Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποτελέσει την αφετηρία ενός νέου παραδείγματος παγκοσμιοποίησης; Κάθε φορά που στην ομιλία του στο Καπιτώλιο ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αναφερόταν στις πληγές του λαϊκισμού, του εθνικισμού, του προστατευτισμού και της ψευδολογίας, οι οποίες απειλούν τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, γερουσιαστές και εκπρόσωποι του αμερικανικού Κογκρέσου όρθιοι τον καταχειροκροτούσαν. Και το ερώτημα είναι: γιατί;
Προσωπικά πιστεύω ότι ο Γάλλος πρόεδρος, κάνοντας μία ωραιοποιημένη αναδρομή στις γαλλο-αμερικανικές σχέσεις από την εποχή του Λαφαγέτ έως σήμερα, στην ουσία θέλησε να δείξει στους ακροατές του ότι μετά το Brexit η Γαλλία είναι ο κύριος συνομιλητής τους στην Ευρώπη – όχι μόνον στην οικονομία, αλλά σε όλα τα θέματα, συμπεριλαμβανομένης και της λειτουργίας του ΝΑΤΟ.
Παράλληλα, όμως, ο Εμ. Μακρόν θέλησε να υπογραμμίσει ότι στη νέα παγκόσμια οικονομική πραγματικότητα, αυτήν που ο Αμερικανός καθηγητής Ντάνι Ρόντρικ αποκαλεί «καπιταλισμό 3.0», η Γαλλία μπορεί να φέρει την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα την Ευρωζώνη σε νέα επίπεδα οικονομικής λειτουργίας και διακυβέρνησης. Στο επίπεδο αυτό τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σύνθετα.
Κατά τον Ντάνι Ρόντρικ, από το 1900 και μετά έχουν υπάρξει τρία μοντέλα καπιταλισμού, από τα οποία τα δύο τελευταία αποτελούν το ένα προέκταση του άλλου. Πρόκειται για τα μοντέλα 1.0, 2.0 και 2.1, με την κρίση του 2008 να οδηγεί προς τον καπιταλισμό 3.0.
Το κύριο στοιχείο που διαχωρίζει τα μοντέλα μεταξύ τους είναι ο τρόπος με τον οποίο η διεθνής κοινότητα διαχειρίστηκε το πιο ακανθώδες ζήτημα ενός διεθνούς συστήματος αγοράς: την ισορροπία μεταξύ εθνικής και παγκόσμιας σφαίρας. Υπάρχει μία εγγενής αντίθεση ανάμεσα στην επίτευξη βαθιάς διεθνούς οικονομικής ολοκλήρωσης και στη διατήρηση της απαραίτητης ποικιλομορφίας των εγχώριων θεσμικών ρυθμίσεων. «Παρόλο που η πλήρης ολοκλήρωση των διεθνών αγορών συνεπάγεται μεγάλη οφέλη, δεν θα έπρεπε να συμβαίνει σε βάρος της δυνατότητας των κρατών να μεριμνήσουν για τους πολίτες τους» τονίζει ο καθηγητής Ντ. Ρόντρικ, σε μία προσπάθειά του να δώσει νέο περιεχόμενο στην παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού 2.1.
Κάτι τέτοιο επιδιώκει και ο Εμανουέλ Μακρόν. Κατά την άποψή του, η οικονομική κρίση του 2008 έχει επηρεάσει με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες χώρες, αναδεικνύοντας νέους νικητές και ηττημένους στην παγκόσμια αγορά, προκαλώντας σημαντικές ανακατατάξεις ισχύος στη διεθνή οικονομία.
Συνεπώς, όλες ανεξαιρέτως οι χώρες θα χρειαστεί να αναπροσαρμόσουν τις εθνικές οικονομικές στρατηγικές τους, καθώς αναποτελεσματικά και παρωχημένα συστήματα θα μπορούν μόνον να επιδεικνύουν τις αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης. Στο πλαίσιο των παραπάνω εξελίξεων, είναι πλέον φανερό ότι οι ΗΠΑ ξεπερνούν μεν την οικονομική τους κρίση, πλην όμως έχουν χάσει μέρος του δυναμισμού τους. Ως εκ τούτου, οι θεσμικοί κανόνες της Ουάσιγκτον, που πρωτύτερα είχαν τεράστιο διεθνές κύρος, θα γίνουν λιγότερο περιοριστικοί. Στο παρελθόν, οργανισμοί όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα είχαν τεράστια επιρροή στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες χώρες και βασίζονταν στους κανόνες που καθόριζαν οι ΗΠΑ. Καθώς, όμως, ο παλμός του οικονομικού μοντέλου ανάπτυξης των ΗΠΑ αποδυναμώνεται, θα συρρικνώνεται και η διανοητική νομιμοποίηση η οποία επέτρεπε στις ΗΠΑ να ελέγχουν αυτούς τους οργανισμούς.
Επομένως, οι χώρες που μέχρι τώρα ήταν καθηλωμένες στη θέση του παθητικού αποδέκτη συμβουλών σε ό,τι αφορά την ανάπτυξή τους, ίσως αποκτήσουν σύντομα τη δυνατότητα να καθιερώσουν τα δικά τους αναπτυξιακά μοντέλα – γεγονός ήδη ορατό. Η ανάπτυξη αυτή, ωστόσο, σε χώρες όπως η Τουρκία, η Κίνα, η Ρωσία, γίνεται υπό συνθήκες αυταρχικής διακυβέρνησης, γεγονός που δημιουργεί νέα προβλήματα στην πορεία της διεθνούς οικονομίας. Υπό αυτή την έννοια, ο Εμανουέλ Μακρόν -σε αντίθεση με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ- πιστεύει ότι η δημοκρατία αποτελεί παράγοντα κεφαλαιώδους σημασίας, διότι οι δημοκρατικές χώρες είναι πάντα πιο δυνατές σε περιόδους οικονομικών αναταραχών. Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες υπάρχει πάντα η δυνατότητα να καταψηφιστούν ανεπαρκείς ηγεσίες και να αντικατασταθούν από άλλες, ικανότερες να διαχειριστούν δύσκολες καταστάσεις.’
Από την άποψη αυτή, ο Γάλλος πρόεδρος πιστεύει ότι το ευρωπαϊκό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο έχει ιδιαίτερη αίγλη και μπορεί να αποτελέσει ζητούμενο για χώρες που αναζητούν μια καλή θέση στον ήλιο του νέου διεθνούς καταμερισμού της εργασίας. Συνεπώς, η Ευρώπη -σε συνεργασία, βέβαια, με την Αμερική- θα μπορούσε να αναλάβει αυτή τον ρόλο του καθοδηγητή και να βρει νέες και καινοτόμες λύσεις στο θεμελιώδες πρόβλημα της ισορροπίας ανάμεσα στην παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση και την ποικιλότητα των εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Θα πρόκειται για το μοντέλο του «καπιταλισμού 3.0», που για να πετύχει θα πρέπει πριν απ’ όλα να είναι δημοκρατικό.