Skip to main content

Απαραίτητος ο εμβολιασμός για την έγκαιρη πρόληψη

Τα εμβόλια σώζουν ζωές και ο μη εμβολιασμός των παιδιών, καθώς και η παραμέληση της χορήγησης των αναμνηστικών δόσεων είναι σφάλματα τα οποία ενδέχεται τα παιδιά να πληρώσουν ακόμα και με τη ζωή τους. Η πρόσφατη επιδημική έξαρση της ιλαράς στην πατρίδα μας αποδεικνύει πως οι συνέπειες του αντι-εμβολιαστικού κινήματος, το οποίο διαρκεί ήδη πάνω από οχτώ χρόνια, είναι επικίνδυνες και πως οφείλουμε να επαγρυπνούμε για τα σοβαρά θέματα δημόσιας υγείας, όπως είναι η πρόληψη των σοβαρών λοιμώξεων. 

Το φετινό φθινόπωρο και κατ’ επέκταση ο φετινός χειμώνας φέρνουν ανθρώπους όλων των ηλικιών αντιμέτωπους για μία ακόμη φορά με την αναμενόμενη έξαρση γρίπης, η οποία ακολουθεί την ήδη υπάρχουσα επιδημία ιλαράς η οποία ήδη μετρά χιλιάδες κρούσματα στην Ευρώπη. Το νοσογόνο περιβάλλον που αναμένεται να δημιουργηθεί από τον συνδυασμό των δύο επιδημιών αλλά και των αναμενόμενων αναπνευστικών λοιμώξεων, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση άλλων εξίσου επικίνδυνων νοσημάτων, όπως η μηνιγγίτιδα Β. Η ιδιαίτερα επικίνδυνη λοίμωξη που προκαλείται από το βακτήριo Neisseria meningitidis και η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλή θνητότητα και υψηλό ποσοστό αναπηρίας στους νοσούντες προλαμβάνεται με τον εμβολιασμό. 

Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος τύπου Β (μηνιγγίτιδα Β) είναι μία εξαιρετικά επικίνδυνη νόσος, η οποία αν δεν διαγνωστεί εγκαίρως μπορεί να αποβεί μοιραία. Η επικινδυνότητα της νόσου έγκειται στο γεγονός ότι παρότι αρχικά εμφανίζει τα συμπτώματα μιας απλής ίωσης, όπως αυχενική δυσκαμψία, υψηλός πυρετός, αιμορραγικό εξάνθημα, σύγχυση, πονοκέφαλος, έμετος, φωτοφοβία εξελίσσεται ραγδαία (συνήθως εντός 24 ωρών) και μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες σωματικές και νοητικές αναπηρίες, όπως εγκεφαλική βλάβη, απώλεια ακοής και ακρωτηριασμό άκρων, ενώ ενδέχεται να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Ένα στα 10 άτομα που έχουν προσβληθεί από μηνιγγίτιδα Β χάνουν τη ζωή τους και ένας στους 5 επιζώντες εμφανίζει κάποια από τις προαναφερθείσες αναπηρίες.

Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε τα ανησυχητικά σημάδια και να διαγνωστεί έγκαιρα η μηνιγγίτιδα ώστε να υπάρξει άμεση αντιμετώπισή της. Ο βαθμός επικινδυνότητας της νόσου αυξάνεται δραματικά και από έναν ακόμη παράγοντα ο οποίος δεν είναι άλλος από τον τρόπο μετάδοσής της. Πιο συγκεκριμένα, το βακτήριο που προκαλεί τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο μεταδίδεται με τα σταγονίδια και το σάλιο. Συνεπώς, το φιλί, ο βήχας και το φτέρνισμα είναι οι πιο συχνοί τρόποι μετάδοσης ενώ καταλυτικό παράγοντα παίζει και το ενεργητικό ή παθητικό κάπνισμα. Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι ακόμα και τα άτομα που δεν εκδηλώνουν τη νόσο μπορούν να φέρουν τα βακτήρια στη μύτη και τον φάρυγγα και να τα μεταδώσουν σε άλλους. Πράγματι, τα περισσότερα βρέφη, νήπια και έφηβοι με μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο προσβάλλονται μέσα από την επαφή με φαινομενικά υγιή μέλη της οικογένειάς τους ή άτομα που τα φροντίζουν και τα οποία είναι φορείς του βακτηρίου. 

Στην Ελλάδα η επικρατέστερη ομάδα του μηνιγγιτιδόκοκκου είναι η οροομάδα Β. Αξίζει να σημειωθεί πως από την αρχή του έτους έχουν καταγραφεί συνολικά 10 κρούσματα της νόσου στη χώρα μας, εκ των οποίων το ένα κατέληξε. Στα Χανιά πριν από δύο χρόνια κατεγράφησαν δύο κρούσματα αυτής της επιθετικής μορφής μηνιγγίτιδας , με το ένα εκ των δύο να αποβαίνει μοιραίο για ένα παιδί από το Καστέλι, το οποίο κατέληξε, ενώ το πιο πρόσφατο περιστατικό εκδηλώθηκε στις 23 Αυγούστου στην Κρήτη, όπου 3χρονο κοριτσάκι εμφάνισε υψηλό πυρετό και διακομίστηκε στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο. Το συγκεκριμένο  περιστατικό είχε ευτυχώς αίσιο τέλος χάρη στη συντονισμένη δράση τόσο της παιδιάτρου, όσο και της μητέρας.

