Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Εγκατασταθήκαμε, λοιπόν, στον αστερισμό του Ασφαλιστικού Βρούτση, όπως θα το λέμε εφεξής – κατά το πρότυπο του Ασφαλιστικού Κατρούγκαλου, του Ασφαλιστικού Κουτρουμάνη, παλιά-παλιά της χαμένης ευκαιρίας του Ασφαλιστικού Γιαννίτση που οδήγησε στο Ασφαλιστικό Ρέππα…
Θα ακούσουμε και θα δούμε να ξετυλίγεται η γνώριμη αντιπαράθεση για το πόσο «καμιά σύνταξη δεν θα μειωθεί, αντιθέτως μέρος των συνταξιούχων θα δει αυξήσεις», ενώ «δημιουργείται ένα ανταποδοτικό Ασφαλιστικό που καλλιεργεί την ασφαλιστική συνείδηση» (αυτή είναι σε γενικές γραμμές η επίσημη θέση Βρούτση), ενώ αντιθέτως «στο τέλος της ημέρας 9 στους 10 συνταξιούχους θα χάσουν εισόδημα [επειδή θα τους κοπεί η 13η σύνταξη]» και, αντί να αξιοποιείται το περιθώριο που έχει δημιουργηθεί «για να βελτιωθούν τα πράγματα, γίνονται δυο βήματα πίσω [….] ξαναγυρνάμε σε ένα πλαίσιο αδικίας για τους πολλούς» (αυτή είναι η επίσημη αντίθεση Αχτσιόγλου, αφού ο Γ. Κατρούγκαλος αναρρωνύει).
Βέβαια, το τι θα σημάνει αληθινά το νέο Ασφαλιστικό αφού περάσει από την έγκριση της Βουλής -η οποία Βουλή των Ελλήνων επιψήφισε όλα τα προηγούμενα Ασφαλιστικά, ενώ ακόμη και τώρα οι ρυθμίσεις της πασχίζουν να ενσωματώσουν την κατά καιρούς κρίση της Δικαιοσύνης…-, θα το κρίνει η εμπειρία των ίδιων των πραγματικών ανθρώπων. Των συνταξιούχων πρώτα-πρώτα, που αφού ακούσουν τις αποφάνσεις των αρμοδίων πρωινάδικων όπου θα προστρέξει ο Γιάννης Βρούτσης και οι αντίθετοί του για να αναλύσουν/καυχηθούν/διεκτραγωδήσουν, θα δουν τι αποτέλεσμα θα εισπράξουν. Στην τσέπη. Στον τραπεζικό λογαριασμό. Στο τέλος του μήνα, στο τέλος της χρονιάς.
Των εργαζομένων μισθωτών και των εργαζόμενων αυτοαπασχολούμενων/επαγγελματιών/επιτηδευματιών, ύστερα: όσοι βρίσκονται σχετικά λίγο πριν από τη σύνταξη, θα δουν τις εισφορές τους τις αυριανές, θα υπολογίσουν τις συντάξεις τις μεταγενέστερες. Εδώ το πράγμα θα είναι λιγότερο χειροπιαστό, όμως οι άνθρωποι την έχουν την ικανότητα να καταλαβαίνουν. Οι αντίστοιχοι εργαζόμενοι που είναι στις αρχές ή στο μέσο της καριέρας τους θα έχουν δυο μέτωπα να αξιολογήσουν: ένα τι θα πιστέψουν ότι τους περιμένει μετά από δεκαετίες (εδώ θέλει άλμα πίστεως/leap of faith κατά την αγγλική περιγραφή του τι αποτελεί το Ασφαλιστικό στην εποχή μας – διεθνώς). το άλλο πώς θα διαμορφωθεί, υπό την επενέργεια του νέου Ασφαλιστικού, η αγορά εργασίας αλλά και το πλαίσιο λειτουργίας των αυτοαπασχολούμενων. Ήδη σε βαθιά νερά…
…Όμως, με δεδομένη την πολύ πιο μονομπλόκ ψηφολογική συμπεριφορά των συνταξιούχων των ή/και των ευρισκομένων πλησίον σύνταξης, ο Γ. Βρούτσης και η πλειοψηφία που θα επιψηφίσει το Ασφαλιστικό Βρούτση γνωρίζει πώς θα κριθεί. Στο σημείωμα αυτό θα περιοριστούμε σε τέσσερις παρατηρήσεις, πέρα από τα προηγούμενα. Πρώτον, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μίλησε για ριζική μεταρρύθμιση, τομή κ.λπ. Τίποτε τέτοιο! Όλα τα προεκλογικά που είχε «ανεβάσει» η Ν.Δ. για καθοριστική ενίσχυση του τρίτου πυλώνα, για γενικευμένη ελευθερία επιλογών κ.ο.κ. αφέθηκαν για άλλη φορά! Εκείνο που βασικά επελέγη ήταν μια βελτιωτική (κατά τους σχεδιαστές της…) παρέμβαση στο Ασφαλιστικό Κατρούγκαλου, συν συμμόρφωση προς ορισμένες δικαστικές αποφάσεις για το Ασφαλιστικό των προηγούμενων. Το δεύτερο: αν σε ένα σημείο υπήρξε γνήσια παρέμβαση, αυτό είναι η ηπιότερη περικοπή της σύνταξης άμα συνεχίσει να εργάζονται οι συνταξιούχοι, συν η ελευθερία που δόθηκε στους αυτοαπασχολούμενους να επιλέγουν ασφαλιστική κλάση (και να προσδοκούν ανάλογη σύνταξη). Το τελευταίο μέτρο σίγουρα θα αρέσει σε ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες άμεσα, αλλά… θα ωθήσει σε παγίωση της απώλειας εισφορών: συμφωνημένη εισφοροαποφυγή, με πολλούς να επιλέγουν χαμηλές κλάσεις ώστε να μη διαφανούν και τα εισοδήματά τους.
Πάμε τώρα στη διαβεβαίωση Βρούτση ότι το Ασφαλιστικό «του», έτσι όπως συνοδεύεται από «πλήρη ειδική αναλογιστική μελέτη» και από «ολοκληρωμένη μελέτη επάρκειας συντάξεων που έχει εκπονήσει το Οικονομικό Πανεπιστήμιο», έχει επιβεβαιωμένη βιωσιμότητα μέχρι το 2070. Με κάθε σεβασμό και εκτίμηση στους αναλογιστές και στο ΟΠΑ, πολλές φορές στο παρελθόν είχαμε τη διαβεβαίωση ότι οι τότε ρυθμίσεις – π.χ. τα μπαλώματα όταν ανετράπη το παρ’ ολίγον Ασφαλιστικό Γιαννίτση το 2001 – θα αρκούσαν για 30 και για 50 χρόνια. Και… είδαμε!
Φθάνουμε στην καίρια επισήμανση Βρούτση: η ασφαλιστική δαπάνη «ως ποσοστό του ΑΕΠ φθάνει στον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.». Μπορεί! Όμως, από τα λίγο λιγότερα των 30 δισ. όπου διαμορφώνεται σ’ εμάς η δαπάνη αυτή για 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχους, πόσα καλύπτονται από εισφορές; Πόσα από τον Προϋπολογισμό; Μήπως το πρώτο κονδύλι είναι σαφώς μικρότερο από το δεύτερο; Πόσο αληθινά βιώσιμο προκύπτει αυτό στη στέπα του Ασφαλιστικού;