Skip to main content

Πώς τα drone της Ουκρανίας μπορούν να στοιχίσουν δισεκατομμύρια στη Ρωσία

Head of Administration of Kingiseppsky District of Leningrad Region Yuri Zapalatsky Telegram channel via REUTERS

Η Μόσχα θα μπορούσε να χάσει δισεκατομμύρια από τις εξαγωγές πετρελαίου

Στις 18 Ιανουαρίου, η Ουκρανία έπληξε στόχους στη Ρωσία στη διάρκεια επίθεσης με μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) σε εγκατάσταση πετρελαίου στην Αγία Πετρούπολη, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 620 μιλίων από τα ουκρανικά σύνορα.

Ήταν η πρώτη φορά από την έναρξη του πολέμου που drone της Ουκρανίας έβαλε στο στόχαστρο την ιδιαίτερη πατρίδα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Όπως δήλωσε μάλιστα ουκρανική στρατιωτική πηγή στο Reuters, η επίθεση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας «νέας φάσης» στην περιοχή.

Ακολούθησε και άλλη επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος κοντά στην πόλη της Αγίας Πετρούπολης την νύχτα της Κυριακής. Στη διάρκεια της επίθεσης επλήγη ένας μεγάλος τερματικός σταθμός εξαγωγής φυσικού αερίου στο λιμάνι Ουστ-Λουγκά , που είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ρωσίας στη Βαλτική. Σε αυτό το περιστατικό προκλήθηκε τεράστια πυρκαγιά, διακόπτοντας τις προμήθειες καυσίμων.

Η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση, σύμφωνα με την εφημερίδα Kyiv Post.

Η απειλή

Εάν η Ουκρανία πλήξει σημαντικά τους δύο μεγάλους τερματικούς σταθμούς πετρελαίου της Ρωσίας στη Βαλτική Θάλασσα, Ουστ-Λουγκά και Πριμόρσκ, θα μπορούσε να σταματήσει την εξαγωγή 1,5 εκατ. βαρελιών πετρελαίου την ημέρα, που με τη σειρά του σημαίνει απώλεια δισεκατομμυρίων για τη χώρα.

Η ποσότητα πετρελαίου που αποστέλλεται καθημερινά από αυτούς τους τερματικούς σταθμούς πετρελαίου αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% των συνολικών θαλάσσιων εξαγωγών αργού της Μόσχας, κατά μέσο όρο από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του 2023, σύμφωνα με το Bloomberg που επικαλείται στοιχεία της βιομηχανίας.

Η Ρωσία εξαρτάται από τις εξαγωγές πετρελαίου και την ενεργειακή βιομηχανία της, που αποτελούν περίπου το 30% των εσόδων του προϋπολογισμού της χώρας, και τα έσοδα αυτά είναι ζωτικής σημασίας για τη χρηματοδότηση του πολέμου της Μόσχας στην Ουκρανία.

Το 2023 άλλωστε, η Ρωσία ξεπέρασε τη Σαουδική Αραβία και έγινε ο μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας. Ο Ρώσος αναλυτής πετρελαίου και φυσικού αερίου Μικάιλ Κρούτικχιν μιλώντας στην ανεξάρτητη ρωσική εφημερίδα Novaya Gazeta τον Σεπτέμβριο του 2023, εξήγησε ότι οι εταιρείες πετρελαίου, λόγω των δυτικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν για τον πόλεμο στην Ουκρανία, βρήκαν πιο κερδοφόρο να στείλουν τα αποθέματά τους στο εξωτερικό.

«Δηλαδή, να εξάγουμε όσο το δυνατόν περισσότερο και να βγάλουμε τουλάχιστον κάποια χρήματα εκεί», είπε ο Κρούτικχιν. «Επιπλέον, αυτό συμβαίνει σε όλη τη χώρα· ακόμη και στην Άπω Ανατολή, έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές οι ελλείψεις καυσίμων. Εξάγουν ό,τι είναι δυνατό».

Πάνω σε αυτό, πηγή από την Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας υποστήριξε στην Kyiv Post ότι η επιτυχής επίθεση στον τερματικό σταθμό πετρελαίου στην Ουστ-Λουγκά «όχι μόνο προκάλεσε σημαντική οικονομική ζημιά στον εχθρό, διακόπτοντας τις ροές εσόδων τους, αλλά επίσης διέκοψε την υλικοτεχνική αλυσίδα του καυσίμου που είναι απαραίτητο για τον ρωσικό στρατό».

«Αυτή η κίνηση παρεμποδίζει στρατηγικά την ικανότητα των κατακτητών να διατηρήσουν τις δυνάμεις τους, σηματοδοτώντας μια σημαντική οπισθοδρόμηση στη συνεχιζόμενη επιθετικότητά τους», πρόσθεσε.

Πώς η Ουκρανία χτύπησε τόσο «μέσα» στη Ρωσία

Ρωσικό κανάλι Telegram, εν τω μεταξύ, ανέφερε ότι ο λόγος για τον οποίο οι ουκρανικές επιθέσεις κατάφεραν να φτάσουν τόσο βαθιά μέσα στο ρωσικό έδαφος είναι ότι η αεράμυνα της χώρας στην πόλη της Αγίας Πετρούπολης και στη γύρω περιοχή του Λένινγκραντ είναι περιορισμένη επειδή ο Πούτιν έχει συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος των πόρων του για να υπερασπιστεί την εξοχική του κατοικία του στη λίμνη Βαλντάι.

Πάντως το VChK-OGPU, το οποίο ισχυρίζεται ότι έχει εμπιστευτικές πληροφορίες από τις ρωσικές δυνάμεις ασφαλείας, δήλωσε την Κυριακή ότι, σύμφωνα με τις πηγές του, οι επιθέσεις με drone στην Αγία Πετρούπολη και την περιοχή του Λένινγκραντ οφείλονται σε «οξεία έλλειψη τεχνικών μέσων για τον εντοπισμό μικρών εναέριων στόχων και κινητών πυραυλικών συστημάτων αεράμυνας που είναι ικανά να τα καταρρίψουν».