Οι άνθρωποι της μέσης και τρίτης ηλικίας που συνηθίζουν να κοιμούνται κάθε μεσημέρι, μπορεί να αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, ιδίως αν πάσχουν από αναπνευστικά προβλήματα, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιδημιολογική έρευνα.
Η μελέτη έρχεται μάλλον να μπερδέψει τα πράγματα, όσον αφορά την ωφέλεια του μεσημεριανού ύπνου, καθώς αρκετές μέχρι τώρα έρευνες υποστηρίζουν ότι η ξεκούραση μετά το γεύμα, ακόμη και για λιγότερο από μισή ώρα, φαίνεται να είναι ευεργετική για την υγεία.
Οι ερευνητές του Τμήματος Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ μελέτησαν επί 13 χρόνια πάνω από 16.000 ανθρώπους στην Αγγλία, όπου ο μεσημεριανός ύπνος δεν συνηθίζεται, συσχετίζοντας τη συχνότητα του μεσημεριανού ύπνου με τη διάρκεια ζωής.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι ιδίως στις χώρες της Νότιας Ευρώπης και της Μεσογείου η «σιέστα» θεωρείται ευεργετική, καθώς μειώνει το στρες ιδίως για τους εργαζόμενους και ωφελεί τον οργανισμό τους, με τις περισσότερες θετικές έως τώρα επιστημονικές έρευνες για τον μεσημεριανό ύπνο να προέρχονται από μεσογειακές χώρες.
Ωστόσο, όπως τονίζουν οι βρετανοί επιστήμονες, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος, καθώς, σύμφωνα με μελέτες που προέρχονται από ΗΠΑ, Ιαπωνία κ.α. ο συχνός μεσημεριανός ύπνος μπορεί να αποτελεί ένδειξη προβλημάτων υγείας (καρδιαγγειακών και άλλων), καταλήγοντας στο ότι η σχέση μεσημεριανού ύπνου και θνησιμότητας – προσδόκιμου ζωής παραμένει ένα πολύπλοκο ζήτημα.
Όπως διαπιστώθηκε στη νέα έρευνα, όσοι άνθρωποι 40 έως 79 ετών κοιμούνταν καθημερινά για λιγότερο από μία ώρα, είχαν κατά μέσο όρο 14% μεγαλύτερη πιθανότητα σε σχέση με όσους δεν κοιμούνταν καθόλου το μεσημέρι να χάσουν τη ζωή τους, μέσα στα 13 χρόνια που διήρκεσε η μελέτη, με αυτούς που κοιμούνταν καθημερινά μετά το φαγητό για πάνω από μια ώρα, να έχουν 32% μεγαλύτερη πιθανότητα πρόωρου θανάτου.
Τα παραπάνω ευρήματα ίσχυαν ακόμη και όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, το φύλο, ο δείκτης σωματικής μάζας, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η σωματική άσκηση, καθώς και οι χρόνιες παθήσεις (άσθμα, καρκίνος, διαβήτης κ.α.).
Ιδιαίτερα, ο μεσημεριανός ύπνος φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από αναπνευστικές παθήσεις, καθώς όσοι κοιμούνταν καθημερινά λιγότερο από μια ώρα το μεσημέρι, είχαν 40% αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από αναπνευστικά νοσήματα, ποσοστό που έφθανε το 56% για όσους κοιμούνταν πάνω από μια ώρα.
Ο κίνδυνος εκτιμάται πως είναι μεγαλύτερος στη μέση ηλικία, σε σχέση με την τρίτη ηλικία. Έτσι, τα άτομα 40 έως 65 ετών, που κοιμούνταν καθημερινά για πάνω από μία ώρα, εμφάνιζαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, σε σχέση με όσους δεν κοιμούνταν τα μεσημέρια.
Η αιτία που ο μεσημεριανός ύπνος φαίνεται να σχετίζεται με λιγότερα χρόνια ζωής, τουλάχιστον σε ορισμένους ανθρώπους, δεν έχει διευκρινιστεί, πιθανολογείται ωστόσο ότι δεν είναι ανθυγιεινή η ίδια η συγκεκριμένη συνήθεια, αλλά όσοι συνηθίζουν να κοιμούνται αρκετά το μεσημέρι, έχουν κάποιες παθήσεις, που δεν έχουν ακόμη διαγνωστεί και οι οποίες τελικά μειώνουν τη διάρκεια ζωής τους.
«Περαιτέρω μελέτες χρειάζονται, προτού γίνουν οποιεσδήποτε ιατρικές συστάσεις», προσθέτουν οι ερευνητές. Σε κάθε περίπτωση, αναφέρουν, ο υπερβολικός σε διάρκεια μεσημεριανός ύπνος μπορεί να αποτελεί χρήσιμο δείκτη για τον εντοπισμό υποκείμενων άγνωστων νοσημάτων, ιδίως αναπνευστικών, κυρίως για τα άτομα κάτω των 65 ετών.
Από την άλλη πάντως, όπως επεσήμαναν άλλοι επιστήμονες, η μελέτη δείχνει ότι η μεγάλη πλειονότητα (περίπου το 85%) όσων κοιμούνται τα μεσημέρια λιγότερο από μία ώρα, δεν αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο.
Πηγή: ΑΜΠΕ