Παρά τις βίαιες κινητοποιήσεις στην Αλβανία η γερμανική κυβέρνηση συνεχίζει να στηρίζει τις διαπραγματεύσεις για ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. Αυτό επιβεβαίωσε ο γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών Μίχαελ Ροτ σε συνέντευξή του στη DW.
Το περασμένο Σαββατοκύριακο σημειωθήκαν συγκρούσεις στα Τίρανα με μολότοφ και κροτίδες καθώς και επιθέσεις με χρώμα στο γραφείο του πρωθυπουργού Έντι Ράμα και στο κτίριο της βουλής. Η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση για εγκλήματα και διαφθορά και ζητά πρόωρες εκλογές, ενώ διαμαρτυρίες έχουν ξεκινήσει από τον Φεβρουάριο.
Σημαντική πρόοδος στην Αλβανία
Λίγο πριν από τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Μίχαελ Ροτ στη DW είχε μιλήσει με την υπουργό Εξωτερικών της Αλβανίας Γκεντ Τσακάι για την κρίση στη χώρα. Πριν από έναν χρόνο, η Ε.Ε. δεσμεύτηκε ότι η έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. θα γίνει τον Ιούνιο του 2019.
Ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών εμφανίζεται αισιόδοξος ότι θα γίνει αυτό: «Φυσικά και τασσόμαστε υπέρ της προοπτικής ένταξης της Αλβανίας και των Δυτικών Βαλκανίων. Θα πρέπει να τηρήσουμε την υπόσχεσή μας. Πριν από έναν χρόνο, τον Ιούνιο, δώσαμε στην Αλβανία να κάνει κάποια “μαθήματα”. Έχω την εντύπωση ότι η Αλβανία έκανε τα μαθήματά της: δικαστική μεταρρύθμιση, καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της διακίνησης ναρκωτικών, δημιουργία υποδομών σύγχρονης διοίκησης. Σημειώθηκε σημαντική πρόοδος. Μάλιστα θα τολμούσα να πω, ότι ίσως καμία άλλη χώρα δεν έκανε τόσο καλά τα μαθήματά της πριν την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Φυσικά και πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά, αλλά είμαι αισιόδοξος ότι μπορεί να υπάρξει μια θετική συζήτηση για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας αφού πληρούνται πια συγκεκριμένα κριτήρια».
Την ίδια ώρα ο γερμανός πολιτικός εκφράζει την ανησυχία του για τα επεισόδια στο εσωτερικό της χώρας: «Η κριτική είναι φυσιολογική σε κάθε ζωντανή δημοκρατία, αλλά η βία ως μέσο στην πολιτική δεν είναι σε καμία περίπτωση αποδεκτή. Ανησυχούμε πολύ για την κατάσταση στα εσωπολιτικά της Αλβανίας και για την ευθύνη της αντιπολίτευσης όσον αφορά τη χρήση βίας. Περιμένω και από την αντιπολίτευση να αναλάβει τις ευθύνες της απέναντι στη δημοκρατία. Δεν καταλαβαίνω καθόλου πώς μπορεί να εξαγγέλλει κάποιος μποϊκοτάζ του κοινοβουλίου, πώς μπορεί να μποϊκοτάρει τοπικές εκλογές. Το κοινοβούλιο είναι ο χώρος, στον οποίο ανήκει η διεξαγωγή κρίσιμων συζητήσεων. Όλοι πρέπει να αναλάβουν αυτή την ευθύνη. Κατά διαστήματα έχω την εντύπωση ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας δεν ενδιαφέρει καθόλου την αντιπολίτευση και ότι ασκείται μια ανεύθυνη πολιτική κωλυσιεργίας στις πλάτες του αλβανικού λαού. Αυτό δεν είναι αποδεκτό. Και για άλλη μια φορά: είναι αυτονόητο πολίτες να ασκούν κριτική στην κυβέρνησή τους και σε βουλευτές. Κάτι τέτοιο πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Κανείς από εμάς δεν προσπαθεί να ωραιοποιήσει την κατάσταση στην Αλβανία. Αλλά οι εξάρσεις βίας δεν πρέπει να γίνουν καθημερινότητα ούτε στην Αλβανία, ούτε σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης».
Υποχρέωση της αλβανικής δικαιοσύνης, όχι της κυβέρνησης
Τέλος ο Μίχαελ Ροτ απαντά και στο ζήτημα για το οποίο η αλβανική αντιπολίτευση κατηγορεί τον πρωθυπουργό της χώρας, ότι δηλαδή εξαγόρασε ψήφους με τη βοήθεια ανθρώπων από το χώρο του οργανωμένου εγκλήματος. «Οι κατηγορίες αυτές πρέπει να εξακριβωθούν. Αυτό είναι κάτι που περιμένουμε να κάνει η Αλβανία. Ωστόσο αυτό δεν είναι τόσο υποχρέωση της αλβανικής κυβέρνησης, όσο της αλβανικής δικαιοσύνης, η οποία όμως είναι ανεξάρτητη. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι δεν μπορεί να ασκηθεί επιρροή απ’ έξω».