Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Είπε ότι «φοβόταν την αποτυχία», γι’ αυτό και έστηνε μεθοδικά όλο και περισσότερα κατασκευασμένα άρθρα. Ο 33χρονος δημοσιογράφος-αστέρι του γερμανικού «Spiegel» Κλάας Ρελότιους επινοούσε συνεντεύξεις και έφτιαχνε έρευνες που είχαν αυτό το «κάτι» και πήρε χρόνια στη διεύθυνση του περιοδικού μέχρι να καταλάβει την απάτη.
Τρία από τα μουσαντένια ρεπορτάζ βραβεύτηκαν ή ήταν υποψήφια για διάκριση, ανάμεσά τους κι ένα για δύο παιδιά από το Ιράκ που ήταν όμηροι του ISIS. Ήταν ωραίες ιστορίες, απ’ αυτές που τις αισθάνονται τα σωθικά. Ήταν ωραίες ιστορίες, αλλά δεν ήταν ρεπορτάζ και μάλιστα σ’ ένα περιοδικό που εδώ και 70 χρόνια βασίζεται στην έρευνα.
Συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες. Η διεύθυνση ήταν ευχαριστημένη, το κοινό ικανοποιημένο, ο ίδιος φτασμένος. Αναγνωρισμένος και αναγνωρίσιμος.
Όχι, σαν τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, που πήγε στα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα και δεν τον αναγνώρισαν, θεωρώντας ότι ήταν άπορος που πήγε να πάρει τις 10 δραχμές για τα Χριστούγεννα, όπως οι φτωχοί της εποχής.
Ο Σκιαθίτης «ψυχογράφος των καλών και των ταπεινών» τις πήρε, αλλά ήθελε να δώσει και το κείμενό του, τα χειρόγραφά του. «Αφού δεν σας χρειάζονται αυτά, με τι δικαίωμα θα πληρωθώ;» Λόγο στον λόγο, αποκαλύπτεται η ταυτότητα του.
– Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης!
– Ο ίδιος;
– Ο ίδιος και ολόκληρος!
Δεν έφταιγε αυτός, η φαντασία τους έφταιγε, που τον είχε πλάσει «ακτινοβολούντα, γελαστόν, ωραίον, καλοντυμένον, γεμάτον εγωϊσμόν, αέρα και μεγαλοπρέπεια», ενώ εκείνος ήταν μια δειλή συνέπεια. Μαλακός, φοβισμένος, συνεσταλμένος και τσαλακωμένος.
Δεν έφταιγε αυτός, η φαντασία τους και η κοινωνία τους έφταιγε, που είχαν δώσει στην «επιτυχία» μία μορφή, μία κοπή, καμία γωνία.
Τι ειρωνεία! Ο κυρ Αλέξανδρος, που μας δίνει ακόμη γλύκες πνευματικές και συγκινήσεις ψυχικές, είχε άλλη αγωνία. Φοβόταν του κόσμου τη συρταρωτή επιτυχία.