Από την έντυπη έκδοση
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Η ποδοσφαιροποίηση της δημόσιας ζωής κάνει ακόμα πιο σοβαρό το πρόβλημα ανθρώπινου κεφαλαίου που αντιμετωπίζει η χώρα. Δημογραφική κάμψη και ελλειμματικό ανθρώπινο κεφάλαιο είναι δύο από τα σοβαρότερα προβλήματα της χώρας και η μη επίλυσή τους θα έχει δραματικές επιπτώσεις στις επενδύσεις και στην ανάπτυξη του αύριο. Δυστυχώς δε, επειδή το πρόβλημα αυτό δεν είναι χειροπιαστό, δεν το βλέπει δηλαδή κανείς να κυκλοφορεί, το πολιτικό σύστημα, όταν βρίσκεται απέναντί του, συνήθως σφυρίζει αδιάφορα. Είναι πιο εύκολο να πουλάει κανείς εθνικιστικές σαπουνόφουσκες για παράδειγμα, παρά να ομιλεί για δραματική συρρίκνωση και ανεπάρκεια ανθρώπινου κεφαλαίου.
Ευτυχώς όμως που υπάρχουν στη χώρα και κάποιες «περίεργες» εταιρείες, όπως η Manpower Group, που μας προσγειώνουν στην πραγματικότητα. Αυτήν που κατά κανόνα ενοχλεί, γι’ αυτό και οι μεγάλοι «οραματιστές» την απεχθάνονται. Τι μας λέει σήμερα αυτή η πραγματικότητα; Σε λίγα και εξαιρετικά μεστά λόγια την περιγράφει η τελευταία έκθεση της Manpower, που αν την δει κανείς πολυδιάστατα, είναι εξόχως δυσάρεστη. Διότι πολύ απλά τονίζει πως η Ελλάδα έχει σοβαρό πρόβλημα ανθρώπινου κεφαλαίου. Ιδιαίτερα δε στους τομείς αυτούς που οριοθετούν την παραγωγή πλούτου σήμερα, αύριο και μεθαύριο.
Κατά τη Manpower Group, τεχνικοί και πτυχιούχοι μηχανικοί είναι οι ειδικότητες που εμφανίζουν μεγάλο έλλειμμα προσφοράς στην ελληνική αγορά εργασίας, με αποτέλεσμα οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις να δυσκολεύονται να καλύψουν τις ανάγκες τους. Τα στοιχεία από την έρευνα της Manpower αποδεικνύουν ότι η αντιστοίχιση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε επαγγέλματα προτεραιότητας αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία. Μάλιστα, η Ελλάδα όχι μόνο βρίσκεται στις τρεις πρώτες χώρες που αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία στην εύρεση ταλέντων, στην παγκόσμια κατάταξη της έρευνας που διεξάγει η Manpower Group, αλλά το 2019 κατέγραψε και το υψηλότερο ποσοστό -ρεκόρ 11ετίας- από την έναρξη της έρευνας. Το φαινόμενο ωστόσο δεν είναι μόνο ελληνικό. Η ετήσια διεθνής έρευνα της Manpower Group καταγράφει επίσης το υψηλότερο ποσοστό από το 2007 στη δυσκολία των επιχειρήσεων να βρουν εργαζομένους με τα απαιτούμενα προσόντα στο σύνολο των χωρών που συμμετέχουν σε αυτήν.
Και από την άποψη αυτή ίσως να αποτελεί παρηγοριά στον άρρωστο ότι σοβαρό έλλειμμα ανθρώπινου δυναμικού αντιμετωπίζει και η Γερμανία, μια χώρα στην οποία 1,6 εκατ. θέσεις εργασίας παραμένουν κενές. Ακόμα χειρότερα, η Γερμανία, όπως και η Ελλάδα βέβαια, αντιμετωπίζει μια σοβαρή τεχνολογική καθυστέρηση έναντι άλλων μεγάλων χωρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ. Κατά συνέπεια, οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» επισημαίνουν ότι υπό τις σημερινές συνθήκες είναι ορατός ο κίνδυνος αμερικανικές εταιρείες να «καταβροχθίσουν» τμήματα της γερμανικής βιομηχανίας.
Στο σχετικό ρεπορτάζ της η βρετανική εφημερίδα τονίζει ότι το 1997 η χρηματιστηριακή αξία της Apple ανερχόταν μόλις σε 3 δισ. δολάρια και δεν αντιπροσώπευε περισσότερο από το 1/10 του γερμανικού ομίλου Siemens. Σήμερα, όμως, δυόμισι δεκαετίες μετά, η κεφαλαιοποίηση της Apple υπερβαίνει όχι μόνον αυτήν της Siemens, αλλά και το άθροισμα των 30 μεγαλύτερων γερμανικών εταιρειών του δείκτη Xetra DAX της Φραγκφούρτης. Και βέβαια το θέμα είναι ευρύτερα σημαντικό ακριβώς επειδή η Γερμανία είναι η ατμομηχανή της Ευρώπης και η τέταρτη οικονομία στον κόσμο. Είναι, άλλωστε, αδιαμφισβήτητη η υπεροχή της ως προς την ποιότητα των προϊόντων μαζικής παραγωγής και μηχανολογίας, των δύο στοιχείων που υπήρξαν καίρια χαρακτηριστικά της βιομηχανίας του 20ού αιώνα, προτού αρχίσει να καταβροχθίζει τα πάντα ο κλάδος του λογισμικού.
Όμως η ιλιγγιώδης χρηματιστηριακή αξία της Apple δεν είναι ένα καπρίτσιο της στατιστικής, αλλά αντανακλά μια πραγματικότητα. Όπως έχει υπογραμμίσει σε σχετικό ρεπορτάζ της η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, το σήμα Made in Germany δεν έχει να παρουσιάσει ούτε ένα κορυφαίο ψηφιακό προϊόν. Η χώρα καταλαμβάνει, άλλωστε, μόλις την ένατη θέση στον παγκόσμιο δείκτη καινοτομίας. Η Handelsblatt αποδίδει το πρόβλημα στο ότι οι διοικήσεις των γερμανικών επιχειρήσεων είναι συντηρητικές, έχουν έλλειμμα πολιτικής υποστήριξης και υφίστανται ανελέητο ιδεολογικό πόλεμο. Υπό αυτές τις συνθήκες, η γερμανική περίπτωση αποτελεί βολικό άλλοθι για την αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζεται η ελληνική περίπτωση, που είναι όμως διαφορετική.
Η Ελλάδα πολύ απλά δεν είναι Γερμανία και από γεωπολιτικής πλευράς δεν αντιμετωπίζει τους ίδιους κινδύνους με τη χώρα του Γκαίτε. Μπορεί στη Γερμανία να βρίσκονται σήμερα περί τα τρία εκατομμύρια Τούρκοι που αύριο θα είναι ίσως πέντε εκατομμύρια, δεν συνιστούν όμως τον ίδιο κίνδυνο με τα 80 σήμερα και τα 100 εκατομμύρια αύριο που θα έχει απέναντί της μια ισχνή δημογραφικά Ελλάδα. Είναι καιρός, λοιπόν, το τεράστιο πρόβλημα του ανθρώπινου κεφαλαίου στη χώρα μας να το πάρουμε στα σοβαρά και να του δώσουμε την προτεραιότητα που πρέπει σε όλες τις διαστάσεις του.