Skip to main content

O βαρύς χειμώνας, οι ασθενείς της Ευρωζώνης και η θεραπεία της ΕΚΤ

Της Νατάσας Στασινού
[email protected] 

Η συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου δεν προβλεπόταν να κρύβει εκπλήξεις. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επιβεβαίωνε τον τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και οι αξιωματούχοι της θα ετοιμάζονταν για διακοπές Χριστουγέννων. Οι πρώτοι μήνες του 2019 θα ήταν δε ήσυχοι, αφού το μονοπάτι της επιστροφής σε πιο ομαλή νομισματική πολιτική έχει ήδη χαραχθεί. Κανείς όμως δεν είχε υπολογίσει ότι τα στοιχεία για την πορεία της Ευρωζώνης θα φέρουν όχι απλά σύννεφα, αλλά βαρυχειμωνιά. 

Η σημερινή έρευνα της IHS Markit έδειξε ύστερα από ένα τρίτο τρίμηνο χαμηλών πτήσεων, η νομισματική ένωση εξακολουθεί να κατεβάζει ταχύτητα, και μάλιστα πιο απότομα του αναμενομένου, το τέταρτο. Ο σύνθετος PMI για τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες οδηγήθηκε σε χαμηλά τεσσάρων ετών, με εμφανή αδυναμία στο μέτωπο των εξαγωγών. Ο εμπορικός πόλεμος αναδεικνύεται στην κυριότερη, αλλά όχι μόνη πρόκληση.

Οι πιέσεις στην αυτοκινητοβιομηχανία, που καλείται να προσαρμοστεί σε ένα νέο αυστηρότερο ρυθμιστικό περιβάλλον, η αβεβαιότητα για την έκβαση των διαπραγματεύσεων στο Brexit, οι ιταλικές κόντρες, αλλά και το αυξανόμενο κόστος δανεισμού στις αγορές διεθνώς συνθέτουν έναν εκρηκτικό συνδυασμό. 

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έως τώρα έκανε λόγο για προσωρινές πιέσεις. Θα πρέπει όμως μάλλον να αναθεωρήσει τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό και το ερώτημα είναι πώς θα επηρεάσει αυτό την πολιτική της.  

«Με την ανάπτυξη να υποχωρεί σε ρυθμούς κατώτερων των εκτιμήσεων, η ΕΚΤ έχει εξαιρετικά δύσκολο έργο στις 13 Δεκεμβρίου. Αν και ο τερματισμός της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) θα επιβεβαιωθεί πιθανότατα, θα είναι μη συνεπές να ανακοινώσει την ώρα άλλα μέτρα τόνωσης, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι οι προϋποθέσεις για τον τέλος του QE  δεν υπάρχουν» παρατηρεί σε σημερινό της σημείωμα η Citigroup.

Αυτό πιστεύει και ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Πέτερ Πρετ, ο οποίος έσπευσε να διαψεύσει τις προσδοκίες για τονωτικές ενέσεις στο σύστημα μέσω της επαναφοράς του προγράμματος στοχευμένων φθηνών δανείων (TLTRO). Σημειώνεται ότι οι τράπεζες της Ευρωζώνης καλούνται να αποπληρώσουν δάνεια ύψους 720 δισ. ευρώ, που έχουν λάβει από δημοπρασίες TLTRO, την περίοδο 2020-21. Το ένα τρίτο εξ αυτών είναι δάνεια ιταλικών τραπεζών, που μαζί με τις ελληνικές δέχονται αυτό το διάστημα τις ισχυρότερες πιέσεις στις αγορές. 

Πράγματι η ΕΚΤ θα έστελνε αντικρουόμενα μηνύματα εάν από τη μία έκοβε το φάρμακο του QE και από την άλλη φρόντιζε για τονωτικές ενέσεις. Ωστόσο η δράση ενδεχομένως να είναι αναγκαία, εάν ο βαρύς χειμώνα βρει εξασθημένο το «ανοσοποιητικό σύστημα» του ευρώ.  Η Ιταλία είναι η τρίτη ισχυρότερη οικονομία και αναμφίβολα ένας εκ τους δύο μεγάλους ασθενείς του ευρώ. Ο άλλος είναι η Γερμανία. 

Οι αγορές έχουν αρχίσει να αναθεωρούν τις προβλέψεις για το πότε θα έρθει η πρώτη αύξηση των επιτοκίων. Πλέον αποκλείεται να είναι μέσα στο καλοκαίρι του 2019, ενώ πολλοί θεωρούν ότι θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον ένα χρόνο ακόμη. Η Capital Economics εξακολουθεί να έχει ως βασικό σενάριο τον Σεπτέμβριο του 2019. Ωστόσο αναγνωρίζει ότι «υπάρχει ξεκάθαρα ο κίνδυνος ότι η υποτονική ανάπτυξη θα αναγκάσει τους αξιωματούχους να το σκεφτούν διπλά και ενδεχομένως τελικά να μεταθέσουν την πρώτη αύξηση για αργότερα». 

Σε παλαιότερο σημείωμά της είχε σχολιάσει πως ενδεχομένως όταν η ΕΚΤ αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, η FED να έχει ήδη αρχίσει να τα μειώνει και πάλι. Το σενάριο αυτό γίνεται πλέον ολοένα και πιο πιθανό.