Skip to main content

Κλιματική Αλλαγή : Κρίσιμη Επιλογή

Του Χάρη Δούκα
Επίκ. Καθηγητής ΕΜΠ

Η κλιματική αλλαγή είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ανθρωπότητα και το μέλλον της. Διεθνώς, αναζητούνται αποτελεσματικές πολιτικές και δράσεις άμβλυνσης των επιπτώσεών της. Πολιτικές, δηλαδή, που να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες, τεχνικά εφικτές και οικονομικά βιώσιμες.

Οι πολιτικές αυτές αποκτούν ιδιαίτερο νόημα μετά την ιστορική Συμφωνία του Παρισιού, της 12ης Δεκεμβρίου 2015. Σύμφωνα με αυτή, η απάντηση της παγκόσμιας κοινότητας στη κλιματική αλλαγή απαιτεί τη συμβολή και συνεργασία όλων των κρατών για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, στους 1.5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100.

Και ενώ ήδη σήμερα, το 2018, η αύξηση αγγίζει τον 1 βαθμό Κελσίου.

Στις αρχές του προηγούμενο μήνα (8 Οκτωβρίου), η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών, ανακοίνωσε την επιστημονική έκθεση ορόσημο, με τίτλο «Global Warming of 1.5 °C». Στην έκθεση αυτή συμμετείχαν πάνω από 6000 επιστήμονες από 40 χώρες του κόσμου

Η έκθεση αυτή αποτελεί ουσιαστικά, την τελευταία προειδοποίηση της επιστημονικής κοινότητας για τις καταστροφικές επιπτώσεις ανόδου της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας πάνω από 1.5°C. Με βάση την μελέτη, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να μηδενιστούν σε περίπου τρεις δεκαετίες, το αργότερο μέχρι το 2050.

Πρόκειται δηλαδή για έναν μετασχηματισμό, που θα αλλάξει ριζικά τον τρόπο που ζούμε.

Λίγες ώρες αργότερα μετά την ανακοίνωση της έκθεσης, την ίδια μέρα, ανακοινώθηκαν από την Σουηδική Ακαδημία, τα βραβεία Νόμπελ. Για την οικονομία, οι βραβευθέντες αυτής της χρονιάς προσπάθησαν να απαντήσουν ακριβώς σε αυτό το ερώτημα.

Πώς μπορούμε να πετύχουμε διαρκή και βιώσιμη παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη;

Και οι 2 βραβευθέντες, ο Γουίλιαμ Νορντχάους και ο Πολ Ρόμερ, βάσισαν την δράση τους την προσαρμογή της οικονομικής θεωρίας, ώστε αυτή να ενσωματώνει την κλιματική αλλαγή και την τεχνολογική πρόοδο, με σκοπό τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ευημερία των ανθρώπων. Ο πρώτος συνέδεσε την οικονομία με το κλίμα, ενώ ο δεύτερος με την καινοτομία, προωθώντας και οι δύο νέα επιστημονικά υποδείγματα ανάπτυξης.

Στην Ελλάδα, η ανθεκτικότητα (resilience) που έχουμε έναντι των περιβαλλοντικών πιέσεων είναι παρά πολύ περιορισμένη, όπως καταδεικνύουν άλλωστε και οι πρόσφατες τραγικές καταστροφές από τις πλημμύρες στην Μάνδρα και στη Νέα Πέραμο και τις φωτιές στο Μάτι.

Επιπλέον, σύμφωνα με τους αναλυτές και τα κλιματικά μοντέλα, η περιοχή της νοτιο ανατολικής Μεσογείου θα είναι στο μέλλον μία από τις περισσότερο ευπαθείς του πλανήτη στην κλιματική αλλαγή.

Τις επόμενες ημέρες αναμένουμε την ανακοίνωση του νέου μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Αποκτά ιδιαίτερη σημασία η κατεύθυνση που θα δοθεί, καθώς και οι επιμέρους στόχοι που θα τεθούν για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, και την προώθηση των καθαρών ενεργειακών επιλογών (ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και εξοικονόμησης ενέργειας) για το 2030.

Το δίλημμα έχει τεθεί.

Θα συνεχίσουμε να παραμένουμε κλειδωμένοι στο παρελθόν, περιμένοντας την επόμενη καταστροφή να μας συμβεί;

Ή θα κινηθούμε τώρα, με αποφασιστικότητα, στο νέο υπόδειγμα ανάπτυξης, με επίκεντρο το ανθρώπινο-κοινωνικό κεφάλαιο και την φυσική μας κληρονομιά, για την προώθηση της καινοτομίας και της καθαρής ενέργειας;

Ο χρόνος τελειώνει.