Η επιδίωξη για όλο και μεγαλύτερες δυνατότητες αποθήκευσης δεδομένων αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό της εξέλιξης των ηλεκτρονικών συσκευών, από τα smartphοnes ως τους υπερυπολογιστές- και επιστήμονες του University of Manchester έκαναν ένα σημαντικό βήμα, αποδεικνύοντας πως η αποθήκευση δεδομένων με μία κατηγορία μορίων γνωστών ως «μονομοριακοί μαγνήτες» είναι πολύ πιο βιώσιμη ως επιλογή από ό,τι πιστευόταν μέχρι τώρα.
Την έρευνα πραγματοποίησαν επιστήμονες με επικεφαλής τους Ντέιβιντ Μιλς και Νίκολας Τσίλτον, και δημοσιεύτηκε στο Nature. Όπως αποδεικνύεται, η μαγνητική υστέρηση, η οποία απαραίτητη προϋπόθεση για την αποθήκευση δεδομένων, είναι δυνατή σε μεμονωμένα μόρια στους -213 βαθμούς Κελσίου- κοντά στη θερμοκρασία του υγρού αζώτου. Αυτό σημαίνει με τη σειρά του πως η αποθήκευση δεδομένων σε μεμονωμένα μόρια θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα, καθώς οι data servers θα μπορούσαν να ψύχονται μέσω της χρήσης σχετικά φθηνού υγρού αζώτου στους -196 βαθμούς Κελσίου αντί για το πιο ακριβό υγρό ήλιο (στους -269). Η έρευνα δείχνει ότι τέτοιου είδους τεχνολογίες θα είναι δυνατόν να γίνουν πραγματικότητα στο κοντινό μέλλον.
Οι δυνατότητες που συνεπάγεται η μοριακή αποθήκευση δεδομένων είναι τεράστιες: Ενδεικτικά, θα μπορούσε να επιτρέψει αποθήκευση άνω των 200 terabits δεδομένων ανά τετραγωνική ίντσα- αυτό σημαίνει 25.000 GB δεδομένων αποθηκευμένων σε ένα κέρμα- τη στιγμή που ο αποθηκευτικός χώρος του πιο εξελιγμένου iPhone 7 της Apple μπορεί να φτάσει «μόλις» μέχρι τα 256 GB. Κοινώς, το αποτέλεσμα θα είναι πολύ μικρότεροι σκληροί δίσκοι, που απαιτούν πολύ λιγότερη ενέργεια- κάτι που σημαίνει ότι τα data centers ανά τον κόσμο θα γίνονταν πολύ πιο αποδοτικά και οικονομικά.