Στην ελληνογαλλική συμμαχία στον τομέα της οικονομίας, στα περιθώρια ανάπτυξης και το διμερές εμπόριο αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ Βασίλης Κορκίδης μιλώντας στην ημερίδα την οποία συνδιοργάνωσαν χθες το απόγευμα το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς και ο Σύλλογος Αποφοίτων της Ελληνογαλλικής Σχολής Πειραιά «Saint-Paul».
«Είναι γεγονός πως, στη διάρκεια των τελευταίων ετών της οικονομικής κρίσης, η Γαλλία έχει στηρίξει συστηματικά την Ελλάδα σε κάθε σημαντική σύνοδο των ευρωπαϊκών οργάνων. Έχει σταθεί σύμμαχος, συμπαραστάτης και αρωγός στην προσπάθεια της χώρας μας να βρει ξανά το δρόμο της και να ανακτήσει τη θέση της, ως ισότιμο μέλος της ευρωζώνης» επισήμανε ο κ. Κορκίδης παρουσιάζοντας στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία το διμερές εμπόριο Ελλάδας – Γαλλίας παρουσίασε αύξηση της τάξης του 8,5% κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2018, με τον όγκο εμπορίου να διαμορφώνεται σε 1,6 δισ. ευρώ».
Και πρόσθεσε ο κ. Κορκίδης: «Οι ελληνικές εξαγωγές κατά το πρώτο εξάμηνο 2018 σημείωσαν σημαντική αύξηση της τάξης του 22,2% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017, φθάνοντας τα 486 εκατ. ευρώ, από 398 εκατ. ευρώ το 2017. Οι εισαγωγές της Ελλάδας από τη Γαλλία κατά το υπό εξέταση διάστημα κινήθηκαν και αυτές ανοδικά κατά 3,5% και ανήλθαν σε 1,1 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, το εμπορικό ισοζύγιο παρέμεινε έντονα ελλειμματικό για τη χώρα μας (-644 εκατ. ευρώ). Το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από τις εξαγωγές βελτιώθηκε σημαντικά και ανήλθε σε 43% (από 36,4% το α΄ εξάμηνο του 2017)».
«Το σημαντικότερο όμως είναι», τόνισε ο πρόεσδρος του ΕΒΕΠ, «πως, περισσότερες από 120 γαλλικές επιχειρήσεις παρέμειναν πιστές στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της κρίσης. Έμειναν εδώ, συνέχισαν να συνεισφέρουν στην ελληνική οικονομία, συνέχισαν να στηρίζουν την απασχόληση προσφέροντας εισόδημα σε 30.000 εργαζόμενους. Συνέχισαν, με τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία τους, να συμβάλλουν στην ανάπτυξη κρίσιμων τομέων, όπως οι μεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες κ.ά. Οι γαλλικές επενδύσεις φθάνουν σήμερα στην Ελλάδα τα 2,6 δισ. ευρώ.
Φυσικά, υπάρχουν πάντα περιθώρια διεύρυνσης της διμερούς συνεργασίας σε μια σειρά από τομείς όπως στην ενέργεια, στη γεωργία και τα τρόφιμα, στις μεταφορές και στα logistics, στο περιβάλλον και στον τουρισμό».