Skip to main content

Πρώτα η Αμερική ή η Ευρώπη;

EPA/OLIVIER HOSLET

Ο Μακρόν, αλλά και η Ευρώπη, επιδιώκει να πετύχει  ένα είδος «νέας συνεργασίας» με την Ουάσιγκτον.

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν φτάνει σήμερα το απόγευμα στην Ουάσιγκτον για τριήμερη επίσημη επίσκεψη μετά από πρόσκληση του Τζο Μπάιντεν. Μια επίσκεψη που βρίσκει την Ευρώπη αποδυναμωμένη: Από τον πόλεμο στην Ουκρανία, την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία, αλλά και την αμερικανική  προστατευτική πολιτική που ακούει στο σύνθημα «Πρώτα η Αμερική» και ενισχύει μόνο όσες επιχειρήσεις παράγουν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Μακρόν, αλλά και η Ευρώπη, επιδιώκει να πετύχει  ένα είδος «νέας συνεργασίας» με την Ουάσιγκτον, καθώς  ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται να  δοκιμάζει σκληρά  τη δύναμη των δεσμών μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ.

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν σκοπεύει να ζητήσει από τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν εξαιρέσεις για τους Ευρωπαίους βιομήχανους που τιμωρούνται από τον νόμο IRA (“Νόμος μείωσης του πληθωρισμού”). Ο νόμος αυτός συνδυάζει όχι μόνο τεράστιες επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα και στην προστασία του κλίματος, αλλά δίνει και ισχυρές επιδοτήσεις για δραστηριότητες που παράγονται σε αμερικανικό έδαφος.

Η Ευρώπη βλέπει με τρόμο μια αιμορραγία του βιομηχανικού κεφαλαίου που αρχίζει να εγκαταλείπει την ΕΕ υπό το δέλεαρ των 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων  σε επιδοτήσεις που σχεδίασε η κυβέρνηση Μπάιντεν με το σχέδιο IRA για την μετεγκατάσταση στο αμερικανικό έδαφος των βιομηχανιών του μέλλοντος: ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μπαταρίες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτές οι επιδοτήσεις κάνουν την Ευρώπη να φοβάται όχι μόνο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού, αλλά και την αποβιομηχανοποίηση της Γηραιάς Ηπείρου.

Ο Μακρόν θα προσπαθήσει βέβαια να πείσει τον Μπάιντεν ότι η Αμερική χρειάζεται  τη γαλλική συνεργασία για να ωθήσουν το ευρωπαϊκό μέτωπο να επικεντρωθεί περισσότερο στη δική τους άμυνα κατά της Ρωσίας, να περιορίσει αποτελεσματικά την Κίνα, να επαναφέρει την ελκυστικότητα του δυτικού δημοκρατικού στρατοπέδου ενάντια στα απολυταρχικά καθεστώτα. Το Παρίσι αύξησε μάλιστα την παρουσία των στρατευμάτων του στις χώρες της Βαλτικής και συντονίζει τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στη Ρουμανία.

Η Γαλλία παραπονέθηκε πάντως έντονα ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να πληρώσουν τρεις έως τέσσερις φορές περισσότερα για το υγροποιημένο φυσικό αέριο από τους Αμερικανούς. Μια σαφής ένδειξη ότι ακόμη και σε μια περίοδο σημαντικής διατλαντικής αλληλεγγύης, οι προστατευτικές παρορμήσεις μπορούν να διχάσουν τους συμμάχους. Με τον ακροδεξιό λαϊκισμό και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, ο Μακρόν και ο Μπάιντεν γνωρίζουν πολύ καλά ότι και οι δύο θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από ηγέτες που θα πυροδοτήσουν έντονο ανταγωνισμό με τους αντιπάλους αλλά και τους εταίρους.

Διαφορετικές απόψεις

Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές απόψεων σχετικά με το τι σημαίνει στην πράξη ένας ευρωπαϊκός πυλώνας στο ΝΑΤΟ. Η Γαλλία ελπίζει να πείσει την υπόλοιπη Ευρώπη (Γερμανία και Ιταλία) να αναπτύξουν μεγαλύτερες κοινές αμυντικές πρωτοβουλίες.

Σε αυτό το σενάριο, η Γαλλία έχει αφήσει όμως στην άκρη πλέον την στρατηγική της «ευρωπαϊκής αυτονομίας. Φαίνεται να ελπίζει πλέον στην ευλογία των ΗΠΑ για την ευρωπαϊκή άμυνα. Όπως και η Γερμανία άλλωστε.

Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ελπίζουν ότι η ΕΕ -μετά τη Ρωσία-θα ευθυγραμμιστεί όλο και περισσότερο με την πολιτική αντιπαράθεσης με την Κίνα. Οι ΗΠΑ αναμένουν ότι η Κίνα θα εισβάλει στην Ταϊβάν τα επόμενα χρόνια. Σε αυτό το ενδεχόμενο, δεν αναμένουν σημαντική στρατιωτική υποστήριξη από την ΕΕ, αλλά θέλουν να δουν μια ενωμένη Ευρώπη να τάσσεται σαφώς υπέρ της αμερικανικής θέσης υιοθετώντας πλήρως τις απαραίτητες κυρώσεις, όπως συνέβη με τη Ρωσία.

Οπως γράφει μάλιστα το Foreign Affairs, « αν θέλουν να επιτύχουν αυτό το αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ θα πρέπει να κάνουν περισσότερα για να κάνουν την Ευρώπη λιγότερο εξαρτημένη από την κινεζική αγορά, τις τεχνολογίες και τις κρίσιμες πρώτες ύλες του Πεκίνου».

Η Γαλλία αλλά και η ΕΕ συνολικά, μολονότι συμμερίζεται  πολλές από τις ανησυχίες των Ηνωμένων Πολιτειών για την Κίνα, δείχνουν ότι σκοπεύουν -προς το παρόν- να ακολουθήσουν μια εθνική και ευρωπαϊκή πολιτική διαφορετική από την αυτόματη ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον. Για παράδειγμα, το Παρίσι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με το Πεκίνο. Σκοπεύει επίσης να προσφέρει έναν τρίτο δρόμο στις χώρες της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού. Πιέζοντας για την ενίσχυση των διεθνών κανόνων, αντί να ενθαρρύνει τις χώρες να συμμετάσχουν σε ανταγωνιστικά στρατόπεδα.

Η Ευρώπη άλλωστε, το τελευταίο που θα χρειαζόταν για να βαθύνει την παρακμή της, θα ήταν να δει τα δύο τρίτα του πλανήτη να γίνονται πολεμική αρένα ενός νέου ανταγωνισμού των δυο νέων υπερδυνάμεων-Αμερικής και Κίνας.