Skip to main content

Θέλημα Θεού ή θέλημα ανθρώπων

Από την έντυπη έκδοση

Η αμερικανική εφημερίδα New York Times, θέλοντας να σηματοδοτήσει την επικείμενη υπέρβαση του τρομερού ορίου των 100.000 θανάτων από τον κορονοϊό στις ΗΠΑ, αφιέρωσε χθες την πρώτη σελίδα της στη μνήμη χιλίων από τους νεκρούς αυτούς, γράφοντας για καθέναν από αυτούς το πώς ήταν η ζωή του. 

«Αυτοί οι 1.000 άνθρωποι εδώ δεν αντιπροσωπεύουν παρά μόλις ένα τοις εκατό του συνόλου. Κανένας τους δεν ήταν ένας απλός αριθμός», γράφει η εφημερίδα, θυμίζοντας τη μοναδικότητα καθενός από τους χιλιάδες ανθρώπους που έφυγαν εξαιτίας της πανδημίας.

 Ήταν γραφτό να χάσουν τη ζωή τους, στη μεγαλύτερη και πλουσιότερη χώρα του κόσμου, όπου ένας πρόεδρος μπορεί με το πάτημα ενός κουμπιού να σπείρει τον πυρηνικό όλεθρο;

 Η αλλοπρόσαλλη πολιτική του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, που στην αρχή μιλούσε για μία απλή γρίπη, έπαιξε και εξακολουθεί να παίζει ρόλο στην εκατόμβη θυμάτων, που, θυμίζουμε, αφορά περισσότερο τα πιο φτωχά και περιθωριοποιημένα τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας και της πρωτεύουσας του παγκόσμιου χρήματος, της Νέας Υόρκης.

 Την ίδια στιγμή η ανεργία έχει φθάσει στα 40 εκατομμύρια. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου για Δίκαιη Φορολόγηση, οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι έχουν αυγατίσει την περιουσία τους από τα μέσα Μαρτίου κατά 434 δισ. δολάρια. Συνολικά, η περιουσία των πλουσιότερων 630 Αμερικανών φθάνει στα 3,4 τρισ. δολάρια, παρουσιάζοντας αύξηση 15% μέσα σε δύο μήνες.

 Πολλές από τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν στις ΗΠΑ δεν θα αναπληρωθούν ποτέ. Το Ινστιτούτο Becker Friedman του Πανεπιστημίου του Σικάγο εκτιμά πως το 42% των θέσεων εργασίας που χάθηκαν μετά τις 25 Απριλίου, χάθηκαν για πάντα. Αυτό σημαίνει ότι 11,6 εκατ. εργαζόμενοι δεν θα μπορέσουν να επιστρέψουν στην εργασία τους. 

Τα εκατομμύρια δολάρια, που μοίρασαν προ κορονοϊού η Fed, η ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες, κάθε άλλο παρά θωράκισαν τα εθνικά συστήματα υγείας. Δεν δόθηκαν για νοσοκομεία, σχολεία και άλλες κοινωνικές ανάγκες, αλλά καταναλώθηκαν σε χρηματιστηριακές φούσκες.

 Άνθρωποι όπως ο διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs Λόιντ Μπλανκλφέιν, που το 2009 απαντούσε στις επικρίσεις για τον ρόλο της Γουόλ Στριτ στη χρηματοπιστωτική κρίση πως η τράπεζα έκανε απλά το «θέλημα του Θεού», πρωτοστατούν τώρα στο άνοιγμα με κάθε κόστος της οικονομίας.