Skip to main content

Το αρνητικό ρεκόρ της Μέι

Από την έντυπη έκδοση 

Της Νατάσας Στασινού
[email protected]

Κάθεται στον πρωθυπουργικό θώκο μόλις 2,5 χρόνια και η κυβέρνησή της έχει χάσει 10 μεγάλες ψηφοφορίες στη Βουλή των Κοινοτήτων. Σε 11 χρόνια θητείας, η Μάργκαρετ Θάτσερ, με την οποία συνέκριναν κάποιοι την Τερέζα Μέι όταν ανέλαβε τα ηνία των Τόρις, είχε μετρήσει μόλις τέσσερις ήττες στη Βουλή. Για να είμαστε δίκαιοι, σε αντίθεση με τη Θάτσερ ηγείται κυβέρνησης μειοψηφίας. Αλλά και γι’ αυτό μόνο τον εαυτό της μπορεί να κατηγορήσει, αφού ήταν αποτέλεσμα της αδικαιολόγητης αυτοπεποίθησης με την οποία προκήρυξε τις πρόωρες κάλπες του 2017. Και κάπως έτσι το 1/5 των υπουργών, που έχουν παραιτηθεί από βρετανική κυβέρνηση από το 1979 και έπειτα, το έχει πράξει επί πρωθυπουργίας Μέι. 

Δεν ξέρουμε πώς θα τα είχε πάει στη θέση της κάποιος άλλος. Ξέρουμε όμως ότι μάλλον κανείς δεν επιθυμούσε να βρεθεί εκεί. Ο συνήθως λαλίστατος ηγέτης των Brexiteers, Mπόρις Τζόνσον, είχε βγει το βράδυ της 23ης Ιουνίου 2016, πριν ακόμη ανακοινωθούν αποτελέσματα, στη βάση των δημοσκοπήσεων, να πει «δυστυχώς φαίνεται ότι ηττηθήκαμε». Και μπορούσε να διακρίνει κανείς την ανακούφισή του γι’ αυτή την ήττα, όπως και την αμηχανία του στη συνέχεια όταν η κάλπη έδειξε έξοδο. 

Και τώρα, εάν υπάρχει κάτι που κρατάει ακόμη την Τερέζα Μέι στην εξουσία ύστερα από 2,5 χρόνια χάους, είναι ο φόβος των Συντηρητικών για το ποιος θα αναλάβει τα ηνία, εάν αυτή αποχωρήσει.

Οι Εργατικοί εμφανίζονται σε πλεονεκτική θέση και θα μπορούσαν να κερδίσουν τις εκλογές, εάν αυτές προκηρυχθούν. Αλλά και πάλι αυτό δεν θα άλλαζε πολλά, γιατί ούτε στους δικούς τους κόλπους δεν υπάρχει ενότητα. 

Το Brexit θα αργήσει. Η παράταση του Άρθρου 50 είναι αναγκαία, όχι γιατί οι Τόρις απέτυχαν στις διαπραγματεύσεις, αλλά γιατί και στα δύο μεγάλα κόμματα άλλοι θέλουν μαλακή έξοδο, άλλοι no deal και άλλοι θα ήθελαν να δουν τη χώρα να παραμένει στην Κοινότητα. Μία ακύρωση του Brexit δεν συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες, αλλά και δεν μπορεί να αποκλειστεί. Όσοι δεν θέλουν να δουν την Ένωση να «μικραίνει», ελπίζουν έως τελευταία στιγμή ότι θα δοθεί στους Βρετανούς με ένα νέο δημοψήφισμα η δυνατότητα να επιλέξουν -τώρα που διαλύθηκαν οι μύθοι- επί πραγματικών στοιχείων εάν θέλουν πράγματι να φύγουν. Αυτό όμως απαιτεί και από το Λονδίνο και από την Ε.Ε. να ομολογήσουν πρώτα τα λάθη και τις αποτυχίες τους.