Skip to main content

Goldman Sachs: Πώς θα εξελιχθεί ο «πόλεμος» ευρώ / δολαρίου το 2023

Ύστερα από πολλά έτη κυριαρχίας του δολαρίου, μπορεί το ευρώ να περάσει το 2023 στην αντεπίθεση; Τα πράγματα είναι δύσκολα.

Τα τελευταία χρόνια το δολάριο είναι ο απόλυτος βασιλιάς των αγορών, έχοντας ανατιμηθεί περίπου 46% από το ναδίρ της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το 2022 δεν αποτέλεσε εξαίρεση, με το αμερικανικό νόμισμα να επιδίδεται σε ράλι έναντι των άλλων ανταγωνιστών του, εν πολλοίς χάρη και στις επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων της Federal Reserve.

H EKT ακολούθησε στον δρόμο της νομισματικής σύσφιγξης, αλλά με πολύ πιο αργά βήματα, με αποτέλεσμα το ευρώ να παραμείνει υπό πίεση. Καθώς όμως το 2023 προβλέπεται ο πληθωρισμός να είναι πιο επίμονος στην Ευρωζώνη, θα μπορούσε ίσως η μοίρα των δύο νομισμάτων να αντιστραφεί; Στο ερώτημα αυτό επιχειρούν να δώσουν απάντηση οι αναλυτές της Goldman Sachs. 

Ακόμη μία χρονιά πίεσης για το ευρώ

Για δεύτερη διαδοχική χρονιά το ευρώ ήταν το θύμα της ισχύος του δολαρίου. Κάποια στιγμή έφτασε να καταγράφει απώλειες έως και 16%, για να κλείσει τελικά τη χρονιά με υποτίμηση 6%. Πέρυσι ήταν βεβαίως η επιβράδυνση της οικονομίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία οι παράγοντες που άσκησαν την πίεση. Ωστόσο το 2022 ήταν μία από τις πολλές χρονιές «αδυναμίας» του ευρώ. Στα 7 από τα τελευταία 9 χρόνια το νόμισμα, που μοιράζονται 20 πλέον χώρες, βρέθηκε σε τροχιά πτώσης.

Πώς άρχισε η υποτίμηση

Η υποτίμηση άρχισε βεβαίως το 2014, όταν η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα οδηγήσει το καταθετικό επιτόκιο σε αρνητικό έδαφος για πρώτη φορά στην ιστορία της. Έτσι το ευρώ είναι σήμερα 25% χαμηλότερα σε σχέση με το προ εννέα ετών απόγειό του. Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως είναι ξεκάθαρα υποτιμημένο, χωρίς όμως αυτή η υποτίμηση να μοιάζει αδικαιολόγητη, δεδομένων των πολλαπλών κρίσεων με των οποίων ήρθε αντιμέτωπη η Ευρωζώνη. Ήταν μία υποτίμηση που βοήθησε τον τουρισμό και τις εξαγωγές, αλλά “έφαγε” την αγοραστική δύναμη για κρίσιμες εισαγωγές, όπως αυτές της ενέργειας.

Τα συν και τα πλην στη ζυγαριά

Το προφίλ κεφαλαιακών ροών της Ευρωζώνης αντιπροσωπεύει μια άλλη πηγή αδυναμίας για το ευρώ. Η ζήτηση για περιουσιακά στοιχεία σε ευρώ έχει υποχωρήσει, ακόμη και κάτω από τα επίπεδα που παρατηρήθηκαν στην κρίση δημόσιου χρέους. Επιπλέον, τόσο το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών όσο και οι καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις παρουσιάζουν έλλειμμα για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία.

Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να περιορίσουν την έκταση οποιασδήποτε περαιτέρω αδυναμίας του ευρώ. Πρώτον, υπάρχει ένα χαμηλό εμπόδιο για εκπλήξεις φιλικές προς το ευρώ, δεδομένου ότι οι περισσότεροι επενδυτές ήδη αναμένουν μια ήπια ύφεση στην περιοχή. Αν αυτή δεν έρθει, ακόμη και εάν η οικονομία παγιδευτεί σε στασιμότητα, το ευρώ θα μπορούσε να ανακάμψει.

