Του Δημήτρη Γεωργίου, Senior Consultant, Deloitte
ΉΤΑΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ του 2018, όταν η καθηγήτρια Irena Weber του Πανεπιστημίου της Primorska με ειδικότητα την ανθρωπολογία στον τουρισμό υποδεχόταν εμένα και 50 ακόμη νέους και νέες στο σπίτι της, στο Piran της Κροατίας, για να μας ξεναγήσει στην πόλη, στο πλαίσιο του 22ου ASEF Summer University με θέμα τον βιώσιμο τουρισμό. Φτάνοντας στη διάσημη πλατεία Tartini, μας ζήτησε να κάνουμε διάφορες ασκήσεις, όπως να πετάμε ή να περπατάμε πάνω σε νερό. Το περίεργο θέαμα τράβηξε τα βλέμματα κατοίκων και επισκεπτών που προσπαθούσαν να απαθανατίσουν τη στιγμή και εμείς αρχίσαμε να μπαίνουμε στη θέση των ντόπιων, όταν τουρίστες προσεγγίζουν τους τόπους τους απλά ως ένα αξιοθέατο. Ήταν μια πολύτιμη βιωματική εμπειρία, που αποτέλεσε την αφορμή για να αρχίσω να μελετάω πιο συστηματικά ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα.
ΤΕΛΙΚΑ ποια είναι και ποια πρέπει να είναι η θέση των τοπικών κοινοτήτων στο μοντέλο της τουριστικής ανάπτυξης; Οι προορισμοί συχνά ακολουθούν μια προσέγγιση από «πάνω προς τα κάτω». Εστιάζουν σε ενέργειες προβολής και παραμελούν τις αξίες και τις επιθυμίες των τοπικών κοινωνιών, η μοναδικότητα και η συνεισφορά των οποίων όμως είναι θεμελιώδεις για τον τουρισμό. Έτσι, καθώς ο αριθμός των ταξιδιωτών τείνει να ξεπεράσει τα προπανδημικά επίπεδα, τοπικές κοινωνίες ανά τον κόσμο επιδιώκουν, με λιγότερο ή περισσότερο έντονους τρόπους (π.χ. διαδηλώσεις), ένα πιο συμπεριληπτικό και βιώσιμο τουριστικό μοντέλο για τους τόπους τους.
ΠΙΣΩ στη δεκαετία του ’90, καθώς ενισχυόταν η επίγνωση και ευαισθητοποίηση γύρω από περιβαλλοντικά θέματα, οι αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών εμπόδισαν εξορυκτικά έργα γεννώντας τον όρο «social license to operate» (SLO). Αυτό το άτυπο είδος κοινωνικού συμβολαίου εκφράζει την ανάγκη για ένα ελάχιστο επίπεδο κοινωνικής αποδοχής στις οικονομικές δραστηριότητες. Χρησιμοποιώντας μια προσαρμογή του πλαισίου των Boutilier & Thomson για την SLO στον τουρισμό, το τουριστικό μοντέλο θα πρέπει να περάσει από τα επίπεδα της «απόρριψης» ή της εύθραυστης κατάστασης της «αποδοχής και ανοχής» στο επίπεδο της «έγκρισης και υποστήριξης» και τελικά στη «συνιδιοκτησία».
Η ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ στο κάλεσμα της αγοράς: Η σύγκλιση όμως μεταξύ τουρισμού-τοπικών κοινωνιών υποδεικνύεται και από την ίδια την καταναλωτική ζήτηση. Σε έρευνα της Booking. com (2023) το 75% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι επιζητά αυθεντικές εμπειρίες, αντιπροσωπευτικές της τοπικής κουλτούρας, μια τάση που διαρκώς ενισχύεται. Ως εκ τούτου, όλο και περισσότεροι προορισμοί συμπεριλαμβάνουν τις τοπικές κοινωνίες και τις αξίες τους στη διαμόρφωση της τουριστικής στρατηγικής τους, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.
ΠΡΟΣΦΑΤΗ έρευνα της Destinations International, σε 837 στελέχη διαχείρισης προορισμών από 62 χώρες αναφορικά με την ιεράρχηση των 50 σημαντικότερων στρατηγικών, τοποθετεί στην κορυφή στρατηγικές που αφορούν την τοπική κοινωνία, όπως η ανάπτυξη του brand γύρω από τις αξίες της. Παράλληλα, μια πρωτοεμφανιζόμενη στρατηγική αφορά τη βελτίωση του «αισθήματος των μόνιμων κατοίκων» (local resident sentiment) με στόχο την ενίσχυση του βαθμού υποστήριξής τους σε δράσεις, πρωτοβουλίες και πολιτικές ενίσχυσης του τουρισμού.
