Skip to main content

Ανισότητες και κατώτατος μισθός

Από την έντυπη έκδοση

Του Μωυσή Λίτση
[email protected]

Εκατό ημέρες κλείνει μεθαύριο στην εξουσία ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν. Υλοποιώντας εν μέρει μία από τις βασικές προεκλογικές υποσχέσεις του, ο Μπάιντεν προχωρά στην αύξηση του κατώτατου μισθού στα 15 δολάρια την ώρα, προς το παρόν μόνο σε όσους εργάζονται σε υπηρεσίες καθαριότητας, σίτισης και οικοδομικά έργα για λογαριασμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται κατά 37% τον Μάρτιο του 2022 από 10,95 δολάρια την ώρα που είναι σήμερα.

Παραμένει ωστόσο ερώτημα αν ο Αμερικανός πρόεδρος θα προχωρήσει σε αντίστοιχη αύξηση και σε άλλους κλάδους (φαστφούντ, βενζινάδικα κ.ά.), με τον κατώτατο μισθό να μένει κολλημένος στα 7,25 δολάρια την ώρα από το 2019. Η πρόβλεψη για αύξησή του, η οποία είχε αρχικά συμπεριληφθεί στο νομοσχέδιο για το πακέτο ενίσχυσης της οικονομίας με 1,9 τρισ. δολάρια, αφαιρέθηκε λόγω των αντιδράσεων των γερουσιαστών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και της επιθυμίας του Μπάιντεν να εξασφαλίσει δικομματική συναίνεση.

Η έστω μερική ικανοποίηση του αιτήματος για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 15 δολάρια την ώρα είναι μια σημαντική νίκη για το νέο μαχητικό εργατικό κίνημα που αναδύθηκε στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια. Ο Μπάιντεν προχώρησε στην ικανοποίηση του εν λόγω αιτήματος, ενδίδοντας στις εξ αριστερών πιέσεις, θέλοντας παράλληλα να φράξει τον δρόμο προς περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση του Δημοκρατικού Κόμματος.

Φυσικά μία αύξηση του κατώτατου μισθού δεν είναι ικανή από μόνη της για να μετριάσει τις αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες στις ΗΠΑ, που φάνηκε να μην επηρεάζονται ούτε καν από την πανδημία του κορονοϊού και τα περιοριστικά μέτρα.

Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times, ο μέσος όρος αποδοχών των διευθυνόντων συμβούλων των 3.000 εταιρειών του χρηματιστηριακού δείκτη Russell αυξήθηκε 6% πέρυσι. Στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στον δείκτη S&P 500 οι αμοιβές των διευθυνόντων συμβούλων, συμπεριλαμβανομένων των μπόνους και των μακροπρόθεσμων μετοχών, έφθασε στα 13,3 εκατ. δολάρια το 2020, καταγράφοντας αύξηση για ενδέκατη συνεχή χρονιά.

Αντιθέτως, ο μέσος όρος αποδοχών για τους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις του S&P 500 μειώθηκε κατά 17% πέρυσι, έτσι που η αναλογία των αποδοχών των διευθυνόντων συμβούλων σε σχέση με τους εργαζόμενους να εκτιναχτεί από το 182 προς 1 στο 227 προς 1.