Δεύτερον, το ενιαίο νόμισμα θα μπορούσε να επωφεληθεί από ένα ισχυρότερο ισοζύγιο, εάν ένας θερμότερος χειμώνας καταλήξει να περιορίσει τις τιμές της ενέργειας. Τέλος, η απόδοση των περιουσιακών στοιχείων σε ευρώ θα μπορούσε να βελτιωθεί σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες— στηρίζοντας έτσι και το ίδιο το νόμισμα — εάν η ΕΚΤ χρειαστεί να αυστηροποιήσει τη νομισματική πολιτική περισσότερο από το αναμενόμενο, δεδομένου του επίμονα υψηλού πληθωρισμού. Αυτή τη στιγμή η Goldman Sachs βλέπει το καταθετικό επιτόκιο να φτάνει στο 3,5% και το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 4% μέσα στο 2023.

Το μεγάλο ατού του δολαρίου

Είναι δύσκολο κανείς να βρει κάτι κακό να πει για την απόδοση του αμερικανικού δολαρίου τα τελευταία χρόνια. 8 συναπτά έτη κερδών δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης. Σήμερα το νόμισμα έχει ανατιμηθεί 46% σε σχέση με το ναδίρ στο οποίο είχε υποχωρήσει κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Μόνο μέσα στο 2022 ανατιμήθηκε 8% έναντι ενός «καλαθιού» με τους έξι μεγάλους ανταγωνιστές του.

Το δολάριο είχε πέρυσι την καλύτερη επίδοση από κάθε άλλο νόμισμα ανεπτυγμένης οικονομίας – σε μία «υπενθύμιση» της ηγεμονίας του. Έτσι ο Δείκτης Δολαρίου κινείται ήδη σε υψηλά 20ετίας. Θα έλεγε κανείς ότι αυτό είναι μία ένδειξη πως η η διόρθωση είναι κοντά.  Κι όμως. Η Goldman Sachs πιστεύει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν παράγοντες που στηρίζουν την περαιτέρω άνοδό του. Το πιο σημαντικό είναι πως όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και επενδυτικοί οίκοι βλέπουν την αμερικανική οικονομία να τα πηγαίνει καλύτερα μέσα στο 2023 σε σχέση με εκείνη της Ευρωζώνης, της Βρετανίας, της Ιαπωνίας και άλλων μεγάλων παιχτών του ανεπτυγμένου κόσμου (δείτε εδώ τη σχετική πρόβλεψη του οίκου).

Για το αμερικανικό νόμισμα το μόνο εμπόδιο θα ήταν ουσιαστικά μία μεγάλη αρνητική έκπληξη στην επίδοση της αμερικανικής οικονομίας. Αν οποιοσδήποτε εσωτερικός ή εξωτερικός παράγοντας σπρώξει τις ΗΠΑ σε ύφεση τέτοια που θα αναγκάσει τη Federal Reserve να μειώσει από την εφετινή χρονιά τα επιτόκια, τότε το δολάριο θα υποχωρήσει. Αυτό είναι όμως ένα σενάριο που συγκεντρώνει σχετικά χαμηλές πιθανότητες – με τους περισσότερους αναλυτές να βλέπουν επιστροφή στη νομισματική χαλάρωση από το 2024.

Το αποτέλεσμα

Υπό τις συνθήκες αυτές, που περιγράψαμε πιο πάνω, οι αναλυτές της Goldman Sachs «βλέπουν» για το 2023 μία πιο σκληρή μάχη ανάμεσα στα δύο νομίσματα. Το δολάριο δεν θα πετύχει τον εύκολο θρίαμβο των περασμένων ετών έναντι του ευρώ. Ωστόσο το ευρώ εξακολουθεί να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Το αποτέλεσμα σύμφωνα με τον αμερικανικό επενδυτικό  θα είναι μάλλον μία νέα, αλλά λιγότερο επώδυνη ήττα για το ευρώ – με το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα να καταγράφει απώλειες σε «χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό» έναντι του δολαρίου.