Ε., το μεγάλο θέμα των περασμένων ημερών υπήρξε η Σύνοδος του Γκέτεμποργκ, η οποία συνδιοργανώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και τη σουηδική σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Στέφαν Λέφβεν. Την Παρασκευή 17 Νοεμβρίου, η Σύνοδος υιοθέτησε τον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, τον οποίο είχε παρουσιάσει η Επιτροπή στις 27 Απριλίου.
Ο πρόεδρος Γιούνκερ και ο πρωθυπουργός Λέφβεν κατόρθωσαν να γεφυρώσουν τις διαφορές μεταξύ των 27 Ευρωπαίων ηγετών. Έτσι φτάσαμε στη διακήρυξη 20 αρχών που αφορούν τις εργασιακές συνθήκες, την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τις αποδοχές και τις ασφαλιστικές εισφορές διασυνοριακών εργαζόμενων και τα επιδόματα ανεργίας. Οι αρχές αυτές δεν είναι δεσμευτικές, πλην όμως θέτουν κοινωνικά πρότυπα που θίγουν ταμπού πολλών κρατών-μελών της Ε.Ε.
Ένα από τα θέματα που ρυθμίζονται είναι ένας επαρκής κατώτατος μισθός για το σύνολο του εργατικού δυναμικού. Όμως ακόμα και σήμερα υπάρχουν 6 χώρες που δεν διαθέτουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό (Αυστρία, Δανία, Ιταλία, Κύπρος, Σουηδία και Φινλανδία). Ένα άλλο καυτό ζήτημα που εμπεριέχεται στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα είναι οι δεσμευτικοί κανόνες που αφορούν τους αποσπασμένους εργαζόμενους σε επιχείρηση άλλου κράτους-μέλους από το κράτος-μέλος προέλευσής τους. Πρόκειται για μια μεγάλη μερίδα του εργατικού δυναμικού που εργάζεται προσωρινά σε άλλη χώρα αλλά συνεχίζει να πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές στη χώρα προέλευσής του. Εδώ το σχίσμα μεταξύ των ανατολικών κρατών και των κρατών του «πυρήνα» της Ε.Ε. είναι εμφανές: σύμφωνα με την Πολωνή πρωθυπουργό Μπεάτα Ζίντλο, της πιο δυναμικής αντιπάλου της προτεινόμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας σ’ αυτόν τον τομέα, η πλήρης μισθολογική εξομοίωση αυτών των low-cost εργαζομένων με τους συναδέλφους τους της χώρας υποδοχής θα αποτελέσει ένα μέτρο «προστατευτισμού», που θα «σταματήσει την κοινωνική ανάπτυξη» στην Ευρώπη. Υπό την ώθηση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, το Συμβούλιο της Ε.Ε. έφτασε σε πολιτική συμφωνία επί του θέματος τον περασμένο μήνα και τώρα το τελικό νομοθετικό κείμενο συζητείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η Επιτροπή Γιούνκερ είναι σαφέστατα η πιο προσανατολισμένη στο μοντέλο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς από την εποχή Ντελόρ (1985-1995). Από τον Νοέμβριο του 2014, οπότε και ανέλαβε καθήκοντα, έχει υποβάλει τον αριθμό-ρεκόρ για τα ευρωπαϊκά δεδομένα των 19 προτάσεων νομοθεσίας σε θέματα κοινωνικής πολιτικής. Από αυτά, μέχρι τώρα έχουν υιοθετηθεί οριστικά από τα νομοθετικά όργανα της Ε.Ε. (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο της Ε.Ε.) μόνο 7, ενώ η νομοθετική διαδικασία για 12 προτάσεις εκκρεμεί ακόμα λόγω της κωλυσιεργίας ορισμένων κυβερνήσεων, σύμφωνα με τη δημόσια καταγγελία του προέδρου Γιούνκερ. Έτσι, θέματα όπως η κάλυψη παροχών υγείας, η γονική άδεια και η μισθολογική ανισότητα μεταξύ εργαζόμενων διαφορετικών εθνικοτήτων και φύλων παραμένουν εξαιρετικά αντικρουόμενα από πολιτικής απόψεως. Για τους προσεκτικούς παρατηρητές των ευρωπαϊκών δρώμενων, αυτή η πολιτική αντιπαλότητα υπήρχε από καταβολής της ΕΟΚ.
Όμως τώρα η ποιοτική διαφορά είναι ότι τον χριστιανοδημοκράτη Ζαν Κλοντ Γιούνκερ υποστηρίζουν πολιτικά και οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς, καθώς ο Γιούνκερ αποτελεί ίσως τον τελευταίο μεγάλο εκπρόσωπο του «κοινωνικού φιλελευθερισμού», ο οποίος έρχεται σε σύγκρουση με τους υπερφιλελεύθερους θιασώτες μιας σύγχρονης, παγκοσμιοποιημένης εκδοχής του laissez faire laissez passer και της «αόρατης χειρός της αγοράς». Συνεπώς, η συγκυρία είναι ιδανική για να προχωρήσει και η κοινωνική ολοκλήρωση μαζί με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και την απελευθέρωση της κίνησης αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπων στην Ε.Ε.
Στη σημερινή συγκυρία, τόσο ο Γιούνκερ όσο και η επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων Μαριάν Τάισεν, μαζί με τους κεντροδεξιούς ευρωβουλευτές ορισμένων κρατών-μελών (ιδίως της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ελλάδας) και σύσσωμη την πολιτική ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, συντάσσονται στον πολιτικό στόχο ενός ισχυρότερου ευρωπαϊκού συντονισμού κατά βάση εθνικών κοινωνικών πολιτικών, ως συμπλήρωμα των κοινών πολιτικών διεθνούς εμπορίου και της ενιαίας αγοράς. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία ιδίως για τους νέους τεχνολογικούς τομείς που είναι γνωστοί ως «Ψηφιακή Οικονομία», το κύριο γνώρισμα των οποίων είναι η πλήρης αποκέντρωση των προμηθευτικών αλυσίδων με την άνθηση και τη διασπορά στην Ευρώπη εκατοντάδων χιλιάδων μικρών και ευέλικτων καινοτόμων επιχειρήσεων, η δομή των οποίων δεν συνάδει πια με το παραδοσιακό μοντέλο ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων του 20ού αιώνα.
Αυτό το πολιτικό παράθυρο ευκαιρίας είναι στενό και κλείνει τον Μάιο του 2019, καθώς ο Γιούνκερ έχει δηλώσει ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος για την προεδρία της Επιτροπής. Τώρα συγκεντρώνονται η πολιτική βούληση, οι συνέργειες μεταξύ πολιτικών δυνάμεων και η τεχνοκρατική προετοιμασία της Επιτροπής και θα πρέπει να δοθεί ώθηση στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων. Αύριο πιθανώς θα είναι αργά.