Skip to main content

Μια εγελιανή ερμηνεία του Ντόναλντ Τραμπ

Από την έντυπη έκδοση 

Του Αθαν. Χ.Παπανδρόπουλου

Με ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στους «Financial Times» της 16ης Οκτωβρίου ο γνωστός και έγκυρος αρθρογράφος τους Gideon Rashman αναφέρει, εύστοχα κατά τη γνώμη μας, ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι «η απόλυτη ιστορική προσωπικότητα» που περιγράφει στο έργο του ο Γερμανός φιλόσοφος Γκέοργκ Χέγκελ. Και από την άποψη αυτή θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόλυτη ιστορική προσωπικότητα της εγελιανής εποχής ήταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης. Ο άνθρωπος τον οποίο ο Γερμανός στοχαστής περιέγραψε ως την «έφιππη ενσάρκωση του παγκοσμίου πνεύματος».

Αν και αμφιβάλλουμε σοβαρότατα κατά πόσον ο Αμερικανός πρόεδρος γνωρίζει τον Χέγκελ και το έργο του, εντούτοις πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο Τραμπ είναι μια προσωπικότητα που έχει φέρει κοντά της, έχει εκπαιδεύσει δυνάμεις που αποτελούν νέα κοινωνική συνιστώσα. Είναι με άλλα λόγια οι δυνάμεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, αλλά και της περίφημης «μάχης του ευρώ», η οποία πυροδοτήθηκε από την ελληνική δημοσιονομική και παραγωγική κατάρρευση.

Στο πλαίσιο αυτό, ο αρθρογράφος των «Financial Times» αναρωτιέται και γράφει: «Αν οι ιστορικοί του μέλλοντος αποφασίσουν πράγματι ότι ο κ. Ντ. Τραμπ ήταν μια ιστορική φιγούρα, τι μπορεί να πουν;

Πρώτον, ότι ξέφυγε τελείως από τη συναίνεση των ελίτ σχετικά με το πώς πρέπει να διαχειριστούν οι ΗΠΑ τις σχέσεις τους με τον υπόλοιπο κόσμο. Οι προηγούμενοι πρόεδροι είτε είχαν αρνηθεί τη διάβρωση της αμερικανικής ισχύος ή προσπάθησαν σιωπηρά να τη διαχειριστούν. Στον αντίποδα, ο κ. Τραμπ αναγνώρισε την αμερικανική παρακμή και προσπάθησε να την αντιστρέψει. Η μέθοδός του ήταν να χρησιμοποιήσει την ισχύ των ΗΠΑ πιο ωμά και απροκάλυπτα, σε μια προσπάθεια να ξαναγράψει τους κανόνες της παγκόσμιας τάξης προς όφελος της Αμερικής, προτού είναι πολύ αργά.

Ειδικότερα, ο κ. Τραμπ αποφάσισε ότι η παγκοσμιοποίηση, την οποία υπερασπίζονταν όλοι οι προκάτοχοί του, ήταν στην πραγματικότητα μια πολύ κακή ιδέα που αποδυναμώνει την ισχύ της Αμερικής και διαβρώνει το επίπεδο διαβίωσης του λαού της. Έπειτα από 30 χρόνια στάσιμων ή μειούμενων πραγματικών μισθών, ο αμερικανικός λαός ανταποκρίθηκε στο μήνυμα. Χωρίς να περιορίζεται από την ευγένεια των προκάτοχων του, ο κ. Τραμπ έκανε τον νταή σε εχθρούς και φίλους. Με την ενστικτώδη αντίληψη του κόσμου ως ενός παιγνίου μηδενικού αθροίσματος, ο κ. Τραμπ αποφάσισε επίσης πως μια πιο πλούσια και πιο ισχυρή Κίνα ήταν προφανώς μια κακή εξέλιξη για την Αμερική και έγινε ο πρώτος πρόεδρος που προσπάθησε να εμποδίσει την άνοδό της. Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για μια καλή ιδέα, είναι αναμφίβολα μια ιστορική εξέλιξη, η οποία αντιστρέφει μια σαρανταετή εξωτερική πολιτική που φιλοδοξούσε να ενσωματώσει την Κίνα σε μια παγκόσμια τάξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.

Βέβαια, προς την κατεύθυνση αυτή τον βοήθησαν και οι ίδιοι οι Κινέζοι, με την εξωτερική οικονομική και κοινωνική πολιτική που ακολουθούν τα τελευταία χρόνια. Αδιάψευστος μάρτυρας η διείσδυσή τους στην Αφρική και η προσπάθειά τους να απαντήσουν στρατηγικά ερωτήματα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη.

Στο εγχώριο μέτωπο, οι ιστορικοί του μέλλοντος μπορεί να παρατηρήσουν ότι ο κ. Τραμπ ήταν ο πρώτος πρόεδρος που αντιλήφθηκε το τεράστιο χάσμα που έχει ανοίξει ανάμεσα στις απόψεις της αμερικανικής ελίτ και αυτές της ευρύτερης μάζας – σε μια σειρά από ζητήματα όπως η μετανάστευση, το εμπόριο και οι πολιτικές της ταυτότητας. Ως υποψήφιος και στη συνέχεια ως πρόεδρος, εκμεταλλεύτηκε με αδίστακτο και αποτελεσματικό τρόπο τις διαιρέσεις αυτές. Ο κ. Τραμπ είπε και έκανε πράγματα που ο μέσος αναλυτής θεωρούσε πολιτική αυτοκτονία.

Τα ένστικτά του ωστόσο αποδείχθηκαν καλύτερα από αυτά των ειδικών. Παρά την ηλικία του, ο κ. Τραμπ κατάλαβε τα νέα μέσα επικοινωνίας και τα εκμεταλλεύτηκε πολύ πιο επιδέξια από άλλους πολιτικούς.

 Αλλά θα στεφτεί όλος αυτός ο ριζοσπαστισμός με επιτυχία; Όπως επισήμανε ο Χέγκελ «η κουκουβάγια της Αθηνάς απλώνει τα φτερά της μόνο το σούρουπο», που είναι ένας εξεζητημένος τρόπος για να πει κανείς ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς για να ξέρουμε.

Ωστόσο, από τη σκοπιά του Τραμπ, τα πρώτα σημάδια είναι ενθαρρυντικά. Η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύσσεται με ισχυρούς ρυθμούς, ενώ η οικονομία της Κίνας επιβραδύνεται. Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει αλλάξει σύνθεση. Υπό ασφυκτική αμερικανική πίεση, ο Καναδάς και το Μεξικό έχουν συμφωνήσει να ξαναγράψουν τις εμπορικές συμφωνίες τους με την Ουάσιγκτον και άλλοι σύμμαχοι των ΗΠΑ δείχνουν ότι είναι έτοιμοι να ακολουθήσουν.

Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών τον επόμενο μήνα, ο κ. Τραμπ έχει πολλές πιθανότητες να επανεκλεγεί το 2020.

Φυσικά, μπορούν όλα να πάνε λάθος. Οι εμπορικοί πόλεμοι του Τραμπ μπορεί να γυρίσουν μπούμερανγκ. Η αμερικανική οικονομία μπορεί να υπερθερμανθεί και η χρηματιστηριακή αγορά μπορεί να βουλιάξει.

Αλλά ακόμα και η απόλυτη αποτυχία και καταστροφή δεν θα ακύρωναν τον εγελιανό ισχυρισμό ότι ο Τραμπ είναι ένας πραγματικά ιστορικός πρόεδρος. Για το καλύτερο ή για το χειρότερο.