Των Καθηγητή Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη, Ακαδημαϊκού
Υποψήφιας Δρ. Μαριάννας Εσκαντάρ
Όπως περιγράψαμε σε πρόσφατο άρθρο μας δεν υπάρχει ακόμη επίσημος ορισμός της πράσινης χρηματοοικονομικής (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Βιώσιμη χρηματοοικονομική: βασικός μοχλός για την αντιμετώπιση οικολογικών και οικονομικών προκλήσεων, Ναυτεμπορική, Σάββατο 21 Αυγούστου 2021).
Ωστόσο, μπορούμε να ορίσουμε αυτή την έννοια ως χρηματοδότηση που στοχεύει στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Με άλλους όρους, περιλαμβάνει όλες τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται με στόχο την επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης και την υποστήριξη έργων που έχουν θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Η βιώσιμη χρηματοοικονομική και η κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση είναι δύο στενά συνδεδεμένες εκφράσεις (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Μ. Εσκαντάρ, Κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση, Μέθοδοι και κριτήρια ESG, εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2021) Η ΚΥΕ ή SRI, λαμβάνει υπόψη περιβαλλοντικά, κοινωνικά και κριτήρια διακυβέρνησης στην επιλογή των κεφαλαίων. Μεταξύ των κύριων στόχων της είναι:
η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης,
η καταπολέμηση της ρύπανσης του εδάφους, του νερού και του αέρα.
Η συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα στο Παρίσι το Δεκέμβριο του 2015 επανέστησε την προσοχή στην ανάγκη κινητοποίησης μεγάλων ροών ιδιωτικών κεφαλαίων για κλιματικές λύσεις με το ρυθμό και την κλίμακα που απαιτείται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον κόσμο. Η εφαρμογή εθνικών σχεδίων καθαρής ενέργειας ή πράσινων σχεδίων υποδομής θα απαιτήσει πρωτοφανή επίπεδα ιδιωτικών επενδύσεων, όχι μόνο για κλιματικούς λόγους, αλλά και για την εξασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας και πρόσβασης σε ενέργεια για όσους το έχουν ανάγκη και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη. Τώρα και περισσότερο από ποτέ, είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τις μη χρηματοοικονομικές οντότητες να κατανοήσουν και να αλληλεπιδράσουν με τη χρηματοοικονομική κοινότητα για να δημιουργήσουν αποτελεσματικές συνθήκες σε εθνικό επίπεδο, όπου τα επενδυτικά έργα πρέπει να οριστικοποιηθούν.
Οδικός χάρτης
Ο οδικός χάρτης της πράσινης χρηματοοικονομικής είναι μια πρακτική συνεισφορά που παρέχει μια πραγματική επισκόπηση του χρηματοοικονομικού τοπίου, είτε πρόκειται για πηγές κεφαλαίου, για το τι συμβαίνει στις χρηματοοικονομικές αγορές, είτε πως λειτουργούν οι συναλλαγές. Ο χάρτης γενικότερα στοχεύει στον καθορισμό των κοινών όρων που σχετίζονται με το πλαίσιο των χρηματοδοτήσεων στα παραπάνω έργα.
Ο χάρτης αντικατοπτρίζει τις πρόσφατες αλλαγές στις συνθήκες της αγοράς, τις δομές χρηματοδότησης και τις σχετικές συζητήσεις πολιτικής. Τα θέματα που καλύπτονται περιλαμβάνουν:
Τη λειτουργία της χρηματοοικονομικής γενικά.
Τι κάνουν τα διάφορα μέρη του χρηματοοικονομικού κλάδου.
Τα θέματα που εξετάζουν οι χρηματοοικονομικοί παράγοντες όταν επενδύουν, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου των πολιτικών και της ρύθμισης.
Τις κεφαλαιαγορές και, για παράδειγμα, που ενσωματώνονται τα “πράσινα ομόλογα”.
Τις μεταβλητές που επηρεάζουν τις αποφάσεις χρηματοδότησης.
Το διευρυμένο τμήμα για την ενεργειακή απόδοση και μια ενημέρωση για θέματα που σχετίζονται με αναδυόμενες αγορές ή αναπτυσσόμενες χώρες.
Τον πρακτικό προσανατολισμό στη “χρηματοδότηση του κλίματος”, συμπεριλαμβανομένων πρωτοβουλιών που καθοδηγούνται από τον κλάδο της χρηματοοικονομικής που επιταχύνουν τα μέτρα τόσο στα χαμηλά όσο και στα υψηλά όρια της κλίμακας του άνθρακα.
Άξονες προτεραιότητας
Απέναντι στις προκλήσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, δεν υπάρχει πλέον χρόνος για αναβολή. Σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, η επίγνωση του επείγοντος για την επιτυχία της ενεργειακής μετάβασης κινητοποιεί σήμερα τόσο τα άτομα, πολλοί που θέλουν τώρα την ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG στις επενδυτικές τους αποφάσεις όσο και τις επιχειρήσεις, οι οποίες μετατρέπονται στους παράγοντες της ανθεκτικότητας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος των αγορών και των χρηματοοικονομικών παραγόντων στη χρηματοδότηση της ενεργειακής μετάβασης είναι ουσιαστικός, σύμφωνα με δύο άξονες προτεραιότητας.
