Skip to main content

To «μήνυμα» των Γερμανών

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Αρχικά πήρε τον λόγο ο διοικητής της Μπούντεσμπανκ Γενς Βάιντμαν, μιλώντας για τον πληθωρισμό και εμμέσως πλην σαφώς για τα πανδημικά μέτρα στήριξης της ΕΚΤ. Και λίγο αργότερα ο νέος υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ έδωσε ένα πρώτο δείγμα γραφής για τις θέσεις της νέας τρικομματικής κυβέρνησης για τον πληθωρισμό και κατ’ επέκταση για την πολιτική της ΕΚΤ.  

Μπορεί να πρόκειται για μία από τις τελευταίες δηλώσεις του Βάιντμαν, από τα πιο ακραία «γεράκια» της ΕΚΤ και σφοδρός επικριτής των πολιτικών της, όμως οι απόψεις του, που απηχούν τη βαθιά γερμανική παράδοση, δεν αποκλίνουν και πολύ από αυτές του νέου υπουργού Οικονομικών. Και αυτό δημιουργεί πολλά ερωτήματα για το εάν τελικά ο διάδοχός του θα έχει ένα πιο ουσιαστικό φιλοευρωπαϊκό πρόσωπο ή εάν η αντικατάστασή του θα είναι απλώς μία κίνηση πολιτικής διπλωματίας για να μπορέσει το Βερολίνο να αποκτήσει ένα αντίβαρο περισσότερο αποδεκτό μέσα στους κόλπους της ΕΚΤ. 

Ουσιαστικά και οι δύο αξιωματούχοι -υπογραμμίζοντας εμφατικά την ανησυχία τους για τον πληθωρισμό, που «νομιμοποιείται», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν, από τα στοιχεία-ρεκόρ που έδειξαν ότι ξέφυγε στο 4,9% τον Νοέμβριο στην Ευρωζώνη- στέλνουν ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες: στις κυβερνήσεις να μείνουν μακριά και στην ίδια την ΕΚΤ να περιοριστεί στη βασική εντολή της, που είναι η σταθερότητα των τιμών. Ο Λίντνερ το λέει άλλωστε ξεκάθαρα: «Στην Ευρώπη και στη Γερμανία θα ταχθούμε υπέρ των σταθερών δημοσιονομικών και της μείωσης των χρεών, καθώς τα υπερβολικά υψηλά ελλείμματα θα εμποδίσουν την ΕΚΤ στη μάχη κατά του πληθωρισμού, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο». Απλά χρησιμοποιεί διαφορετικά λόγια από τον απερχόμενο διοικητή της Μπούντεσμπανκ.  

Λίγο νωρίτερα, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, που μεταφέρει ουσιαστικά την επίσημη γραμμή της κεντρικής τράπεζας, άφησε ολάνοικτο το ενδεχόμενο συνέχισης των αγορών ομολόγων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022 και πιθανής επανάληψης του ΡΕΡΡ μετά τα τέλη Μαρτίου. Απόλυτα εμφανές ότι η σύμπνοια στους κόλπους της ΕΚΤ δεν είναι και η μεγαλύτερη αυτήν τη στιγμή, καθιστώντας πιο δύσκολη και την επικοινωνιακή πολιτική. Η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ το φροντίζει επιμελώς με συνεχείς καθησυχαστικές παρεμβάσεις.

Απλώς, το «παιχνίδι» γίνεται τώρα πιο δύσκολο, με το Βερολίνο να θέλει μία επανεκκίνηση. Δεν είναι τυχαίες οι «συντονισμένες» δηλώσεις των δύο κορυφαίων Γερμανών αξιωματούχων, ούτε τυχαία και η σημερινή χρονική συγκυρία. Η Γερμανία βάζει «σιωπηρώς» τους όρους της. Οπότε το νέο πρόσωπο της Μπούντεσμπανκ δεν πρόκειται να κάνει τη διαφορά.