Skip to main content

Airbnb: Το σκεπτικό της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τους φόρους

Εξετάστηκε το ερώτημα αν η ιταλική νομοθεσία παραβιάζει το άρθρο 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών

Πώς πληρώνεται ο οφειλόμενος φόρος για έσοδα από βραχυχρόνια ενοικίαση ακινήτων μέσω Airbnb; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό αποτελούσε για πολλά χρόνια μία «γκρίζα ζώνη». Το ίδιο το Airbnb δεν έχει δικά του ακίνητα, είναι απλώς μία ηλεκτρονική πλατφόρμα που φέρνει σε επαφή ιδιοκτήτες και ενοικιαστές. Τα τελευταία χρόνια οι φορολογικές αρχές στην Ελλάδα – και όχι μόνο – ελέγχουν σχολαστικά τα ενδεχόμενα έσοδα από βραχυχρόνιες μισθώσεις (έως 90 ημέρες τον χρόνο, κατά κανόνα). Το 2016 είχε θεσπιστεί το πρώτο νομοθετικό πλαίσιο, που όριζε ότι όποιος ενοικιάζει ακίνητα μέσω της πλατφόρμας Airbnb οφείλει να δηλώσει τα έσοδα και να φορολογηθεί αναλόγως και μάλιστα με τον ανώτατο συντελεστή 45% για εισοδήματα άνω των 35.000 ευρώ ετησίως.

«Δεν αντιβαίνει στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών»

Κάποιοι είχαν αντιρρήσεις, άλλοι ήθελαν να αποφύγουν τις περίπλοκες διαδικασίες παρακράτησης και απόδοσης φόρου. Τώρα όμως το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) ξεκαθαρίζει ότι δεν γίνεται διαφορετικά: «Το δίκαιο της ΕΕ δεν αντιτίθεται στην υποχρέωση συλλογής πληροφοριών ούτε στην παρακράτηση φόρου, την οποία επιβάλλει η εθνική φορολογική νομοθεσία», έκριναν οι δικαστές. Η απόφαση αυτή έγινε γνωστή την Πέμπτη. Αφορμή ήταν η ιταλική νομοθεσία του 2017 «περί βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι οποίες δεν συνάπτονται στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας». Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, ο πάροχος της μίσθωσης φορολογείται με ποσοστό 21% και οφείλει ο ίδιος να ενημερώσει τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, αλλά και να παρακρατήσει τον προβλεπόμενο φόρο «στην πηγή», τον οποίο στη συνέχεια αποδίδει στην εφορία.

Οι εταιρείες Airbnb Ireland UC και Airbnb Payments UK Ltd προσέφυγαν στην ιταλική Δικαιοσύνη και, κατόπιν αυτού, το ιταλικό «Συμβούλιο της Επικρατείας» (Consiglio di Stato) υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, για να διαπιστωθεί κατά πόσον ο ιταλικός νόμος είναι συμβατός με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου ξεκαθαρίζει εξ αρχής ότι τα φορολογικά ζητήματα, που αποτελούν εθνική αρμοδιότητα δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του. Κατά συνέπεια απομένει να εξεταστεί μόνο το ερώτημα, μήπως η ιταλική νομοθεσία παραβιάζει το άρθρο 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ) περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Η απάντηση είναι αρνητική.

Όταν το ευρωπαϊκό δίκαιο ορίζει ότι απαγορεύονται μέτρα που περιορίζουν την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών εντός της ΕΕ,  στην ουσία εννοεί ότι απαγορεύεται η διακριτική μεταχείριση άλλων πολιτών της ΕΕ σε σύγκριση με ημεδαπούς. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Όπως επισημαίνει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης «η υποχρέωση για συλλογή στοιχείων σχετικά με τα συμβόλαια βραχυχρόνιας μίσθωσης ισχύει για όλους», είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, είτε για νομικά πρόσωπα, είτε έχουν την έδρα τους στο εσωτερικό, είτε όχι. Το ίδιο συμβαίνει και με την υποχρέωση για παρακράτηση φόρου στην «πηγή».

Το πρόβλημα του φορολογικού εκπροσώπου

Τί γίνεται όμως στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης του ακινήτου έχει την έδρα του εκτός Ιταλίας; Για την περίπτωση αυτή ο ιταλικός νόμος απαιτούσε τον ορισμό «φορολογικού εκπροσώπου», ο οποίος θα αναλάβει τις απαραίτητες διαδικασίες με την ιταλική εφορία. Η συγκεκριμένη διάταξη – και μόνο αυτή – παραβιάζει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ, κρίνουν οι δικαστές του Λουξεμβούργου.

Και αυτό για δύο λόγους: Πρώτον, η υποχρέωση για ορισμό φορολογικού εκπροσώπου βαρύνει αποκλειστικά παρόχους κτηματομεσιτικών υπηρεσιών που δεν έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ιταλία, άρα συνιστά περιοριστικό μέτρο. Δεύτερον, το συγκεκριμένο μέτρο δεν σέβεται την αρχή της αναλογικότητας, διότι ναι μεν επιδιώκει τον θεμιτό σκοπό διασφαλίσεως των φορολογικών εσόδων, πλην όμως «υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο».

O ιταλικός σύνδεσμος ξενοδόχων (Federalberghi) χαιρετίζει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωσή του «η φοροαποφυγή και ο αθέμιτος ανταγωνισμός είναι επιβλαβείς, τόσο για τις παραδοσιακές ξενοδοχιακές επιχειρήσεις, όσο και για εκείνες που σέβονται τους κανονισμούς σε νέες μορφές φιλοξενίας». Ο σύνδεσμος Federalberghi ισχυρίζεται ότι τα τελευταία έξι χρόνια η πλατφόρμα Airbnb έχει παρακρατήσει φόρο συνολικού ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, τον οποίο θα έπρεπε να έχει αποδώσει στο ιταλικό κράτος.