Κατεύθυνση της αποταμίευσης προς την ενεργειακή μετάβαση και “πράσινα έργα”, συμπεριλαμβανομένων των αναδυόμενων χωρών.
Αποτελεί τον καταλύτη για τη στροφή ολόκληρης της οικονομίας προς την ενεργειακή μετάβαση, ασκώντας πίεση σε άλλους οικονομικούς παράγοντες να επιταχύνουν τη μετατροπή τους.
Αυτές οι προτεραιότητες καθοδηγούνται τώρα από μια σαφώς προσδιορισμένη πολιτική βούληση στην Ευρώπη. Υποστηρίζουν ιδίως το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πράσινη χρηματοοικονομική, που ανακοινώθηκε το Μάρτιο του 2018 και τις πρωτοβουλίες πολλών άλλων φορέων στο χρηματοοικονομικό τομέα: ρυθμιστικές, εποπτικές αρχές, κεντρικοί τραπεζίτες, επαγγελματικές ενώσεις, ακαδημαϊκοί και, φυσικά, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Εάν υπάρχει η δυναμική, πρέπει τώρα να μεταφραστεί σε δράση και αποτελέσματα. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλά βήματα που πρέπει να γίνουν προκειμένου να κατευθυνθεί αποτελεσματικά η ροή των αποταμιευτών και των επενδυτών προς τα πράσινα έργα των επιχειρήσεων.
Αρχικά, πρέπει να αναπτυχθεί μια κοινή ταξινόμηση, η οποία πρέπει να καθορίζει, μέσω μετρήσεων και αντικειμενικών τεχνικών κριτηρίων, τι είναι βιώσιμες δραστηριότητες. Θα αποτελέσει το βασικό θεμέλιο για τη δημιουργία της βιώσιμης χρηματοοικονομικής.
Από την πλευρά των επενδυτών, υπάρχει επίσης η ανάγκη να επανεξεταστούν οι επενδυτικές στρατηγικές, όχι μόνο για την απομάκρυνση των χαρτοφυλακίων από άνθρακα, αλλά και για τον πιο αποφασιστικό προσανατολισμό σε έργα υπέρ μιας βιώσιμης οικονομίας. Με βάση τα παραπάνω, οι προβληματισμοί μεταφέρονται: στην κερδοφορία, τη διάρκεια και τη βιωσιμότητα των επενδύσεων (βλ. Κ. Ζοπουνίδης, Μ. Εσκαντάρ, 2021).
Άλλες καινοτόμες μορφές άντλησης πράσινου κεφαλαίου αναμένεται επίσης να αναπτυχθούν, όπως μετατρέψιμα πράσινα ομόλογα, ομόλογα περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ακόμη και “πράσινες” τιτλοποιήσεις.
Τέλος, οι διαμεσολαβητές της αγοράς πρέπει να ενσωματώσουν τον κίνδυνο για το κλίμα στο γενικό τους σύστημα διαχείρισης κινδύνου καθώς και στη στρατηγική τους για την ανάληψη κινδύνου και να εφαρμόσουν κατάλληλα εργαλεία διακυβέρνησης και ελέγχου.
Συμπερασματικά, πέρα από το χαρακτήρα της σχεδόν ηθικής υποχρέωσης της πράσινης χρηματοοικονομικής, η κινητοποίηση υπέρ της χρηματοδότησης της ενεργειακής μετάβασης είναι επίσης μια ιστορική ευκαιρία για την τοποθέτηση των αγορών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πρωτοπόρων και παγκόσμιων ηγετών. Η σχετική αφθονία της αποταμίευσης, η αρκετά διακομματική πολιτική βούληση για πρόοδο και η τεχνογνωσία που έχει ήδη δημιουργηθεί σε ορισμένους τομείς, όπως τα πράσινα ομόλογα, είναι όλα πλεονεκτήματα που διακρίνουν την Ευρώπη. Ακόμη, είναι σημαντικό να αναφερθεί η ίδρυση του Giec το 1988 υπό την αιγίδα του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον και την παγκόσμια μετεωρολογική οργάνωση (Group d’experts intergouvernemental sour l’evolution du climat). Από την αρχή, η αποστολή του ήταν να συνθέσει όσα έχει δημοσιεύσει η επιστημονική βιβλιογραφία σχετικά με την επίδραση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σχετικά με το κλιματικό σύστημα, τις πιθανές συνέπειες της προκύπτουσας εξέλιξης και τα περιθώρια για μια διαφορετική συμπεριφορά. Το Giec στοχεύει να παράγει έργο που να επιτρέπει την επεξήγηση της λήψης της απόφασης και όχι να την επιβάλλει.