Skip to main content

Το «φάρμακο» των ισχυρών

Από την έντυπη έκδοση

Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]

Λιτότητα ή ανάπτυξη; Πέντε χρόνια μετά και κανείς δεν έχει δώσει ξεκάθαρη απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα. Για τις χώρες που παρασύρθηκαν στον κυκλώνα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η λιτότητα θεωρήθηκε το κατάλληλο «φάρμακο» που επιβλήθηκε επισήμως -μέσα από τις υπογραφές των μνημονίων- σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Κύπρο, αλλά και ανεπισήμως στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, που κατά την κορύφωση της κρίσης έβλεπαν έντρομες ότι έχαναν την εμπιστοσύνη των αγορών και προσπαθούσαν -με γενναίες μειώσεις στις κρατικές δαπάνες, «ψαλίδι» στους μισθούς και αυξήσεις στους φόρους- να την επανακτήσουν.

Για την κραταιά Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της «οικογένειας» του ευρώ, η «συνταγή» είναι αλάνθαστη και μοναδική «θεραπεία» στα προβλήματα όσων οικονομιών «νόσησαν» ή κινδύνευσαν να προσβληθούν από την «αρρώστια» της κρίσης. Δεν έχουν όμως την ίδια άποψη και οι πολίτες των χωρών που χρειάστηκε να δοκιμάσουν αυτό το τόσο πικρό «φάρμακο».

Πέντε χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η αντιπαράθεση μεταξύ των υπέρμαχων και των πολέμιων της λιτότητας συνεχίζεται, χωρίς ακόμη να έχει υπάρξει επίσημη «ετυμηγορία». Και η επικείμενη συνάντηση των εκπροσώπων του ομίλου των επτά περισσότερο ανεπτυγμένων χωρών (G7) αναμένεται να εξελιχθεί σε νέο πεδίο «μάχης». Ο ίδιος ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φαίνεται να είναι προετοιμασμένος για μια πολιτική σύγκρουση με τους εταίρους των υπόλοιπων χωρών του G7 γύρω από τη λογική της σκληρής λιτότητας.

Με το πρόβλημα της Ελλάδας να παραμένει άλυτο, τις προθεσμίες ασφυκτικές και την αγωνία για τον κίνδυνο μιας χρεοκοπίας να έχει ήδη προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην ελληνική οικονομία, το Βερολίνο θα χρειαστεί να επιστρατεύσει ακράδαντα επιχειρήματα που να αντικρούουν τους ισχυρισμούς ότι οι μειώσεις τις δημόσιες δαπάνες οδηγούν σε μείωση της ζήτησης, οικονομική ύφεση, υψηλή ανεργία και έναν «φαύλο κύκλο», από τον οποίο δύσκολα μπορεί να ξεφύγει κανείς.

Ειδικά από τη στιγμή που πληθαίνουν οι φωνές όσων προειδοποιούν ότι η αποτυχία για την επίτευξη μιας άμεσης συμφωνίας μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών δεν θα έχει συνέπειες μόνο για την ίδια την Ελλάδα, αλλά θα επισκιάσει και τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωζώνης, απειλώντας και την παγκόσμια οικονομία.

Ο χρόνος λιγοστεύει ανησυχητικά και οι δύο πλευρές παραμένουν περιχαρακωμένες πίσω από τις «κόκκινες» γραμμές τους. Και το δύσκολο είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν πειστικά επιχειρήματα για να στηρίξουν τη θέση τους. Από τη μία η ελληνική κυβέρνηση, που σέβεται την εντολή ενός λαού που έχει «στενάξει» κάτω από τον ζυγό της λιτότητας και από την άλλη οι εταίροι, που ζητούν την τήρηση των συμφωνηθέντων.

Σε μια οικογένεια όμως, όπως η ευρωπαϊκή, καλό θα ήταν να εισακούγονται οι φωνές όλων των μελών και όχι μόνο των ισχυρών.