Skip to main content

Γιατί επιμένει το «αγκάθι» των ληξιπρόθεσμων του Δημοσίου

Την ώρα που η εφορία «κυνηγά» τους οφειλέτες- ιδώτες και επιχειρήσεις- σε επίμονο αγκάθι για την ελληνική οικονομία εξελίσσεται και το θέμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα. Τα «φέσια» του δημοσίου το πρώτο εξάμηνο του 2019 ήταν μεν μειωμένα σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, αλλά αυξήθηκαν σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2018. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμούς της Βουλής, στο πρώτο εξάμηνο του 2019 καταγράφηκε μείωση των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων κατά 540 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2018 και αύξηση κατά 161 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το τέλος του περασμένου έτους. 

Ειδικότερα, τον Ιούνιο 2019 οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 174 εκατ. ευρώ φτάνοντας τα 1,686 δισ. ευρώ, ενώ οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων μειώθηκαν κατά 13 εκατ. ευρώ στα 493 εκατ. ευρώ.

Όπως έχει γράψει η «Ν» οι οφειλές παραμένουν στο ύψος τους εξαιτίας των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων. Η πληρωμή προϋποθέτει τη συνεργασία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με τα λογιστήρια των επιμέρους φορέων του Δημοσίου αλλά και το «ξεμπλοκάρισμα» υποθέσεων πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ οι οποίες κολλάνε στα δικαστήρια.

O υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, έχει προαναγγείλει συγκρότηση ενός νέου πλάνου αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ενώ το θέμα παρακολουθούν από κοντά και οι θεσμοί, καθώς θεωρούν απογοητευτικές τις επιδόσεις της ελληνικής κυβέρνησης στον συγκεκριμένο τομέα.

Έτσι, για την κυβέρνηση, η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών θα επιφέρει διπλό κέρδος: ενίσχυση της ρευστότητας στην αγορά -η οποία με τη σειρά της μπορεί να συμβάλει στον κεντρικό στόχο για τόνωση της ανάπτυξης-, αλλά και ολοκλήρωση ενός «προαπαιτούμενου» για το οποίο η Ελλάδα δέχεται αυστηρή κριτική από τους δανειστές. 

naftemporiki.gr