Skip to main content

Κίνα: Ο μεγαλύτερος εισπράκτορας χρέους στον κόσμο

Αφού δάνεισε 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως για μεγάλα έργα υποδομής, τώρα αναγκάζεται να τις διασώσει

Αφού δάνεισε 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως για μεγάλα έργα υποδομής «τώρα η ιστορία αλλάζει… Την τελευταία δεκαετία  η Κίνα ήταν ο μεγαλύτερος επίσημος πιστωτής στον κόσμο. Πλέον είναι ο μεγαλύτερος επίσημος εισπράκτορας χρέους στον κόσμο»

Περισσότερα από τα μισά των χιλιάδων δανείων που έχει δώσει η χώρα, είναι ληξιπρόθεσμα, σύμφωνα με έκθεση του ερευνητικού ινστιτούτο AidData του William & Mary, ένα δημόσιο πανεπιστήμιο στη Βιρτζίνια.

Αυτό φαίνεται να είναι ένας παράγοντας που αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο η Κίνα δανείζει, λένε οι ειδικοί. Έτσι η χρηματοδότηση μεγάλων έργων υποδομής από την Κίνα, υποχωρεί απότομα και αντικαθίσταται με σημαντικό αριθμό δανείων διάσωσης.

Το 2015, ο δανεισμός έργων υποδομής αντιπροσώπευε περισσότερο από το 60% του δανειακού χαρτοφυλακίου της Κίνας. Μέχρι το 2021, το μερίδιο ήταν λίγο πάνω από 30%, με τον έκτακτο δανεισμό να αντιστοιχεί σχεδόν στο 60%.

Επίσης, για τη διασφάλισή της, διαχειρίζεται τον κίνδυνο αποπληρωμής μέσω λογαριασμών μεσεγγύησης μετρητών σε ξένο νόμισμα που ελέγχει.

Τα αρχικά δάνεια ήταν ως επί το πλείστον μέρος της Πρωτοβουλίας Belt and Road (δρόμος του μεταξιού) που εγκαινίασε το 2013 ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπινγκ, με στόχο δημιουργήσει  πολιτικούς δεσμούς σε περισσότερες από 150 χώρες.

Η χρηματοδότηση διοχετεύθηκε στην δημιουργία δρόμων, αεροδρομίων, σιδηροδρόμων και σταθμών ηλεκτροπαραγωγής  στην Λατινική Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία.

Ενώ η πρωτοβουλία Belt and Road εξαγόρασε γεωπολιτική επιρροή για το Πεκίνο, δεν έλλειψαν οι επικρίσεις  για ανεύθυνο δανεισμό.

Τουλάχιστον 57 χώρες με ανεξόφλητο χρέος

Σύμφωνα με την Airdata, το 2021 υπήρχαν τουλάχιστον 57 χώρες με ανεξόφλητο χρέος προς κινεζικούς κρατικούς πιστωτές. Οι ερευνητές επικαλέστηκαν στοιχεία από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών με έδρα την Ελβετία, τα οποία, όπως είπαν, δείχνουν ότι οι δανειολήπτες των αναπτυσσόμενων χωρών οφείλουν στους κινέζους, από 1,1 τρισ. δολάρια έως 1,5 τρισ. δολάρια, ήδη από το 2021.

Παράλληλα όμως σημαίνει ότι η χώρα, ενεργεί όλο και περισσότερο ως “διεθνής διαχειριστής κρίσεων”, σύμφωνα με την AidData, η οποία επεσήμανε ότι το ποιοι δανειολήπτες διασώζονται εξαρτάται από τους κινδύνους τους για τον κινεζικό τραπεζικό τομέα.

Βέβαια, δεν παίρνουν όλοι όσοι βρίσκονται σε δυσχερή κατάσταση χρέους, δάνειο έκτακτης διάσωσης. Κατά βάση τα κονδύλια δίνονται εκεί που οι κινεζικές τράπεζες έχουν τη μεγαλύτερη έκθεση.

Μεγάλο μέρος του δανεισμού προέρχεται από την κεντρική τράπεζα της Κίνας προς τις κεντρικές τράπεζες των δανειζόμενων χωρών ενώ ένα άλλο μεγάλο  κομμάτι προέρχεται από κρατικά ελεγχόμενες κινεζικές εμπορικές τράπεζες.

Τα ανεξόφλητα χρέη προς την Κίνα αποτελούν μέρος των δισεκατομμυρίων που οφείλουν οι αναπτυσσόμενες χώρες σε άλλα έθνη, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και σε ιδιώτες δανειστές. Το μη βιώσιμο χρέος αποτελεί μακροχρόνιο πρόβλημα για τα φτωχότερα έθνη. Όμως οι πρόσφατοι οικονομικοί κλυδωνισμοί που προκλήθηκαν από την πανδημία του Covid και την παγκόσμια άνοδο των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν οξύνει την οικονομική τους δυσχέρεια.

«Μοχλευση για ανάπτυξη»

Ο αντίκτυπος που θα μπορούσαν να έχουν αυτά τα προβληματικά δάνεια στον τραπεζικό τομέα της ίδιας της Κίνας, δεν είναι σαφής.

Πάντως ακόμη, η χώρα παραμένει η μοναδική μεγαλύτερη επίσημη πηγή χρηματοδότησης της ανάπτυξης στον κόσμο και συνεχίζει να χρηματοδοτεί περισσότερο από οποιαδήποτε ανεπτυγμένη οικονομία της Ομάδας των Επτά (G7), λένε οι ερευνητές.

Ο Wang Wenbin, εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, υπερασπίστηκε τον υπερπόντιο δανεισμό της χώρας του. “Το λογικό χρέος είναι καλό για την οικονομική ανάπτυξη”, δήλωσε , λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης της AidData. “Πολλές χώρες χρησιμοποιούν το δημόσιο χρέος ως σημαντικό μέσο για την άντληση χρηματοδότησης και μόχλευσης για την οικονομική ανάπτυξη”.

naftemporiki.gr