Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Με το βλέμμα στραμμένο στα 100 δολάρια το βαρέλι για πρώτη φορά από το 2014 βρίσκονται πλέον οι αγορές πετρελαίου, σε μια νέα ισορροπία που δημιουργεί νικητές και χαμένους στην παγκόσμια οικονομία. Πολλά θα εξαρτηθούν από τους λόγους για τους οποίους οι τιμές ακολουθούν την ανιούσα. Εάν για παράδειγμα η τιμή ανεβαίνει λόγω περιορισμένης προσφοράς, αυτό είναι αρνητικό, εάν όμως ανεβαίνει επειδή υπάρχει πολύ μεγάλη ζήτηση, αυτό υποδηλώνει σταθερή ανάπτυξη. Και οι δύο παράγοντες βρίσκονται αυτήν τη στιγμή στο «παιχνίδι», ωθώντας την τιμή brent σε άνοδο 22% από τις αρχές του έτους έως σήμερα.
Οι εξαγωγείς χώρες καυσίμων γνωρίζουν σήμερα εντυπωσιακές επιδόσεις, καλύπτοντας έτσι ελλείμματα στα ταμεία επιχειρήσεων και κυβερνήσεων. Αντίθετα, οι καταναλώτριες χώρες θα μπορούσαν να επωμιστούν το κόστος της αύξησης, κυρίως μέσω της κλιμάκωσης του πληθωρισμού και της αρνητικής επίδρασης στη ζήτηση. Η καλή είδηση, σύμφωνα με αναλυτές, είναι ότι μια τιμή πετρελαίου στα 100 δολάρια το βαρέλι θα μπορούσε να σημάνει λιγότερα για την παγκόσμια ανάπτυξη φέτος συγκριτικά με αυτά που σήμανε στην άνοδο του 2011. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο γεγονός ότι οι οικονομίες είναι λιγότερο εξαρτημένες από την ενέργεια και επειδή η ανάπτυξη της τεχνολογίας εξόρυξης από σχιστολιθικά κοιτάσματα αποτελεί «ασπίδα» προστασίας για τις ΗΠΑ.
Πρωτίστως, οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου θα μπορούσαν να πλήξουν τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τις καταναλωτικές δαπάνες. Η Ευρώπη είναι ιδιαίτερα ευάλωτη, δεδομένου ότι πολλές χώρες είναι καθαροί εισαγωγείς. Επίσης, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο εισαγωγέας πετρελαίου, γι’ αυτό και θα πρέπει να περιμένει άνοδο του πληθωρισμού. Για να επηρεαστεί σοβαρά η παγκόσμια ανάπτυξη, οι τιμές πετρελαίου θα πρέπει να κρατηθούν πάνω από τα 100 δολάρια, σύμφωνα με οικονομολόγους. Η άνοδος δε του δολαρίου φέτος δεν βοηθά, δεδομένου ότι το αργό αποτιμάται σε δολάρια. Επιπλέον, εάν το ακριβότερο πετρέλαιο ενισχύσει τον πληθωρισμό, τότε οι κεντρικοί τραπεζίτες θα έχουν έναν λόγο λιγότερο να κρατήσουν χαλαρή τη νομισματική πολιτική τους.
Η γεωπολιτική παραμένει σημαντικός παράγοντας για την πορεία των τιμών. Οι νέες κυρώσεις στο Ιράν έχουν ήδη επηρεάσει τις εξαγωγές του. Και ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πιέζει τον ΟΠΕΚ να αυξήσει την παραγωγή του, δεν υπάρχει μεγάλη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, την ώρα που τα οικονομικά προβλήματα σε Βενεζουέλα οδηγούν σε μείωση της παραγωγής. Παρ’ όλα αυτά, η Goldman Sachs εκτιμά ότι η τιμή δεν θα περάσει τα 100 δολάρια το βαρέλι.
H Σαουδική Αραβία έχει το προβάδισμα με παραγωγή πετρελαίου που αντιστοιχεί περίπου στο 21% του ΑΕΠ, με βάση στοιχεία του 2016 – υπερδιπλάσια σε σχέση με την Ρωσία, που κατέχει την αμέσως επόμενη θέση μεταξύ των 15 κορυφαίων αναδυόμενων αγορών που συμπεριλαμβάνονται στο δείκτη Bloomberg Economics. Επίσης, θα ευνοηθούν Νιγηρία και Κολομβία, των οποίων τα αυξημένα έσοδα θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση των δημοσιονομικών τους και στην κάλυψη των ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών. Χαμένοι η Ινδία, η Κίνα, η Ταϊβάν, η Χιλή, η Τουρκία, η Αίγυπτος και η Ουκρανία, καθώς θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερο για τις εισαγωγές πετρελαίου, με αποτέλεσμα να ασκηθούν πιέσεις στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους. Επίσης, οι οικονομίες τους θα γίνουν περισσότερο ευάλωτες στην αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων.