Μία ακόμη αρνητική συνέπεια του έντονου στρες για την ανθρώπινη υγεία αποκαλύπτουν οι επιστήμονες, τονίζοντας ότι μπορεί να διπλασιάσει τον κίνδυνο υπογονιμότητας και ως εκ τούτου να καθυστερήσει σημαντική την προσπάθεια μίας γυναίκας να αποκτήσει παιδί.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επιδημιολόγο Κόρτνι Ντένινγκ-Τζόνσον Λιντς του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Οχάιο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Human Reproduction» (Ανθρώπινη Αναπαραγωγή), σύμφωνα με τους «New York Tımes» και το «New Scientist», μελέτησαν τις περιπτώσεις 373 γυναικών ηλικίας 18 έως 40 ετών, που δεν είχαν διαγνωσμένα προβλήματα γονιμότητας και οι οποίες μόλις είχαν αρχίσει να προσπαθούν να μείνουν έγκυες με φυσικό τρόπο.
Η μελέτη εξηγεί γιατί αρκετά ζευγάρια (σχεδόν το ένα στα τέσσερα, σύμφωνα με κάποιες στατιστικές) δυσκολεύονται για καιρό να πιάσουν παιδί, παρόλο που δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο βιολογικό – ιατρικό πρόβλημα σε κανέναν από τους δύο.
Οι επιστήμονες παρακολούθησαν τις γυναίκες επί ένα έτος ή ώσπου αυτές εγκυμονήσουν. Σε αυτό το διάστημα, μετρούσαν περιοδικά στο σάλιο των γυναικών το επίπεδο του ενζύμου άλφα – αμυλάσης και της ορμόνης κορτιζόλης, δύο βασικών βιοδεικτών του στρες. Όπως διαπιστώθηκε, οι γυναίκες με τα υψηλότερα επίπεδα άλφα – αμυλάσης είχαν κατά μέσο όρο 29% λιγότερες πιθανότητες κάθε μήνα να μείνουν έγκυες, σε σχέση με εκείνες που είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα του εν λόγω ενζύμου στον οργανισμό τους (για την κορτιζόλη δεν διαπιστώθηκε ανάλογη σχέση).
Η κ. Λιντς συνέστησε στις γυναίκες με στρες που θέλουν να πιάσουν παιδί, να καταφύγουν σε κάποια τεχνική χαλάρωσης, όπως τη γιόγκα ή τον διαλογισμό. Διευκρίνισε πάντως ότι το άγχος δεν αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα υπογονιμότητας και, στην πραγματικότητα, μπορεί να παίζει δευτερεύοντα ρόλο.
Πηγή: ΑΜΠΕ