Skip to main content

Ανατολίτικος παραλογισμός

Από την έντυπη έκδοση

Του Δ.Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Μετά την τηλεφωνική επικοινωνία, το απόγευμα της Πέμπτης, του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Τούρκο ομόλογό του Μπιναλί Γιλντιρίμ, δεν πρέπει να υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η Άγκυρα δεν θα αφήσει καμία ευκαιρία για να προσθέσει νέα ζητήματα στην ούτως ή άλλως επιβαρυμένη ελληνοτουρκική ατζέντα. 

Η επικοινωνία -με πρωτοβουλία Γιλντιρίμ προκειμένου να εκφρασθούν «τα συλλυπητήρια» της ηγεσίας της γείτονος, για την απώλεια του σμηναγού Γιώργου Μπαλταδώρου, στο Αιγαίο- τυπικά θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μια κίνηση «καλής θέλησης», για να πέσουν οι τόνοι στη λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο κυβερνήσεων.

Ο θάνατος συνήθως «μαλακώνει» τους ανθρώπους, αλλά ο κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του και πάντως δεν αφορά τον κ. Γιλντιρίμ, ο οποίος «αξιοποίησε» την ευκαιρία της απώλειας ενός Έλληνα αξιωματικού για να αξιώσει τη συνεργασία της Αθήνας για «την αντιμετώπιση του τρομοκρατικού δικτύου του Γκιουλέν στην Ελλάδα»…

Κατά τον Γιλντιρίμ, στο «δίκτυο Γκιουλέν» στη χώρα μας μετέχουν τουλάχιστον 2.000 Τούρκοι πολίτες. Δηλαδή όσοι περίπου απέδρασαν από την Τουρκία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016, και βρήκαν καταφύγιο στην Ελλάδα, αιτούμενοι πολιτικού ασύλου.

Ο ισχυρισμός περί του αριθμού δεν μπορεί να ελεγχθεί ως προς την ακρίβειά του. Είναι όμως σίγουρο ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα όσοι κατέφυγαν ικέτες στην Ελλάδα ήταν στη χώρα τους διακεκριμένα μέλη της ακαδημαϊκής-επιστημονικής-επιχειρηματικής κοινότητας, τα οποία αντιμετώπισαν -ή απειλήθηκαν με- διώξεις από ένα καθεστώς δομικά αυταρχικό.

Ο ισχυρισμός ότι πρόκειται για «τρομοκράτες» είναι απλώς αποκαλυπτικός του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζεται η πολιτική διαφωνία και η ιδεολογική διαφοροποίηση στην Τουρκία του Ερντογάν. Δεν είναι γνωστό εάν το «Κίνημα Γκιουλέν» δραστηριοποιείται στην Ελλάδα.

Είναι μια πληροφορία που θα έχουν ασφαλώς οι αρμόδιες υπηρεσίες της χώρας μας. Είναι όμως γνωστό ότι το Κίνημα του ιμάμη, που ζει στην Πενσιλβάνια, έχει παρουσία σε 160 χώρες, από το Αφγανιστάν έως τις ΗΠΑ, στις οποίες έχει ιδρύσει και λειτουργεί 500 σχολεία και σε καμία από αυτές -και με δεδομένη την ευαισθησία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ε.Ε. στα ζητήματα αυτά- δεν έχει κατηγορηθεί για «τρομοκρατική δράση» ή έστω ανοχή στην τρομοκρατία.

Το καθεστώς Ερντογάν, προκειμένου να επιβληθεί ολοκληρωτικά στην Τουρκία, απαιτεί τη συνεργασία όσων νομίζει ότι μπορεί να επηρεάσει, να πιέσει, να απειλήσει.

Ουσιαστικά εκβιάζει τη συνενοχή ξένων κυβερνήσεων, για να επιβάλει μια «ανελεύθερη δημοκρατία» στη γείτονα. Ήδη, έχει εφαρμόσει με σχετική επιτυχία αυτήν την πολιτική εις βάρος 18 χωρών, από τις οποίες η ΜΙΤ απήγαγε 80 Τούρκους πολίτες, για να βρεθούν στις τουρκικές φυλακές, όπως καυχήθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μπεκίρ Μποζντάγ.

Όμως, καμία δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση δεν μπορεί να υποκύψει στον εκβιασμό της Άγκυρας, χωρίς τον κίνδυνο της απόλυτης-σκληρής αποδοκιμασίας.