Η ΠΑΡΟΥΣΑ κατάσταση στην Ελλάδα και τέσσερις ενέργειες για την επόμενη μέρα: Η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα κορυφαία τουριστικά brands. Ωστόσο, η ανταγωνιστικότητά της στον τομέα της βιωσιμότητας παρουσιάζει σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Για παράδειγμα, στο Travel & Tourism Development Index 2021 του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ καταλαμβάνει την 51η θέση στον δείκτη βιωσιμότητας ανάμεσα σε 117 χώρες, ενώ όσον αφορά τον υπο-δείκτη της πίεσης και των επιπτώσεων της τουριστικής ζήτησης (demand pressure and impact) βρίσκεται στην 110η θέση.
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ να επιτευχθεί ο εναρμονισμός της εμπειρίας των κατοίκων με αυτή των επισκεπτών και να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα; Σίγουρα δεν είναι απλή διαδικασία. Απαιτείται σχεδιασμός προσαρμοσμένος σε κάθε προορισμό, χρόνος, πόροι, τεχνογνωσία, εργαλεία, οριοθετήσεις, (υπο)δομές, ακόμα και ουσιαστική συμμετοχή των ίδιων των πολιτών. Η κατανόηση προβλημάτων και προβληματισμών και η τοποθέτηση βάσεων για αλλαγή της νοοτροπίας και της προσέγγισης είναι όμως μια καλή αρχή.
ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ τον διάλογο: Έρευνα σε ευρωπαϊκούς προορισμούς έδειξε ότι μόλις το 1/5 εξ αυτών δεν έχει διεξαγάγει ποτέ πρωτογενή έρευνα για την εξακρίβωση της γνώμης των κατοίκων (resident sentiment survey), ενώ περίπου οι μισοί εμπλέκονται σε κάποιου είδους διαβούλευση με την τοπική κοινωνία (NAO Group, 2023). Για παράδειγμα, στην περιοχή των Δολομιτών θεσπίστηκε η «New Generation Tourism Commission» για να εισακουστούν και πολίτες κάτω των 35 ετών, ενώ η πόλη της Στοκχόλμης δημιούργησε ένα ψηφιακό πάνελ πολιτών γύρω από θέματα ανάπτυξης της πόλης, συμπεριλαμβανομένης της τουριστικής στρατηγικής.
ΘΕΣΠΙΣΗ ανθρωποκεντρικών στόχων: Ο προσδιορισμός της επιτυχίας του τουρισμού και η διαχείρισή του αποκλειστικά σε όρους αφίξεων και εσόδων είναι ελλιπής ως πρακτική. Επιβάλλεται η διεύρυνσή του με δείκτες που έχουν κοινωνικό πρόσημο. Για παράδειγμα, στο Βερολίνο αξιολογείται ο βαθμός αποδοχής του τουρισμού από τους ντόπιους και ο αριθμός κρουσμάτων συγκρούσεων με επισκέπτες, ενώ στην Κοπεγχάγη έχει τεθεί ο στόχος της υποστήριξης της τουριστικής ανάπτυξης από τουλάχιστον 80% των κατοίκων, καθώς και η δημιουργία ευκαιριών συμμετοχής των ντόπιων στον τουρισμό.
ΟΙ ΝΤΟΠΙΟΙ ως πρόσωπα των προορισμών: Στην εποχή του «localwashing», οι άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να αποδώσουν το πραγματικό πνεύμα ενός τόπου σε ένα αυθεντικό μήνυμα, μέσα από την αγάπη αλλά και προβληματισμούς για αυτόν, καθώς και το καθημερινό βίωμα που δεν γνωρίζει τουριστικούς πόρους και προϊόντα. Χαρακτηριστικός είναι ο αντίκτυπος συναφών πρωτοβουλιών όπως τα προγράμματα local ambassadors του Experience Columbia και οι σειρές βίντεο «The Freedom to Be» και «Local Legends» του ΝΥC&Company.
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ στην τουριστική ανάπτυξη: Στις τοπικές κοινότητες υπάρχουν πάντα φωτισμένες ομάδες και άτομα με πάθος και ενδιαφέροντα γύρω από τον τόπο τους (π.χ. συλλογή προφορικών ιστοριών, γνώση παραδοσιακών τεχνών και τεχνικών). Δεν αρκεί όμως μόνο να αναγνωρίζεται η δουλειά τους. Αυτές οι προσπάθειες πρέπει να υποστηρίζονται και να ενισχύονται με κίνητρα, εκπαιδευτικούς, συμβουλευτικούς και άλλους πόρους, ώστε να δημιουργηθεί μια αμοιβαία επωφελής σχέση εμπιστοσύνης και να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες για πραγματικά αυθεντικές ταξιδιωτικές εμπειρίες. Επιτυχημένα παραδείγματα υπάρχουν και στην Ελλάδα, όπως στην περίπτωση των «Messolonghi by Locals και «Hermoupolis Heritage».
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ, ο βιώσιμος τουρισμός δεν αποτελεί μόνο ευθύνη απέναντι στις τοπικές κοινότητες, αλλά δημιουργεί ευκαιρίες για αυτές και την προοπτική μιας σχέσης προστιθέμενης αξίας. Αν αυτό γίνει συνείδηση σε όλους τους εμπλεκόμενους, έχουμε κάνει την αρχή, και η αρχή είναι το ήμισυ του παντός…