Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ.Παπαγιαννίδη
[email protected]
Μέχρι να κατακάτσει -αληθινά- το πού βρισκόμαστε, τι συμφωνείται και τι συνεχίζει να σέρνεται θα χρειαστεί ούτως ή άλλως καιρός.
Αυτό, πάντως, το «πέτυχε» η βαρουφακική λογική της διαπραγμάτευσης (ακόμη και με τον Βαρουφάκη στο ράφι). Βαθμιαία, δε, ό,τι κι αν προκύψει προαναγγέλλεται ρηχό και μίζερο. Και, «φυσικά», υφεσιακό. Καλύτερα λοιπόν να κοντοσταθούμε λίγο, μην και κατανοήσουμε με ποιον τρόπο εξηγούνται οι συμπεριφορές των τελευταίων εβδομάδων. Λοιπόν:
Είναι αλήθεια πως η διαδικασία του πένθους, της εσωτερίκευσης της απώλειας (των ονείρων, της εικόνας του εαυτού, της διαδρομής ζωής) και της συμμόρφωσης με την πραγματικότητα (με τις αντικειμενικές συνθήκες θα ‘λεγαν όσοι ξεκινούν με μαρξιστικές μνήμες, με τους συσχετισμούς όπως θα επέλεγαν να πουν εκείνοι που ανάγονται στον Θουκυδίδη) έχει μια στερεότυπη διαδρομή. Τις διαβόητες πέντε φάσεις. Ξεκινάει με την άρνηση, την απομάκρυνση από την αποδοχή. Προχωράει με τον θυμό, με την έκρηξη οργής – βέβαια, πόσο έκρηξη, εξαρτάται από το ποιος είναι και «πόσο σε παίρνει».
Ακολουθεί εκείνο που είναι γνωστό ως «διαπραγμάτευση»: εκεί, το υποκείμενο συζητά με τον εαυτό του κυρίως ποια στοιχεία μιας βιώσιμης ανεκτής λύσης θα αποδεχόταν (για τον εαυτό του, πάλι) για «μετά». Το επόμενο στάδιο έχει να κάνει με την αληθινή εσωτερίκευση που αρχίζει – και με την αναμέτρηση με το κόστος που αυτή η εσωτερίκευση έχει: πρόκειται για την κατάπτωση, για μια κατάθλιψη, εκείνο που συνήθως αναγνωρίζουμε ως πένθος.
Το τελευταίο στάδιο (που, ακριβώς επειδή προηγήθηκαν τα τέσσερα άλλα, λειτουργεί ως λύτρωση) είναι εκείνο της αποδοχής ή, αν προτιμάτε, του συμβιβασμού. Εδώ η διαδρομή τελειώνει!
Τι σχέση μπορεί να έχει μια τέτοια συζήτηση με τα θέματα που πραγματεύεται συνήθως η στήλη στις φιλόξενες σελίδες της «Ναυτεμπορικής»; Φρονούμε ότι αυτήν τη διαδρομή ζουν, τον καιρό της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας για το «πού θα κάτσει το πράγμα», όσοι βρίσκονται στην εξουσία/όσοι βρέθηκαν με την εξουσία (άρα: και το βάρος της εξουσίας) στα χέρια τους.
Ομως και ο ευρύτερος περίγυρος -η εξουσία συνολικά- έχει την τάση να τραβάει (όπως το φως τραβάει τις σκνίπες, όπως η σήψη τραβάει τις μύγες…), οπότε σιγά σιγά μιλάμε για πολύν κόσμο.
Η φάση της άρνησης έχει περάσει. Εδώ και καιρό. Η φάση του θυμού είναι ακόμη παρούσα για πολλούς: όσοι στην κυβέρνηση και τις παρυφές της χτυπιούνται και ινδαλματοποιούν τη διαβόητη ρήξη (την οποία δεν μπορούν/δεν τολμούν) είναι εγκατεστημένοι εδώ, στον θυμό. Παράπλευρη απώλεια, εν προκειμένω, η συζήτηση για τις ευθύνες του Γιώργου Παπανδρέου για την υπαγωγή «στα μνημόνια», ανάλογο το κλίμα και στης Ζωής Κωνσταντοπούλου την Επιτροπή Αλήθειας για το Χρέος ή την αντίστοιχη Εξεταστική.
Ολο και περισσότεροι περνούν στη φάση της διαπραγμάτευσης. Δηλαδή της «συζήτησης» με την πραγματικότητα και τις παραμέτρους της. Εδώ, η διαπραγμάτευση-που-μόνον-διαπραγμάτευση-δεν-ήταν μέχρι πριν λίγο με τους «εταίρους» έπαιξε σωτήριο ρόλο. (Ανθρωποι σαν τον Βαρουφάκη δεν το αντέχουν. Ξεφεύγουν. Οχυρώνονται στον δικό τους κόσμο, απρόσιτο στους άλλους, χτισμένο από τους ίδιους.)
Αυτή η φάση δεν είναι λυτρωτική, όμως. Για να φτάσει κανείς στη φάση της αποδοχής -που αυτή είναι που κλείνει τον κύκλο, ανθρώπινα όσο και κοινωνικά- είναι αναπόδραστη η διέλευση από τη φάση της κατάπτωσης, ακόμη και της κατάθλιψης.
Ε, λοιπόν, έχουμε την εντύπωση ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο στενός του κύκλος έχουν μπει στη φάση αυτή, καθώς, ακριβώς, βλέπουν στο βάθος τη διέξοδο της αποδοχής. (Η οποία, μην αυταπατώμεθα, περιλαμβάνει και την εξουσία, και τη διατήρησή της.)
Οι άλλοι, οι περισσότεροι, μένουν εγκατεστημένοι στη διαπραγμάτευση, αν δεν υποχωρούν φοβισμένοι στον θυμό ή και στην άρνηση.
Αυτό το σχήμα -φρονούμε- είναι που εξηγεί τα μπρος-πίσω, τις ανασφάλειες, τις συμβιβαστικές κινήσεις, τις υπαναχωρήσεις, τις αναφλέξεις. Από την απώλεια (της εύκολης ιδέας του ότι «θα φτιάξουμε τον κόσμο», της μηχανιστικής λογικής «λύσης», των ιδεολογημάτων κοκ.) στην αποδοχή. Που όταν θέλεις να την αποικοδομήσεις την αποκαλείς «αποδοχή του συμβιβασμού», όταν επιλέξεις να πας παρακάτω τη θεωρείς «αποδοχή της πραγματικότητας». Τόσο απλά, τόσο δύσκολα.