Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Ήταν στις 5 Δεκεμβρίου του 1996 που ο τότε πρόεδρος της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, Άλαν Γκρίνσπαν, ανησυχούσε για τις μετοχές. Είκοσι χρόνια μετά, ανησυχεί περισσότερο για την αγορά ομολόγων. Σήμερα συμπληρώνεται μία 20ετία από τότε που «ο ισχυρότερος άνδρας της παγκόσμιας οικονομίας» είχε εκφωνήσει τον περίφημο λόγο του περί «αλόγιστης ευφορίας» στις αγορές, με τον οποίο διερωτάτο ουσιαστικά εάν οι τιμές ενεργητικού είχαν φθάσει σε μη βιώσιμα επίπεδα. «Εάν βαθμολογούσα τον εαυτό μου για την πρόβλεψη της αλόγιστης ευφορίας, θα έπαιρνα C. Εάν αναλύσουμε όμως τη φράση, περιγράφει μία διαδικασία για την οποία θεώρησα ότι θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα ανήσυχοι», είπε ο κ. Γκρίνσπαν, σε συνέντευξή του στη WSJ, αναφερόμενος σε αυτή την ομιλία.
Ο αποκαλούμενος «παππούς» των αγορών, που κράτησε το τιμόνι της Fed από το 1987 έως το 2006, παραδέχθηκε ότι χρησιμοποίησε αυτές τις λέξεις για να τρομάξει την αγορά. Η τακτική δεν λειτούργησε. Οι αμερικανικές μετοχές υποχώρησαν για λίγο για να ανακάμψουν γρήγορα. Μέχρι τον Αύγουστο του 1997, με τον δείκτη S&P 500 να καταγράφει κέρδη 27% από την ημέρα της ομιλίας του, η φράση αυτή έγινε «κλισέ». Και όσο επαναλαμβανόταν, τόσο μεγαλύτερη η άνοδος των αγορών. Οι μετοχές έκαναν ράλι για περισσότερο από τρία έτη έως την έκρηξη της φούσκας στο Διαδίκτυο το 2000, για να ακολουθήσει η κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς στέγης και λίγο αργότερα η χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Δημιουργήθηκε, δηλαδή, η ίδια «αλόγιστη ευφορία» την οποία είχε κατακρίνει ο 1996 ο πρώην πρόεδρος της Fed, προκαλώντας ρίγη στις αγορές.
Τo θέμα είναι ότι είκοσι χρόνια μετά δεν έχει αλλάξει κάτι ουσιαστικά. Η ανησυχία του κ. Γκρίνσπαν έγκειται τώρα στα ομόλογα και στην πρόσφατη κατακόρυφη άνοδο των αποδόσεών τους. Επίσης, στην οικονομία, που θα μπορούσε να οδηγηθεί σε μία περίοδο στασιμοπληθωρισμού – αυξημένες τιμές με αδύναμη ανάπτυξη. Η απάντηση; «Όταν προκύπτει μία φούσκα, είναι δύσκολο να κάνεις κάτι για να τη σταματήσεις και αυτό να μην έχει σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία» λέει, δείχνοντας ότι η επικρατούσα νοοτροπία είναι ακριβώς η ίδια με αυτή που είχε επιδείξει μετά την κατάρρευση της αγοράς στέγης.