Με 47 κρούσματα κατά μέσο όρο ετησίως, η νόσος κινείται σε ποσοστά αντίστοιχα των  άλλων χωρών της Ευρώπης. Το μεγαλύτερο μέρος των κρουσμάτων είναι βρέφη ηλικίας κάτω του 1 έτους και νήπια ηλικίας 1 έως 4 ετών και αποτελεί μία από τις πιο ύπουλες και σοβαρές ασθένειες. Οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο προσβολής από τη νόσο, κυρίως επειδή έρχονται αντιμέτωποι με νέες καταστάσεις και ο τρόπος της ζωής τους αλλάζει. Οι συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες δυστυχώς εμφανίζουν ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό θνητότητας.

Πρόληψη μέσω του εμβολιασμού

Ευτυχώς, η μηνιγγίτιδα Β μπορεί και πρέπει να προληφθεί εγκαίρως και αποτελεσματικά μέσω του εμβολιασμού. Σύμφωνα με την έρευνα του Επίκουρου Καθηγητή Πολιτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Σουλιώτη, που διεξήχθη σε δείγμα 201  Ελλήνων παιδιάτρων και 1.003 γονέων, 9 στους 10 Έλληνες παιδιάτρους συστήνουν στους γονείς τον εμβολιασμό έναντι της μηνιγγίτιδας Β για το παιδί τους, με έμφαση στα μικρότερα του ενός έτους παιδιά σε ποσοστό 40,2%. 

Ο εμβολιασμός κατά της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β κατέστη εφικτός στην Ελλάδα από το 2013, με το εμβόλιο Bexsero, το οποίο κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών παιδιών από την ηλικία των 2 μηνών, εφήβων και ενηλίκων και αποζημιώνεται για τις «ομάδες υψηλού κινδύνου». Χώρες όπως η Αγγλία, η Ιταλία, η Ιρλανδία και η Ανδόρα έχουν εντάξει το Bexsero στα αντίστοιχα Εθνικά Προγράμματα Εμβολιασμών, επιπροσθέτως των ομάδων υψηλού κινδύνου και συστήνουν και αποζημιώνουν το εμβόλιο σε υγιή πληθυσμό και κατά προτεραιότητα σε βρέφη ηλικίας 0-1 έτους. 

Τα στοιχεία για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου μιλάνε από μόνα τους. Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον εμβολιασμό ενός εκατομμυρίου παιδιών (έως ενός έτους), η αποτελεσματικότητα του Bexsero αγγίζει το ποσοστό της τάξεως 83% έναντι οποιουδήποτε στελέχους της μηνιγγίτιδας Β και το 94% κατά των στελεχών που μπορούν να προληφθούν μέσω εμβολιασμού. 

Επιπρόσθετα, η υψηλή ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του εμβολίου τεκμηριώνεται από δεδομένα που καταδεικνύουν ότι ο ρυθμός αναφοράς των ανεπιθύμητων ενεργειών του εμβολίου ήταν περίπου το ήμισυ του συνόλου των αναμενόμενων κατά το πρώτο έτος εισαγωγής τους στο Εθνικό Πρόγραμμα του Ηνωμένου Βασιλείου, τον εμβολιασμό περίπου ενός εκατομμυρίου παιδιών ηλικίας έως ενός έτους στο Η.Β. αλλά και τη χορήγηση περισσοτέρων των 17 εκατ. δόσεων παγκοσμίως. Σημειώνεται ότι απαιτείται να έχουν χορηγηθεί όλες οι συνιστώμενες, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, δόσεις του εμβολίου, ώστε να επιτευχθεί πλήρης προστασία ενάντια στη νόσο.

Το συγκεκριμένο εμβόλιο είναι αποτέλεσμα 20 και πλέον ετών πρωτοποριακής έρευνας, έχει εγκριθεί σε περισσότερες από 35 χώρες του κόσμου και τον Απρίλιο του 2017 βραβεύτηκε ως το Καλύτερο Εμβόλιο Πρόληψης στα διεθνή βραβεία κύρους «Vaccine Industry Excellence Award». 

Εκπροσωπώντας την εγχώρια ιατρική κοινότητα, ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών Γιώργος Πατούλης και ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Κώστας Νταλούκας στέλνουν το μήνυμά τους στους γονείς υπογραμμίζοντας: »Η μηνιγγίτιδα προλαμβάνεται και θεραπεύεται μόνο μέσω του έγκαιρου εμβολιασμού. Γονείς και παιδίατροι πρέπει να λειτουργήσουν με κοινό στόχο την πρόληψη για την καταπολέμηση της ασθένειας».

Παράλληλα, από το  Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μηνιγγίτιδας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, η Δρ. Τζωρτζίνα Τζανακάκη εκτιμά ότι μέχρι το 2020 τα περιστατικά μηνιγγίτιδας Β θα αυξηθούν κατά 60% και η θνητότητα εξαιτίας της μηνιγγίτιδας Β κατά 40%, γεγονός το οποίο δεν μας επιτρέπει να εφησυχάσουμε! 

Η συνήθης έξαρση της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β κατά την περίοδο του φθινοπώρου, όπως και πολλών άλλων σοβαρών λοιμώξεων, αποτελεί τον σημαντικότερο λόγο για να επισκεφθούν άμεσα οι γονείς τον παιδίατρό τους, ιδίως σε συνδυασμό με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς και της εμβολιαστικής περιόδου.