Skip to main content

Στη μεταμνημονιακή Ελλάδα δεν θα είναι όλα ρόδινα!

Από την έντυπη έκδοση

Του Βασίλη Κορκίδη*
*Πρόεδρος της ΕΣΕΕ και του ΕΒΕΠ

Σε 10 ημέρες η χώρα μας εγκαταλείπει τυπικά μια μακρά μνημονιακή περίοδο 9 ετών, η οποία αφήνει πίσω της 924.000 ανέργους, 250.000 επιχειρήσεις να έχουν βάλει λουκέτο και μισθωτούς, συνταξιούχους και επαγγελματίας να έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία, στα ασφαλιστικά ταμεία και στις τράπεζες 227 δισ. ευρώ. Κατά τη διάρκεια των μνημονίων οι εκάστοτε κυβερνήσεις προσπάθησαν με την επιβολή εξοντωτικών φόρων να επιτύχουν την πολυπόθητη δημοσιονομική εξυγίανση και τα απαιτούμενα πλεονάσματα. Ωστόσο, η δραματική μείωση των εισοδημάτων επέφερε συρρίκνωση της κατανάλωσης, με αποτέλεσμα οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι που έμπαιναν στα κρατικά ταμεία να είναι λιγότεροι σε σχέση με την προ κρίσης εποχή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2016 ο φόρος στα εισοδήματα ανήλθε στα 18 δισ. ευρώ και το 2017 στα 20 δισ. ευρώ, όταν το 2010 είχαν μπει στα κρατικά ταμεία σχεδόν 18,7 δισ. ευρώ. Σε αυτό θα πρέπει να λάβει κανείς πολύ σοβαρά υπόψη του και την εκτεταμένη φοροδιαφυγή αλλά και τη φοροαδυναμία η οποία πλήττει τόσο τα έσοδα του κράτους. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές από φόρους στο α’ εξάμηνο του 2018 ξεπέρασαν ήδη τα 5,1 δισ. ευρώ και ως εκ τούτου τα ερωτήματα που παραμένουν είναι δύο, αφενός κατά πόσο τα νοικοκυριά διαθέτουν τα χρήματα για να πληρώσουν και αφετέρου εάν οι επιχειρήσεις έχουν εισπράξει αυτά που τους οφείλονται ώστε να καταβάλουν εγκαίρως τους «μεταμνημονιακούς φόρους».

Σε ένα δείγμα 251.000 επιχειρήσεων οι 158.000 είτε είναι ζημιογόνες είτε δεν έχουν καθόλου κέρδη και μόλις 1 στις 10 έχει κέρδη άνω των 60.000 ευρώ. Αναλυτικότερα, 4 στις 10 επιχειρήσεις είναι ζημιογόνες, 5 στις 10 έχουν μηδενικά, είτε πολύ μικρά κέρδη, ενώ οι βεβαιωμένοι φόροι των επιχειρήσεων ανέρχονται σε 4,27 δισ. ευρώ. Σε ατομικό επίπεδο, 4 στους 10 φορολογουμένους με χρεωστικό εκκαθαριστικό σημείωμα θα πληρώσουν φέτος αυξημένο φόρο έως και 40%, ενώ 2 στους 10 διπλάσιο φόρο.

Πιστεύω ότι είναι πολύ πρόωρο να εφησυχάσει κανείς από όσους δραστηριοποιούνται στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και θα είναι τραγικό λάθος να συμπεράνει κάποιος ότι τα δύσκολα πέρασαν, αφού η πραγματική οικονομία έχει μεν δείξει σημάδια βελτίωσης σε κάποιους κλάδους, αλλά εξακολουθεί να είναι ακόμα ευάλωτη σε εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους.

Ήδη το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου οι πωλήσεις των καταστημάτων κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, καθώς 2,5 εκατομμύρια φορολογούμενοι έπρεπε να πληρώσουν στο τέλος Ιουλίου 1,2 δισ. ευρώ σε φόρους εισοδήματος. Χρήματα που λείπουν από την αγορά και αυτό γίνεται αντιληπτό απ’ όλους τους εμπόρους λιανικής.

Η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας θεωρεί ότι στη μεταμνημονιακή περίοδο η μείωση των φόρων θα πρέπει να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα για το οικονομικό επιτελείο της ελληνικής κυβέρνησης.

Προς αυτή την κατεύθυνση και με στόχο να επιβιώσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι επαγγελματίες θα πρέπει να μειωθούν ο φόρος για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26% και σταδιακά στο 20%, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων που δημιουργούν ένα υπερβολικό μη μισθολογικό κόστος. Επίσης θα πρέπει να μειωθεί ο ΦΠΑ σε κλάδους της οικονομίας όπως για παράδειγμα ο τουρισμός, η εστίαση, η ναυπηγοεπισκευή και οι θαλάσσιες μεταφορές για να μπορέσουμε αν μη τι άλλο να είμαστε ανταγωνιστικοί με τους συναδέλφους των γειτονικών χωρών. Στην Ελλάδα ο ΦΠΑ έχει αλλοιωθεί και από φόρος προστιθέμενης αξίας έχει μετατραπεί σε προστιθέμενος φόρος.

H «μεταμνημονιακή» περίοδος στην Ελλάδα, όπως όλα δείχνουν, θα αποδειχθεί εξίσου δύσκολη με την περίοδο των τριών μνημονίων, αλλά ας ελπίσουμε ότι θα περιοριστεί σε μία μόνο τετραετία. Πολύ φοβάμαι ότι η «μεταμνημονιακή υπερφορολόγηση» θα λειτουργήσει σε βάρος των επενδύσεων, ενώ τα «μεταμνημονιακά υπερπλεονάσματα» θα πλήξουν την ανάπτυξη.

Για την πραγματική οικονομία μία ουσιαστική έξοδος από τα μνημόνια κανονικά θα έπρεπε να σηματοδοτεί την αύξηση της κερδοφορίας όλων των ελληνικών επιχειρήσεων, την επαναφορά της ρευστότητας στην αγορά και το τέλος της υπερφορολόγησης φυσικών και νομικών προσώπων. Ίδωμεν!