Περισσότερα από 11.000 βιογραφικά, εκ των οποίων το 15% προερχόταν από Έλληνες του εξωτερικού, έχει δεχτεί μέχρι στιγμής η Pfizer για τις θέσεις εργασίας στα δύο hubs που έχει δημιουργήσει στη Θεσσαλονίκη, όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Pfizer Hellas, Ζαχαρίας Ραγκούσης, στην ανοιχτή συνεδρίαση της γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ).
Όπως είπε, το πρώτο hub της αμερικανικής φαρμακοβιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη απασχολεί σήμερα 320 εργαζόμενους υψηλής εξειδίκευσης, οι οποίοι πρόκειται να αυξηθούν, ενώ η επιτυχής λειτουργία του έφερε την επένδυση στο δεύτερο hub, όπου σήμερα εργάζονται 170 άτομα.
Αναφερόμενος στα κριτήρια που «έπεισαν» τη Pfizer να επενδύσει στη Θεσσαλονίκη, ο κ.Ραγκούσης έκανε λόγο για το ανθρώπινο δυναμικό της, το δυναμικό οικοσύστημα επιχειρήσεων, τη γεωγραφική θέση και το μέγεθος της πόλης, καθώς και την πολιτική στήριξη για την πραγματοποίηση της επένδυσης. Ως ένα πιο «soft» -όπως το χαρακτήρισε- κριτήριο λειτούργησε, είπε, και το πάθος της συσπείρωσης της τοπικής κοινωνίας για την προσέλκυση της επένδυσης.
Συμπλήρωσε πως από τα 38 δισ. ευρώ που επενδύονται ετησίως σε Έρευνα και Ανάπτυξη για φάρμακα (στην Ευρώπη), η Ελλάδα έχει μόνο ένα μικρό μερίδιο, αλλά παρόλα αυτά η χώρα αναπτύσσεται και έχει προοπτικές. «Εχουμε 28 εργοστάσια παραγωγής (φαρμάκων) στην Ελλάδα και οι μεγαλύτερες από αυτές τις εταιρείες είναι εξαγωγικές, κάτι που είναι θετικό. Το μόνο που πρέπει να βελτιωθεί είναι ότι υπάρχει μεγάλη επικέντρωση στα γενόσημα, ο ανταγωνισμός είναι βάσει κόστους και δεν έχουμε περάσει ακόμα στον τομέα της βιοτεχνολογίας» τόνισε.
Αθ.Σαββάκης: Το λειτουργικό κόστος το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής μεταποίησης
Την ύπαρξη ρεαλιστικής βιομηχανικής πολιτικής, που θα επαναφέρει τη μεταποίηση στο προσκήνιο, «έδειξε» ως τη βασική πρόκληση για την Ελλάδα στα επόμενα χρόνια ο πρόεδρος του ΣΒΕ, Αθανάσιος Σαββάκης, ενώ παράλληλα χαρακτήρισε το λειτουργικό κόστος ως το μεγάλο πρόβλημα της εγχώριας μεταποίησης και τον λόγο για τη μείωση της ανταγωνιστικότητάς της.
«Παράγουμε προϊόντα μέσης και χαμηλής τεχνολογίας, και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να είμαστε αναγκασμένοι να δραστηριοποιούμαστε στις διεθνείς αγορές περισσότερομε όρους κόστους και λιγότερο με όρους ποιότητας. Το επόμενο μεγάλο ζήτημα είναι το κόστος ενέργειας. Τα τελευταία δέκα χρόνια, υποστηρίζουμε τη μείωση των τιμολογίων ενέργειας για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, και ειδικά για τη μεταποίηση. Αντί να συμβεί αυτό, το κόστος ενέργειας παραμένει υψηλό, ενώ πλέον βρισκόμαστε ενώπιον σημαντικών αυξήσεων, γεγονός που θα επιβαρύνει περαιτέρω το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεών μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανταγωνιστικότητά μας.
Το τρίτο θέμα που απασχολεί τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδος είναι η προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων για τη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. ‘Αλλωστε, κι αυτό το έχουμε επισημάνει από την αρχή της πανδημίας, η “αναπτυξιακή μονομέρεια” βλάπτει, ειδικά σε περιόδους εκτεταμένων κρίσεων όπως η πανδημία λόγω του COVID – 19» υπογράμμισε.